ΥΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ΦΟΡΟΥ ΚΑΙ ΜΕ ΒΑΣΗ ΤΙΣ ΑΜΟΙΒΕΣ ΤΩΝ ΥΠΑΛΛΗΛΩΝ
Φορολογική μεταρρύθμιση: Για ποιους ελεύθερους επαγγελματίες δεν ισχύει το ελάχιστο του 10.920 ευρώ
Για ποιους ελεύθερους επαγγελματίες ισχύει μειωμένο όριο φορολόγησης από τα 10.920 ευρώ
Μέσα σε διάστημα δύο μηνών καλούνται να προσαρμοσθούν στα δεδομένα του νέου φορολογικού νομοσχεδίου ελεύθεροι επαγγελματίες και αυτοαπασχολούμενοι καθώς οι νέες ρυθμίσεις θα ισχύουν για τα εισοδήματα του τρέχοντος έτους και οι οφειλές που θα προκύψουν θα εξοφληθούν εντός του 2024.
Ήδη έχουν αρχίσει να σημειώνονται αντιδράσεις όπως αυτές από τους δικηγορικούς συλλόγους της χώρας αλλά η κυβέρνηση φαίνεται αποφασισμένη να περιορίσει την φοροδιαφυγή από τους ελεύθερους επαγγελματίες. «Η κυβέρνηση δεν απειλεί. Η προσπάθεια μας είναι να πληρώσουν κάποιοι που δεν πλήρωναν καθόλου ή ελάχιστα», δηλώνει ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας, Κωστής Χατζηδάκης.
Πέρα όμως από τα «μπλοκάκια» και τους αγρότες για τους οποίους δεν θα ισχύσει το νέο σύστημα, υπάρχουν και κάποιες άλλες κατηγορίες επαγγελματιών, οι οποίες ξεφεύγουν από τις «δαγκάνες» των αντικειμενικών κριτηρίων που προβλέπει το νομοσχέδιο. Επιπλέον, ο φόρος που θα προκύψει από την ΑΑΔΕ με το εκκαθαριστικό του 2024, μπορεί να αμφισβητηθεί, καθώς είναι «μαχητός» ο τρόπος υπολογισμού, αλλά υπό προϋποθέσεις. Ο φορολογούμενος, δηλαδή, θα μπορεί να προσφύγει στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ, και κατόπιν εάν εκδοθεί απορριπτική απόφαση, έχει τη δυνατότητα να προσφύγει στα διοικητικά δικαστήρια, διεκδικώντας δικαίωση.
Το νέο σύστημα προβλέπει την καθιέρωση ενός ελάχιστου ποσού για το οποίο θα φορολογείται ο υπόχρεος από το φορολογικό έτος 2023. Το ελάχιστο ύψος του θα είναι 10.920 ευρώ, προσαυξανόμενο ανάλογα με το μισθολογικό κόστος των υπαλλήλων, τα έτη λειτουργίας και άλλους παράγοντες.
Καταρχήν, όσοι ασκούν το επάγγελμα για λιγότερα από 4 έτη, είναι δηλαδή νέοι επιχειρηματίες ή επαγγελματίες, δεν θα ισχύει κανένα ελάχιστο όριο φορολογητέου εισοδήματος βάσει του νέου συστήματος. Στα 3 πρώτα έτη λειτουργίας δηλαδή το νέο σύστημα δεν θα εφαρμόζεται.
Από το 4ο έτος λειτουργίας θα ισχύει ελάχιστο όριο φορολογητέου εισοδήματος μειωμένο κατά 67% σε σύγκριση με το ποσό των 10.920 ευρώ, δηλαδή ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα 3.620 ευρώ.
Στο 5ο έτος λειτουργίας θα ισχύει ελάχιστο όριο φορολογητέου εισοδήματος μειωμένο κατά 33% σε σύγκριση με το ποσό των 10.920 ευρώ, δηλαδή 7.280 ευρώ.
Για όσους ασκούν το επάγγελμα για περισσότερα από 6 και μέχρι 9 έτη, το ελάχιστο ποσό ετησίου φορολογητέου εισοδήματος των 10.920 ευρώ θα υπολογίζεται προσαυξημένο κατά 10%, δηλαδή θα ανέρχεται σε 12.012 ευρώ.
Για όσους ασκούν το επάγγελμα για περισσότερα από 9 και μέχρι 12 έτη, το ποσό των 10.920 ευρώ θα προσαυξάνεται κατά 20% και θα διαμορφώνεται στα 13.104 ευρώ.
Για όσους ασκούν το επάγγελμα για περισσότερα από 12 έτη, το ποσό των 10.920 ευρώ θα προσαυξάνεται κατά 30% και θα διαμορφώνεται στα 14.196 ευρώ
Υπολογισμός φόρου και με βάση τις αμοιβές των υπαλλήλων
Στην τελική διαμόρφωση όμως του ποσού βάσει του οποίου θα προκύπτει και ο φόρος, θα παίζει ρόλο και το αν έχει υπαλλήλους ο αυτοαπασχολούμενος, όταν και το εκάστοτε ισχύον ποσό ελάχιστης αμοιβής, θα συγκρίνεται με το ποσό του ανώτερου ετήσιου μισθού που καταβάλλεται στο προσωπικό.
Το ποσό σύγκρισης δεν θα μπορεί να είναι υψηλότερο των 30.000 ευρώ.
Όποιο από τα δύο ποσά είναι μεγαλύτερο θα λαμβάνεται αυτό υπόψη ως ελάχιστη αμοιβή για τον περαιτέρω αντικειμενικό προσδιορισμό του ετησίου φορολογητέου εισοδήματος.
Η ελάχιστη αμοιβή, όπως αυτή θα διαμορφώνεται με βάση τη σύγκριση, θα προσαυξάνεται περαιτέρω με 2 τρόπους, σωρευτικά:
- κατά το 10% του ετήσιου κόστους μισθοδοσίας του προσωπικού (στο οποίο περιλαμβάνονται μισθοί, εργοδοτικές εισφορές, παροχές σε είδος) της επιχείρησης, με ανώτατο όριο προσαύξησης τις 15.000 ευρώ.
- κατά 35% έως 100% όταν ο ετήσιος τζίρος του αυτοαπασχολούμενου είναι σημαντικά μεγαλύτερος από τον μέσο όρο του ετήσιου τζίρου του Κωδικού Αριθμού Δραστηριότητας (ΚΑΔ).
Συγκεκριμένα, η προσαύξηση θα ανέρχεται σε:
- 35% για όσους ο ετήσιος τζίρος είναι μεγαλύτερος του 100%του μέσου όρου του ετήσιου τζίρου του ΚΑΔ των μεγαλύτερων εσόδων,
- 70% για όσους ο ετήσιος τζίρος είναι μεγαλύτερος του 150%του μέσου όρου του ετήσιου τζίρου του ΚΑΔ των μεγαλύτερων εσόδων,
- 100% για όσους ο ετήσιος τζίρος είναι μεγαλύτερος του 200%του μέσου όρου του ετήσιου τζίρου του ΚΑΔ των μεγαλύτερων εσόδων.
Το ανώτατο όριο στο οποίο θα μπορεί να φθάσει το αντικειμενικά προσδιοριζόμενο με το νέο αυτό σύστημα φορολογητέο εισόδημα είναι τα 50.000 ευρώ. Ο φόρος εισοδήματος που αναλογεί στο ποσό αυτό ανέρχεται σε 13.900 ευρώ.
Πώς μπορούν οι επαγγελματίες να αιτιολογήσουν λιγότερα κέρδη
Ποια μέσα όμως έχει στη διάθεσή του ο ελεύθερος επαγγελματίας, αν τα πραγματικά του εισοδήματα είναι χαμηλότερα από τα τεκμαρτά για να αποφύγει το «χαράτσι»; Θα πρέπει να το αποδείξει ο ίδιος στην Εφορία ξεκινώντας έναν κύκλο διοικητικών και δικαστικών προσφυγών, με αβέβαιο αποτέλεσμα.
Η αμφισβήτηση του φόρου, λοιπόν, που θα καταλογίσει η ΑΑΔΕ με το εκκαθαριστικό του 2024, μπορεί να αμφισβητηθεί, καθώς είναι «μαχητός» ο τρόπος υπολογισμού, αλλά υπό ορισμένες ειδικές προϋποθέσεις. Ο φορολογούμενος θα πρέπει να αποδείξει με βάση πραγματικά στοιχεία ότι τα κέρδη του ήταν λιγότερα.
Ένα από αυτά τα πραγματικά στοιχεία, είναι οι λόγοι «ανωτέρας βίας». Το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών αναγνωρίζει τέτοια, όπως οι υπηρετούντες τη στρατιωτική τους θητεία, η νοσηλεία, τα πλήγματα από θεομηνίες κ.α.
Να σημειωθεί ακόμη πως προβλέπεται μείωση κατά 50% της ελάχιστης αμοιβής και έκπτωση φόρου στις εξής περιπτώσεις:
- Στους ελεύθερους επαγγελματίες με αναπηρία ίση ή μεγαλύτερη του 80%.
- Σε εκείνους που ασκούν δραστηριότητα και έχουν την κύρια κατοικία τους σε χωριά με πληθυσμό έως 500 κατοίκους και σε νησιά κάτω από 3.100 κατοίκους.
Η σχετική διαδικασία αμφισβήτησης του φόρου προβλέπει την προσφυγή στη Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών της ΑΑΔΕ, και κατόπιν εάν εκδοθεί απορριπτική απόφαση, τότε ο φορολογούμενος θα μπορεί να προσφύγει στα διοικητικά δικαστήρια, διεκδικώντας δικαίωση.