«Ευκαιρία για να τρέξουμε πιο γρήγορα»: Απόφαση ECOFIN για τις αμυντικές δαπάνες
Ως «ευκαιρία για να τρέξουμε πιο γρήγορα και όχι αφορμή για εφησυχασμό», χαρακτήρισε σήμερα ο νέος επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή (ΓΠΚΒ) καθηγητής Ιωάννης Τσουκαλάς, τη συμφωνία που επετεύχθη στο ECOFIN δηλαδή την απόφαση του συμβουλίου υπουργών Οικονομικών της Ε.Ε. για τις αμυντικές δαπάνες.
Στο πλαίσιο παρουσίασης της Έκθεσης του Γραφείου για το γ΄ τρίμηνο 2023 ο κ. Τσουκαλάς καλωσόρισε την απόφαση του συμβουλίου για την υπό όρους εξαίρεση της προσμέτρησης των αμυντικών δαπανών από την διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα επιβαρύνεται με ετήσιες αμυντικές δαπάνες ύψους 2 δισ. ευρώ, πολύ κοντά στο 1% του ΑΕΠ και η εξαίρεσή τους από τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος συνιστούσε πάγιο αίτημα των ελληνικών κυβερνήσεων τα τελευταία χρόνια, το οποίο τώρα ικανοποιείται.
Κατά τ’ άλλα το ΓΠΚΒ διατηρεί στο 2,2% την πρόβλεψη για το ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας φέτος, σημειώνοντας πως παρά την εμφάνιση στοιχείων στασιμότητας στην οικονομία της ευρωζώνης, η ελληνική οικονομία διατηρεί τη δυναμική της.
Για τον πληθωρισμό επισημαίνει την αποκλιμάκωση στο 2,9% τον Νοέμβριο με τον κ. Τσουκαλά να εκτιμά πως σε επίπεδο ευρωζώνης το επόμενο τρίμηνο- εξάμηνο θα είναι καθοριστικό για το χρόνο στον οποίο θα προχωρήσει η ΕΚΤ σε μείωση επιτοκίων.
Σύμφωνα με το ΓΠΚΒ «είναι θετικό ότι ο πληθωρισμός της ευρωζώνης, που εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στο 2,4% τον Νοέμβριο, αποκλιμακώνεται ταχύτερα του αναμενομένου, και δείχνει τον δρόμο, για πρώτη φορά, προς την αναστροφή της σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ. Μια ενδεχόμενη μείωση των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ το πρώτο εξάμηνο του 2024, εξαιτίας της έως τώρα επιβράδυνσης του ρυθμού αύξησης των τιμών και των ενδείξεων κάμψης της οικονομικής δραστηριότητας στην ευρωζώνη, θα έχει θετικές επιπτώσεις για την ελληνική οικονομία. Ωστόσο, μια επιδείνωση των γεωπολιτικών εντάσεων στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή, θα επηρέαζε αρνητικά την ελληνική οικονομία».
Ακόμα στην έκθεση:
Επισημαίνεται η καλή εκτέλεση του προϋπολογισμού για το 2023 (πρωτογενές πλεόνασμα, για το δεκάμηνο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου 2023, ύψους 5.214 εκατ. ευρώ) και η καλύτερη του προβλεπόμενου απόδοσης της οικονομίας με :
-σταθερή παραγωγή καθαρών θέσεων εργασίας, με ταυτόχρονη μείωση της ανεργίας στο 9,6%,
-σημαντική αύξηση των τουριστικών εσόδων, τα οποία κατά το οκτάμηνο του τρέχοντος έτους ξεπέρασαν τα επίπεδα της αντίστοιχης περιόδου του 2019 κατά 11% περίπου, και:
-αύξηση των μισθών και των συντάξεων, γεγονός που επηρεάζει κυρίως τα έσοδα από τους άμεσους φόρους (φόροι εισοδήματος) αλλά και από τους έμμεσους φόρους.
Επισημαίνει παράλληλα πως η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας που δόθηκε από την Fitch Ratings τον Δεκέμβριο του 2023, σφραγίζει την καλή πορεία των βασικών μακροοικονομικών και δημοσιονομικών μεγεθών καθώς και τις προοπτικές δημοσιονομικής σταθερότητας, και έτσι το αξιόχρεο της ελληνικής κυβέρνησης γίνεται ακόμα πιο ελκυστικό σε μεγάλους θεσμικούς επενδυτές. Πέρα από τη θετική επίπτωση στα δημόσια οικονομικά, το χαμηλότερο κόστος δανεισμού συμπαρασύρει και το κόστος έκδοσης εταιρικών ομολόγων, και συμβάλλει στη χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα.