Οι χαμηλές εισπράξεις από το φόρο εισοδήματο κρατούν υψηλά τους έμμεσους φόρους
Σήμερα το ευρώ που κερδίζει κάποιος από τη δραστηριότητά του, όποια κι αν είναι αυτή, έχει την ίδια αξία στην τράπεζα, αλλάόχι και στην εφορία. Αλλο φόρο θα πληρώσει κάποιος για το ίδιο ποσό καθαρού εισοδήματος αν αυτό προέρχεται από μισθωτή απασχόληση ή από ελεύθερο επάγγελμα, από ενοίκιο ή από μέρισμα.
Για κάποιους αυτό είναι απλώς άδικο και περιορίζει την προοδευτικότητα της φορολογίας. Μάλιστα, κατά τους ίδιους οι αδυναμίες στην είσπραξη των άμεσων φόρων συντηρούν υψηλά τους συντελεστές στους έμμεσους φόρους (ΦΠΑ, ΕΦΚ, κ.α.).
Ενδεικτικά στην έκθεση Πισσαρίδη προτείνεται η κατά το δυνατόν εξομοίωση και ενιαία φορολογική μεταχείριση των εισοδημάτων από διαφορετικές πηγές, και η επιτροπή σοφών είχε εισηγηθεί όλα τα εισοδήματα να βρίσκονται σε μια ενιαία κλίμακα. Αλλοι υποστηρίζουν ότι η ενιαία κλίμακα θα οδηγούσε σε υπέρμετρη φορολόγηση π.χ., όσων είχαν μικρά εισοδήματα από ενοίκια.
Για να τεθεί σχηματικά, στα 100 ευρώ που εισπράττει το κράτος από τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων, τα 43 καταβάλλουν οι μισθωτοί, τα 22 οι συνταξιούχοι, μόλις 3 ευρώ πληρώνουν οι αγρότες, περίπου 12 οι εισοδηματίες και 20 ευρώ οι ασκούντες επιχειρηματική δραστηριότητα.
Με το σύνολο της φορολογητέας ύλης (δηλαδή το άθροισμα των εισοδημάτων και των 6,5 εκατομμυρίων νοικοκυριών) να διαμορφώνεται στα 80 δισ. ευρώ (τουλάχιστον με βάση τα στοιχεία των φορολογικών δηλώσεων του 2021, που είναι και τα πιο πρόσφατα που έχουν ανακοινωθεί επίσημα), το 72% αυτού του ποσού αφορά εισοδήματα από μισθούς και συντάξεις.
Από την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας στην Ελλάδα –η αντικειμενική αξία όλων των ακινήτων υπερβαίνει τα 750 δισ. ευρώ– προκύπτουν δηλωθέντα εισοδήματα από ακίνητα 8,24 δισ. ευρώ, που αντιστοιχούν στο 10% των συνολικών εισοδημάτων, ενώ ο φόρος που καταβάλλεται είναι 953 εκατ. ευρώ με «μερίδιο» 11,68% στο σύνολο των φορολογικών εισπράξεων.
Τη μικρότερη συμμετοχή στα φορολογικά βάρη έχουν οι αγρότες, καθώς εμφανίζουν το 4,23% των δηλωθέντων εισοδημάτων και πληρώνουν το 3,12% των φόρων.