Πέντε μονάδες η Ελλάδα πάνω στους έμμεσους φόρους σε αντίθεση με την ευρωζώνη
Το υψηλότερο επίπεδο δημόσιων εσόδων κατέγραψε η Ελλάδα το 2023 συγκριτικά με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης. Όμως, αυτά τα έσοδα προήλθαν κυρίως από έμμεσους φόρους κι από την αγορά ακινήτων.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση της ΓΣΕΕ, κυριότερη πηγή εισροής ρευστότητας της Γενικής Κυβέρνησης ήταν για ένα ακόμη έτος οι εισπράξεις από έμμεσους φόρους, με το ύψος τους να ανέρχεται στο 17,4% του ΑΕΠ, έναντι 12,5% στην Ευρωζώνη.
Αντίθετα, σημαντική υστέρηση καταγράφει η Ελλάδα όσον αφορά τις εισπράξεις από άμεσους φόρους, το ύψος των οποίων το 2023 ανήλθε στο 10,6% του ΑΕΠ, έναντι 13,4% του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη.
Η μεγέθυνση της οικονομίας το 2023 και το α΄ τρίμηνο του 2024 στηρίχτηκε στην κατανάλωση. Στην εξέλιξη αυτή συνέβαλαν περισσότερο τα υψηλότερα εισοδήματα από μη μισθωτή εργασία και σε μικρότερο βαθμό τα καταναλωτικά δάνεια.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο της ΓΣΕΕ, η αύξηση των μισθών και η συμβολή τους στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα και κατ’ επέκταση στην κατανάλωση των νοικοκυριών ήταν πενιχρή.
Η έκθεση διαπιστώνει πως το 2023 η Ελλάδα είχε μακράν τις χαμηλότερες επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ), παρά την υψηλή κερδοφορία και την αύξηση των επενδυτικών χορηγήσεων, εν μέρει λόγω της ρευστότητας του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ).
Ένα μεγάλο μέρος της επενδυτικής δραστηριότητας κατευθύνθηκε προς τις κατασκευές. Παράλληλα, παραπάνω από τις μισές Άμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ) κατευθύνθηκαν προς την αγορά κατοικίας και τον κλάδο της εστίασης και της παροχής καταλυμάτων, γεγονός που επιβεβαιώνει ότι δεν βασίστηκε η ανάπτυξη της αγοράς σε παραγωγικές δραστηριότητες αλλά στην διαχείριση της αγοράς ακινήτων.