Χαμηλές οι αποδόσεις καταθέσεων παρά τις αυξήσεις επιτοκίων της ΕΚΤ
«Θέλουν απλώς κέρδη, δεν σκέφτονται τους ανθρώπους», λέει στο CNBC ο Mάρκο Oλιβέιρα, ένας 50χρονος γραφίστας από την Πορτογαλία.
Στην προσπάθειά της να μειώσει τον πληθωρισμό, η ΕΚΤ έχει αυξήσει τα επιτόκια πολλές φορές από τον Ιούλιο του 2022. Αύξησε το βασικό της επιτόκιο τον Ιούλιο του 2022, από -0,5% σε 0%. Το επιτόκιο βρίσκεται τώρα στο 3,75%, κάτι που σημαίνει ότι από εκείνη την πρώτη αύξηση των επιτοκίων, το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ έχει αυξηθεί κατά 4,25 ποσοστιαίες μονάδες.
Αυτό, στην πράξη, θα πρέπει να μεταφραστεί σε υψηλότερα επιτόκια τόσο για τα στεγαστικά δάνεια όσο και για τις καταθέσεις. Ωστόσο πραγματικά αυτό που συμβαίνει είναι διαφορετικό.
Ο βασικός δείκτης που χρησιμοποιούν οι αναλυτές είναι το delta των καταθέσεων, το οποίο μετράει την αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ που περνούν οι τράπεζες στα επιτόκια των καταθέσεων. Οσο υψηλότερος είναι ο δείκτης beta, τόσο περισσότερο μετακυλίουν οι τράπεζες τις αυξήσεις των επιτοκίων της ΕΚΤ στις καταθέσεις.
Σύμφωνα με στοιχεία της ABN Amro, το μέσο beta στις καταθέσεις στην Ευρωζώνη ήταν τον Ιούνιο στο 47%. Αυτό σημαίνει ότι κατά μέσον όρο μόνο το ήμισυ της συνολικής αύξησης των επιτοκίων της ΕΚΤ κατά 4,25 ποσοστιαίες μονάδες μετακυλίεται στους καταθέτες.
Το CNBC πάντως τονίζει πως το beta των καταθέσεων εμφανίζει μεγάλες διαφορές ανάμεσα στις επιμέρους χώρες της Ευρωζώνης. Για παράδειγμα, στην Κροατία διαμορφώνεται στο 12%, στην Κύπρο στο 30% και στην Πορτογαλία στο 32%. Στη Γαλλία, το delta των καταθέσεων είναι 73% και στην Ιταλία είναι 62%.
Παρόλο που οι χώρες της Ευρωζώνης μοιράζονται το ίδιο νόμισμα και άρα επηρεάζονται από τις ίδιες αποφάσεις νομισματικής πολιτικής, οι αποταμιευτές στις διαφορετικές χώρες δεν απολαμβάνουν τις ίδιες αποδόσεις στις καταθέσεις τους.
«Υπάρχουν πράγματι κάποιες έντονες διαφορές μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών», διαπιστώνει η Mάρτα Φέρο Tεϊξέιρα, αναλύτρια της ABN AMRO. «Αυτό είναι το αποτέλεσμα των διαφορών στη δομή του τραπεζικού κλάδου, της φύσης των καταθέσεων και των εναλλακτικών επενδυτικών ευκαιριών», εξηγεί.
Σύμφωνα με τον αναλυτή της S&P Global, Nίκολας Τσάρνεϊ, οι διαφορές στα επίπεδα ρευστότητας των τραπεζών και οι διάφοροι βαθμοί ανταγωνισμού στην αγορά επηρεάζουν τα επιτόκια που προσφέρουν οι τράπεζες στους καταθέτες τους.
O Πορτογάλος οικονομολόγος Φιλίπε Γκαρσία είπε στο CNBC ότι οι τράπεζες στη χώρα του δεν αισθάνονται ότι πρέπει να προσελκύσουν περισσότερες αποταμιεύσεις από τους πελάτες τους και, καθώς δεν υπάρχει ανταγωνισμός μέσα στον κλάδο, τα επιτόκια που προσφέρονται στους αποταμιευτές δεν θα αυξηθούν σημαντικά.
Ομως, όπως τονίζει το CNBC, οι δυσαρεστημένοι αποταμιευτές θα μπορούσαν να δημιουργήσουν προβλήματα στον τραπεζικό τομέα. «Οι τράπεζες θα πρέπει να πληρώνουν περισσότερα για τις καταθέσεις προκειμένου να συντηρήσουν τη σχέση εμπιστοσύνης που έχουν με τους πελάτες», υπογραμμίζει ο Γκαρσία, προσθέτοντας ότι οι πελάτες αισθάνονται εξαπατημένοι, αφού πληρώνουν περισσότερα για τα στεγαστικά δάνειά τους, αλλά δεν βλέπουν το αντίστοιχο όφελος στις αποταμιεύσεις τους. «Ο κόσμος δεν έχει ξεχάσει την κρατική στήριξη που έλαβαν οι τράπεζες κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους», συμπληρώνει.
Τα στοιχεία της S&P Global δείχνουν ότι κατά την τελευταία ανακοίνωση των τριμηνιαίων μεγεθών τους, ανάμεσα σε 25 τράπεζες της Ευρώπης οι 19 εμφάνισαν αύξηση στα καθαρά έσοδα από τόκους. Τα υψηλότερα επιτοκιακά έσοδα σημαίνουν ότι οι τράπεζες λαμβάνουν περισσότερα χρήματα από τον δανεισμό από αυτά που πληρώνουν στις καταθέσεις.
Τα υψηλότερα κέρδη πυροδοτούν μια συζήτηση γύρω από την έκτακτη φορολόγηση αυτών που έχει καθιερωθεί τελευταία να ονομάζονται υπερκέρδη. Η Ιταλία έγινε η πρώτη χώρα που ανακοίνωσε εισφορά 40% στα επιπλέον κέρδη που αποκόμισαν οι τράπεζες λόγω της αύξησης των επιτοκίων. Και παρότι το μέτρο βρίσκεται ακόμη στη φάση του σχεδιασμού, φαίνεται ότι το ζήτημα της φορολόγησης των τραπεζών έχει μπει στα ραντάρ των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων.