Ο οίκος Moody’s προειδοποιεί για επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομίας
Ο οίκος Moody’s προέβη σε δυσοίωνες εκτιμήσεις αναφορικά με την παγκόσμια οικονομία, τονίζοντας ότι το διαρκώς αυξανόμενο κόστος του δανεισμού, η επιβράδυνση της Κίνας και οι πιέσεις στο χρηματοπιστωτικό σύστημα αποτελούν έναν συνδυασμό παραγόντων που οδηγεί αναπόφευκτα σε χαμηλό ρυθμό ανάπτυξης. Ωστόσο, παρατήρησε ότι υπάρχουν «θύλακες αντοχής» στην παγκόσμια οικονομία, όπως η Ινδία και η Ινδονησία.
Η Γενική Διευθύντρια της Moody’s στον τομέα του ρίσκου κρατικού χρέους, Μαρί Ντιρόν, υπογράμμισε πως «περιμένουμε επιβράδυνση της ανάπτυξης σε παγκόσμιο επίπεδο, η οποία θα έχει αντίκτυπο στις αναδυόμενες αγορές της Ασίας, καθώς θα επηρεάσει τις συνθήκες του εμπορίου και την πρόσβαση της περιοχής σε χρηματοδότηση». Συγκεκριμένα, για την Κίνα, την οποία κατατάσσει 3η ως εστία κινδύνου για την παγκόσμια οικονομία, ανέφερε ότι «η Moody’s δεν προβλέπει ότι θα ανακάμψει σύντομα, αλλά με χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, οι οποίοι θα επηρεάσουν αρνητικά και τις οικονομίες της ευρύτερης περιοχής»
Όμως, σημείωσε ότι ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης προβλέπει «μάλλον στιβαρή ανάπτυξη και ευνοϊκές συνθήκες, σε αγορές όπως η Ινδία και η Ινδονησία». Η Ινδονησία έχει το δυναμικό να αξιοποιήσει τους «άφθονους φυσικούς της πόρους» και να αναπτύξει τους τομείς της εξόρυξης και της εκμετάλλευσης με την επεξεργασία των μεταλλευμάτων, όπως εντόπισε η κ. Ντιρόν, αναφερόμενη στα άφθονα αποθέματα πρώτων υλών που βρίσκονται στο υπέδαφος της χώρας. Ανάμεσα σε αυτά συμπεριλαμβάνονται ο ψευδάργυρος, το νικέλιο, το κοβάλτιο και ο βωξίτης, πολλά από τα οποία αποτελούν τις αναγκαίες πρώτες ύλες για την ηλεκτροκίνηση.
Σε ό,τι αφορά τις άλλες δύο βασικές αιτίες της επιβράδυνσης, με πρώτη τη συνεχή αύξηση των επιτοκίων, η Μαρί Ντιρόν στάθηκε στην πολιτική της Federal Reserve, η οποία προχώρησε σε επιθετική «στροφή» στην περιοριστική νομισματική πολιτική από το περασμένο έτος, στην προσπάθεια να τιθασεύσει τον πληθωρισμό, που έφθασε στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων σαράντα ετών. Παρ’ ότι αναγνώρισε την αναγκαιότητα αυτής της απόφασης, εξέφρασε ανησυχία για τον βαθμό αποτελεσματικότητας σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα. Επιπλέον, υπογράμμισε ότι οι Κεντρικές Τράπεζες κατόρθωσαν να κατευθύνουν την παγκόσμια οικονομία προς μία αποπληθωριστική πορεία, μέσω των αλλεπάλληλων αυξήσεων των επιτοκίων.
Ωστόσο, προσέθεσε ότι ο δείκτης του πληθωρισμού παραμένει ακόμη ανησυχητικά ψηλά. «Υπάρχει κίνδυνος να επιμείνει περισσότερο από όσο εκτιμούμε σήμερα και σε αυτήν την περίπτωση, μπορεί να οδηγήσει σε κάμψη για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα». Τούτη η επιβράδυνση ενδέχεται να σταματήσει εκ νέου, μέσω νέας αύξησης των επιτοκίων στην επερχόμενη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου, την οποία έχει –εμμέσως πλην σαφώς– εξαγγείλει ο επικεφαλής της Federal Reserve, Τζερόμ Πάουελ. Τα επιτόκια του δολαρίου βρίσκονται ήδη στο 5.25% με 5.5%.
Παράλληλα, η Γενική Διευθύντρια της Moody’s αναφέρθηκε και στη δεύτερη εστία κινδύνου για την παγκόσμια οικονομία, δηλαδή τις πιέσεις που υφίσταται το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. «Ορισμένες τράπεζες “απορρόφησαν” τις αυξήσεις των επιτοκίων που επέφεραν και ορισμένα οφέλη σε ό,τι αφορά τα περιθώρια κέρδους τους».
Όμως, ολοκλήρωσε ότι πρέπει να υπάρξει «μία περίοδος προσαρμογής των επιχειρήσεων, προκειμένου να εξακολουθήσουν να αντλούν καταθέσεις». Μάλιστα, τόνισε ότι «πιθανώς ορισμένα τμήματα του χρηματοπιστωτικού τομέα να αντιμετωπίσουν δυσχέρειες οι οποίες δεν έχουν ακόμη εκδηλωθεί και πολλές από αυτές να υλοποιηθούν είτε προς το τέλος του τρέχοντος έτους, είτε στη διάρκεια του επόμενου».