Ελεύθεροι επαγγελματίες: Πώς μπορεί να γλιτώσουν το τεκμαρτό
Στο μικροσκόπιο των ελεγκτών θα βρεθούν οι τραπεζικοί λογαριασμοί, οι πληρωμές με κάρτες, και οι αγορές των Ελεύθερων Επαγγελματιών
Αυστηροί έλεγχοι περιμένουν τους ελεύθερους επαγγελματίες οι οποίοι δεν θα δεχτούν το τεκμαρτό εισόδημα ως βάση για τη φορολόγηση τους, ότι κερδίζουν λιγότερα.
Εδικότερα στο τελικό σχέδιο νόμου που κατατέθηκε στη Βουλή προβλέπεται ότι ο ελεύθερος επαγγελματίας μπορεί να αμφισβητήσει το ποσό που προκύπτει από την εφαρμογή του τεκμηρίου της ελάχιστης αμοιβής πέραν από τους λόγους που ισχύουν ήδη και που καθιστούν το τεκμήριο μαχητό (ασθένεια, ανωτέρα βία, κλπ).
Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να ζητήσει την διενέργεια ελέγχου από τις φορολογικές Αρχές προκειμένου να αποδειχθεί η ακρίβεια της δήλωσής του για εισόδημα μικρότερο του τεκμαρτού.
Με βάση τα παραπάνω στο μικροσκόπιο των ελεγκτών θα βρεθούν οι τραπεζικοί τους λογαριασμοί, οι πληρωμές με κάρτες, και οι αγορές τους.
Aναφορικά με το τέλος επιτηδεύματος μειώνεται κατά 50% για όλους τους ελεύθερους επαγγελματίες ασχέτως του αν δηλώνουν εισοδήματα υψηλότερα από το ελάχιστο τεκμαρτό καθαρό εισόδημα.
Επίσης υπάρχουν τροποποιήσεις ως προς την προσαύξηση του ύψους του τεκμηρίου με βάση τον τζίρο. Ως γνωστόν, το ύψος του τεκμηρίου της ελάχιστης αμοιβής για τους ελεύθερους επαγγελματίες προσαυξάνεται ανάλογα με τα χρόνια της επαγγελματικής δραστηριότητας, το σύνολο της μισθοδοσίας και το ύψος του τζίρου της επιχείρησης.
Ειδικά για το ύψος του τζίρου, σύμφωνα με την τελική ρύθμιση, η προσαύξηση ανέρχεται στο 5% επι του ποσού, κατά το οποίο ο κύκλος εργασιών του υπόχρεου υπερβαίνει τον μέσο ετήσιο κύκλο εργασιών του Κ.Α.Δ. στον οποίο ο υπόχρεος πραγματοποιεί τα υψηλότερα έσοδα.
Για παράδειγμα, ελεύθερος επαγγελματίας με ετήσιο τζίρο 35.000ευρώ υπερβαίνει τον μέσο ετήσιο κύκλο εργασιών του ΚΑΔ όπου πραγματοποιεί τα υψηλότερα έσοδα κατά 10.000 ευρώ (ετήσιος τζίρος 35.000 ευρώ – μέσος ετήσιος κύκλος εργασιών ΚΑΔ 25.000 ευρώ = 10.000 ευρώ). Επομένως, η προσαύξηση 5% θα εφαρμοστεί επι του ποσού των 10.000 ευρώ. Με αυτόν τον τρόπο, η προσαύξηση εφαρμόζεται κατά τρόπο πιο αναλογικό και με μικρότερη επιβάρυνση για τους υπόχρεους.