Η ΕΚΤ αναμένεται να αυξήσει σήμερα το βασικό της επιτόκιο κατά 0,25%
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να αυξήσει σήμερα το βασικό της επιτόκιο κατά 25 μονάδες βάσης, αλλά και να επαναλάβει ότι οι μελλοντικές της αποφάσεις για τα επιτόκια θα εξαρτηθούν αυστηρά από τα νεότερα στοιχεία που θα προκύψουν για την πορεία της οικονομίας εν μέσω αβεβαιότητας για τον πληθωρισμό και την ανάπτυξη.
Τα πρόσφατα στοιχεία για τον πληθωρισμό δείχνουν ότι η δυναμική των τιμών υποχωρεί, αλλά οι αυξήσεις των τιμών καταναλωτή εξακολουθούν να είναι πολύ υψηλές. Ο πληθωρισμός που κυμαίνεται στο 6,1% τον Μάιο στην ευρωζώνη και ο δομικός πληθωρισμός που κυμαίνεται στο 5,3%, δεν επιτρέπουν στους αξιωματούχους της Φρανκφούρτης να επαναπαύονται. Ως εκ τούτου, κλειδί για τις επόμενες κινήσεις θα είναι οι σημερινές, νεότερες προβλέψεις των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ.
Παράλληλα, η κατάσταση της οικονομίας στην ευρωζώνη ενδέχεται να χρειάζεται περισσότερη προσοχή μετά τα στοιχεία που έδειξαν ότι η περιοχή εισήλθε σε τεχνική ύφεση, καθώς το ΑΕΠ της κατέγραψε οριακή συρρίκνωση 0,1% το πρώτο τρίμηνο του 2023, όπως και το τελευταίο τρίμηνο του 2022.
Το βασικό επιτόκιο αποδοχής καταθέσεων ανέρχεται τώρα στο 3,25% και αναμένεται να ανεβεί στο 3,5%, το επιτόκιο κύριας αναχρηματοδότησης είναι στο 3,75% και το επιτόκιο διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης στο 4%. Η αγορά προβλέπει μία ακόμα αύξηση επιτοκίων –πιθανότατα τον Ιούλιο– και κορύφωση του βασικού επιτοκίου στο 3,75%.
Καθώς αναμένεται ανοδική κίνηση του πληθωρισμού το καλοκαίρι λόγω τουρισμού η ΕΚΤ θα πρέπει πιθανότατα να περιμένει μέχρι τον Σεπτέμβριο για σαφείς αποδείξεις ότι ο δομικός πληθωρισμός επιβραδύνεται αρκετά ώστε να σταματήσει ο κύκλος των επιτοκιακών αυξήσεων.
Η ποσοτική σύσφιγξη (η συρρίκνωση του προγράμματος αγοράς ομολόγων που αποσκοπούσε στην τόνωση της οικονομίας) ή η επιτάχυνση της μείωσης του συνολικού ισολογισμού της ΕΚΤ θεωρείται πιθανότερο να μείνουν εκτός των συζητήσεων μεταξύ των υπευθύνων χάραξης νομισματικής πολιτικής, ιδίως μετά την ανακοίνωση τον Μάιο ότι η ΕΚΤ θα σταματήσει τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του προγράμματος APP από την 1η Ιουλίου, οι οποίες αφορούσαν όλα τα ποσά από την εξόφληση τίτλων κατά τη λήξη τους.