Ελαιόλαδο: Κίνδυνος να στερέψει από λάδι η Ελλάδα - Τι φοβούνται οι παραγωγοί
Συναγερμός έχει σημάνει στην Ελλάδα λόγω της τιμής του ελαιολάδου, καθώς ο πληθωρισμός του λαδιού στην Ισπανία τον Σεπτέμβριο είναι 67% ενώ στη χώρα μας είναι 28,8%. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι υπάρχει έλειψη με αποτέλεσμα οι διεθνείς τιμές να έχουν εκτιναχθεί και αυτό να περνά και στους καταναλωτές.
Αυτά εν ολίγοις είχε επισημάνει σε πρόσφατη συνέντευξή του ο υπουργός, Ανάπτυξης, Κώστας Σκρέκας. Την ίδια στιγμή, παράγοντες της αγοράς του ελαιολάδου κάνουν λόγο για διπλό «μέτωπο», περιγράφοντας πώς καταλήξαμε να συζητάμε για πλαφόν στην τιμή του μα πρωτίστως για τον κίνδυνο η ελληνική παραγωγή να πέσει στα «όρια της εσωτερικής αυτάρκειας».
«Από τον Ιούλιο δεν έχουμε πλέον λάδι»
«Φέτος το ποσοστό ακαρπίας φτάνει στο 50%. Θα ξεκινήσουμε τη συγκομιδή αργότερα και ίσα που θα πάρουμε μυρωδιά από ελαιόλαδο» δηλώνει χαρακτηριστικά ο Νικόλαος Μάρκελλος, ελαιοπαραγωγός στην Κορινθία, στην εφημερίδα «Η Καθημερινή».
Μάλιστα, ο ίδιος εκτιμά και την τιμή του λίτρου για τους παραγωγούς υπολογίζοντας πως θα κυμανθεί από 8,5 με 10 ευρώ, διπλάσια συγκριτικά με πέρυσι.
Τι είναι όμως αυτό που κάνει φέτος τους παραγωγούς να βιάζονται να μαζέψουν τις σοδειές και να ρωτούν εάν «έχεις λάδι» και όχι «πόσο το πουλάς»;
Ντόμινο
Όλα ξεκινούν με την πρωτοπόρο στην αγορά, Ισπανία η οποία όπως αναφέρουν οι ειδικοί πέρυσι παρήγαγε το 50% του μέσου όρου της παραγωγής της. Δηλαδή από τους 1,6 εκατ. τόνους έπεσε στους 700.000 τόνους. Σχεδόν το ίδιο συνέβη και με την Ιταλία.
Παράλληλα, η αύξηση της ζήτησης σε όλο τον κόσμο αυξήθηκε δραστικά. «Στην Αμερική πριν από 10 χρόνια κατανάλωναν 60.000 τόνους, τώρα χρειάζονται 300.000» λέει ο Βασίλης Φραντζολάς, δοκιμαστής και σύμβουλος ποιότητας ελαιολάδου.
«Έλεγα να κρατήσουν ποσότητες αλλά ήθελαν να προλάβουν την καλή τιμή»
Αυτό οδήγησε την Ισπανία και την Ιταλία στην αναζήτηση ποσοτήτων χύμα έξτρα παρθένου ελαιολάδου γα να μπορέσουν να ανταποκριθούν στα συμβόλαιά τους.
Η τιμή των 5,5 ευρώ το λίτρο, με την οποία πέρυσι ορισμένοι εκπρόσωποι ισπανικής αλυσίδας είχαν αγοράσει από Έλληνες παραγωγούς, είχε διαδοθεί σε όλη την χώρα. Και όπως συμβαίνει κάθε φορά η τιμή, με την αύξηση της ποσότητας του προϊόντος, πέφτει. Ωστόσο αυτό δεν συνέβη ποτέ, αυτή τη φορά.
Οι άδειες δεξαμενές
«Έλεγα στους άλλους αγρότες του συνεταιρισμού να κρατήσουν ποσότητες και να τις πουλάνε σταδιακά. Αλλά ήθελαν να προλάβουν την καλή τιμή» λέει ο παραγωγός Βιτσέντζος Κορνάρος από τη Σητεία.
Όπως λέει πολλοί όταν είδαν η τιμή να ξεπερνά τα 5 ευρώ βιάστηκαν να πουλήσουν και έτσι οι δεξαμενές στην Ελλάδα άδειασαν. Τα παγκόσμια δεδομένα που διαμορφώνουν τις τιμές έγιναν γνωστά αργότερα στην Ελλάδα, με πολλούς να το αποδίδουν σε ντόμινο αυξήσεων.
«Λογικό να ανέβει η τιμή αφού όλα έχουν ανέβει. Τα εφόδια, τα εργατικά, το κόστος ζωής».
Την ίδια ώρα οι παραγωγοί στην Ελλάδα αντιλαμβάνονται ότι οι καύσωνες στην Ισπανία έχουν μειώσει δραματικά την παραγωγή της και μόνο η Ελλάδα είχε λάδι στην Ευρώπη.
«Από τον Ιούλιο δεν έχουμε πλέον λάδι. Όλοι περιμένουν τη νέα σοδειά. Έρχονται και μας λένε: ξέρουμε ποια είναι η τιμή, κράτησε μου λάδι» λέει ο Παύλος Καπλάνης ιδιοκτήτης ελαιοκομικής μονάδας στην Άνω Μεσσηνία.
Σημειώνει πως πλέον οι παραγωγοί έχουν το νου τους στα ελαιόδεντρα και τονίζει και εκείνος πως η παραγωγή φέτος θα είναι εξαιρετικά μειωμένη. «Είμαστε λίγο ανήσυχοι για να μη συμβεί κάτι την τελευταία στιγμή, γιατί συνέχεια κάτι συμβαίνει» προσθέτει ο κ. Καπλάνης.
Οι επιπτώσεις της ξηρασίας στην Ελλάδα
Αν και θεωρείται λογικό η φετινή παραγωγή να είναι μειωμένη καθώς η περυσινή έσπασε όλα τα ρεκόρ, υπάρχουν ορισμένοι παράγοντες που έχουν επιβαρύνει επιπλέον την κατάσταση σε ό,τι αφορά τη χώρα μας.
Οι υψηλές θερμοκρασίες την άνοιξη και την εποχή της ανθοφορίας προκάλεσαν προβλήματα στο δέσιμο των καρπών, μαζί με τη ξηρασία η οποία δεν βοήθησε καθόλου στο να μεγαλώσουν οι ελιές.
«Η παραγωγή της Ελλάδας είναι πιθανό να πέσει στα όρια της εσωτερικής αυτάρκειας, δεδομένης της χαμηλής καρπόδεσης και της ξηρασίας του καλοκαιριού» εκτιμά ο Βασίλης Μουσελίμης, γεωπόνος ειδικός στην ελαιοκομία.
«Ο χειμώνας ήταν πολύ ζεστός και το δέντρο δεν πρόλαβε να κοιμηθεί για να ξεκουραστεί και να μπορέσει να αποδώσει» εξηγεί ο κ. Μάρκελλος.