Με υψηλά κεφάλαια οι ελληνικές συστημικές τράπεζες
Εύρωστους κεφαλαιακούς δείκτες παρουσιάζουν οι τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες ακόμα και στο πιο ακραίο και δυσμενές σενάριο, σύμφωνα με τα αποτελέσματα των πανευρωπαϊκών stress tests που ανακοινώθηκαν από την ΕΚΤ και την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή.
Η εφετινή άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην απώλεια κεφαλαίων υπό δυσμενείς συνθήκες (βαθιά ύφεση, αρνητικές γεωπολιτικές συνθήκες, πτώση τιμών ακινήτων, μεγάλη ανεργία, κ.ά.) την περίοδο 2023 - 2025. Η «βάση» για το ελάχιστο όριο για τον δείκτη εποπτικών κεφαλαίων CET1 τέθηκε το 5,5%, μολονότι δεν λειτουργεί ως «κόφτης» (περνάει ή δεν περνάει μια τράπεζα τα τεστ). Σημειώνεται ότι τα στρες τεστ δεν έλαβαν υπόψη μέτρα κεφαλαιακής ενίσχυσης που πραγματοποιήθηκαν στο πρώτο εξάμηνο του 2023.
Οι ελληνικές τράπεζες ακόμα και στο δυσμενέστερο σενάριο και παρά τις απώλειες εμφάνισαν διπλάσια κεφάλαια από το κατώτατο όριο. Ειδικότερα, οι επιπτώσεις στα κεφάλαια στις ελληνικές συστημικές τράπεζες ήταν οι εξής:
- Εθνική Τράπεζα: Ο δείκτης CET1 διαμορφώνεται στο 21,6% στο βασικό σενάριο το 2025 από 15,8% στα τέλη του 2022 και στο 14,5% στο δυσμενές σενάριο.
- Τράπεζα Πειραιώς: Ο δείκτης CET1 διαμορφώνεται στο 14,2% στο βασικό σενάριο το 2025 από 11,5% στα τέλη του 2022 και στο 9,1% στο δυσμενές σενάριο.
- Alpha Bank: Ο δείκτης CET1 διαμορφώνεται στο 14,1% στο βασικό σενάριο το 2025 από 11,9% στα τέλη του 2022 και στο 8,9% στο δυσμενές σενάριο το 2025.
- Eurobank: Ο δείκτης CET1 διαμορφώνεται στο 18% στο βασικό σενάριο το 2025 από 14,4% στα τέλη του 2022 και στο 12,2% στο δυσμενές σενάριο.
Οσον αφορά την κερδοφορία, από το επίπεδο των 3,7 δισ. ευρώ το 2022, στο βασικό σενάριο και οι τέσσερις συστημικές τράπεζες παραμένουν κερδοφόρες την περίοδο 2023 - 2025 με καθαρά κέρδη άνω των 2,5 - 3 δισ. ευρώ. Στο δυσμενές σενάριο παρουσιάζουν συνολικές ζημίες 2,2 δισ. ευρώ το 2023 και επανέρχονται στα καθαρά κέρδη με 477 εκατ. ευρώ το 2024 και 964 εκατ. ευρώ το 2025.
Η πτώση στην κερδοφορία οφείλεται κυρίως στην κατακόρυφη αύξηση των δαπανών για πληρωμές τόκων (δυσμενείς συνθήκες ρευστότητας και υψηλών επιτοκίων) και απωλειών από κόκκινα δάνεια. Τα έσοδα από τόκους, προμήθειες και άλλες τραπεζικές λειτουργίες παραμένουν θετικά όλες τις χρονιές και στις πιο δυσμενείς συνθήκες. Αυτό φαίνεται και από τη διατήρηση του καθαρού λειτουργικού κέρδους σταθερά άνω των 6 δισ. ευρώ από άνω των 8 δισ. ευρώ στο βασικό σενάριο και 9,5 δισ. ευρώ που παρουσίασαν το 2022.