Κίνδυνος μη επίτευξης των ευρωπαϊκών στόχων για το κλίμα και την ενέργεια με ορίζοντα το 2030
Η επίτευξη των στόχων της ΕΕ για το κλίμα και την ενέργεια με ορίζοντα το 2020 ήταν εν μέρει αποτέλεσμα εξωτερικών παραγόντων, όπως οι επιπτώσεις της πανδημίας που βοήθησαν τη μείωση των εκπομπών. Το κλιμάκιο ελέγχου διερωτάται κατά πόσον η ΕΕ μπορεί να κερδίσει το στοίχημα της μείωσης των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου κατά 55 % σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990 έως το 2030. Και αυτό γιατί δεν εντόπισαν παρά ελάχιστες ενδείξεις ότι η δράση για την επίτευξη των στόχων αυτών θα αποδειχθεί επαρκής. Αυτά είναι τα κύρια συμπεράσματα ειδικής έκθεσης που δημοσίευσε σήμερα το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο.
Τον Οκτώβριο του 2022, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δήλωσε ότι η ΕΕ είχε επιτύχει τους τρεις στόχους της για το κλίμα και την ενέργεια με ορίζοντα το 2020. Σύμφωνα με το κλιμάκιο ελέγχου, αυτή η επιτυχία δεν ήταν αποτέλεσμα αποκλειστικά της ενωσιακής δράσης για το κλίμα. Το κλιμάκιο επισημαίνει, λόγου χάριν, ότι η ΕΕ των 27 πιθανότατα δεν θα είχε επιτύχει τον στόχο της για την ενεργειακή απόδοση έως το 2020, αν δεν είχε μεσολαβήσει η μείωση της κατανάλωσης ενέργειας ως αποτέλεσμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2009 και της πανδημίας COVID-19. Ωστόσο, στα στοιχεία που παρουσιάζει η ΕΕ σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιδόσεις της ο αντίκτυπος εξωτερικών παραγόντων δεν προκύπτει με σαφήνεια.
Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο διαπίστωσε επίσης έλλειψη διαφάνειας σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο τα κράτη μέλη της ΕΕ πέτυχαν τους εθνικούς δεσμευτικούς στόχους τους αξιοποιώντας τις «δυνατότητες ευελιξίας»: η συμβολή ορισμένων από αυτά δεν ήταν η αναμενόμενη και, προκειμένου να επιτύχουν τους στόχους τους, προσέφυγαν σε άλλα μέσα, όπως η αγορά δικαιωμάτων εκπομπής ή μεριδίων ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές από κράτη μέλη που είχαν υπερβεί τους στόχους τους. Ελάχιστες πληροφορίες εντοπίστηκαν σχετικά με το πραγματικό κόστος της επίτευξης των στόχων για τον προϋπολογισμό της ΕΕ, τους εθνικούς προϋπολογισμούς και τον ιδιωτικό τομέα, καθώς και σχετικά με τις δράσεις που συνέβαλαν ουσιαστικά στην επίτευξη των στόχων. Ως αποτέλεσμα, πολίτες και άλλα ενδιαφερόμενα μέρη δεν είναι εύκολο να διαπιστώσουν αν η ΕΕ επιδιώκει την επίτευξη των στόχων της κατά τρόπο οικονομικά αποδοτικό, ούτε να αντλήσουν διδάγματα προς αξιοποίηση ενόψει της υποχρέωσης επίτευξης των στόχων για το 2030.
Το ελεγκτικό κλιμάκιο επιβεβαιώνει ότι η ΕΕ σημειώνει ικανοποιητικές επιδόσεις σε σύγκριση με άλλες εκβιομηχανισμένες χώρες όσον αφορά τη μείωση των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου. Ωστόσο, δεν συνυπολογίζει το σύνολο των εκπομπών της, οι οποίες θα ήταν κατά ένα δέκατο περίπου υψηλότερες, εάν συμπεριλαμβάνονταν εκείνες που προκαλούνται από το εμπόριο και τη διεθνή αεροπορία και ναυτιλία.
Όσον αφορά το μέλλον και τους ιδιαίτερα φιλόδοξους στόχους για το 2030, προβληματισμό προκαλεί το γεγονός ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις πως η διαθέσιμη χρηματοδότηση θα επαρκέσει για την επίτευξή τους. Αυτό ισχύει ιδίως για τη χρηματοδότηση από τον ιδιωτικό τομέα, η οποία αναμένεται να είναι σημαντική. Η Επιτροπή ανέφερε επίσης ότι υπάρχει έλλειψη συλλογικής φιλοδοξίας από πλευράς των κρατών μελών όσον αφορά την επιδίωξη του στόχου του 2030 για την ενεργειακή απόδοση. Σημειώνεται ότι ο αντίστοιχος στόχος του 2020 αποδείχθηκε ο δυσκολότερος να επιτευχθεί. Ορισμένες προτάσεις για περαιτέρω αύξηση των τιμών-στόχου για το 2030 (συγκεκριμένα, οι προτάσεις για τη δέσμη «Fit-for-55» και το σχέδιο REPowerEU) θα αυξήσουν περαιτέρω τις χρηματοδοτικές ανάγκες. Περιλαμβάνουν επίσης παραδοχές οι οποίες είτε δεν λαμβάνουν επαρκώς υπόψη γνωστά ζητήματα (όπως την ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία) είτε, όπως έχουν καταδείξει παλαιότεροι έλεγχοι, δεν επαληθεύονται τελικά (όπως για παράδειγμα, ότι τα κράτη μέλη θα εφαρμόσουν πλήρως τις υφιστάμενες πολιτικές).