Άδεια αναψυχής: Τι πρέπει να γνωρίζουν οι εργαζόμενοι για τις διακοπές
Με τις θερμοκρασίες να έχουν χτυπήσει κόκκινο, ο χρόνος μετρά αντίστροφα για τις καλοκαιρινές διακοπές και για τους εξοδούχους του Αυγούστου.
Ο χρόνος χορήγησης άδειας αναψυχής γίνεται εντός διμήνου από την υποβολή τέτοιου αιτήματος από τον εργαζόμενο. Οι μισοί τουλάχιστον εργαζόμενοι μιας επιχείρησης πρέπει να πάρουν την άδειά τους μέσα στο χρονικό διάστημα από τις αρχές Μαΐου μέχρι 30 Σεπτεμβρίου.
Μπορεί να μη δοθεί άδεια σε κάποιον εργαζόμενο;
Σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ, η ετήσια άδεια αναψυχής των εργαζόμενων είναι θεσμοθετημένη και οποιαδήποτε συμφωνία με τον εργοδότη να μη δοθεί είναι άκυρη. Το επίδομα αδείας κατοχυρώθηκε με ακόμη πιο σαφή τρόπο με την εθνική γενική συλλογική σύμβαση εργασίας του έτους 2010. Κατά τη διάρκεια της ετήσιας άδειας απαγορεύεται η απόλυση του εργαζόμενου. Οι τηλεργαζόμενοι τον καιρό της άδειάς τους δικαιούνται να αποσυνδεθούν και να απέχουν πλήρως και να μην απαντούν σε κλήσεις ή ηλεκτρονικά μηνύματα κ.ά.
Με νομοθετική ρύθμιση (άρθρο 61 του Ν. 4808/2021) δίνεται η δυνατότητα μεταφοράς της ετήσιας κανονικής άδειας μέχρι το πρώτο τρίμηνο του επόμενου ημερολογιακού έτους (για την άδεια αναψυχής του 2024 μέχρι το τέλος Μαρτίου 2025). Εάν παρέλθει και δεν έχει δοθεί άδεια τότε ο εργαζόμενος η αξίωση για την άδεια μετατρέπεται σε χρηματική.
Τι προβλέπεται για τους γονείς - εργαζόμενους
Για τους γονείς, φυσικούς ή θετούς, που προστατεύουν παιδιά έως 16 χρόνων ή άνω των 16 με αναπηρία οι εργοδότες υποχρεούνται να λαμβάνουν υπόψη αυτό το ζήτημα για τη χορήγηση των ετήσιων αδειών.
Ο εργαζόμενος δικαιούται αναλογία χρόνου ετήσιας άδειας από την έναρξη της απασχόλησής του σύμφωνα με το εβδομαδιαίο σύστημα εργασίας του (πενθήμερο ή εξαήμερο), χωρίς να απαιτείται να συμπληρώσει συγκεκριμένο διάστημα προϋπηρεσίας στον εργοδότη του.
Κατά το πρώτο ημερολογιακό έτος που προσλήφθηκε ο εργαζόμενος, ο εργοδότης υποχρεούται να του χορηγήσει το αργότερο μέχρι 31 Μαρτίου του επόμενου έτους, αναλογία των ημερών αδείας που δικαιούται από την πρόσληψή του μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του συγκεκριμένου ημερολογιακού έτους, σύμφωνα με τους μήνες απασχόλησής του.
Άδεια δικαιούται κάθε εργαζόμενος - Διαφέρει η αναλογία χρόνου
Κάθε εργαζόμενος με σχέση εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου, δικαιούται από την έναρξη της εργασίας του μέχρι τη συμπλήρωση δωδεκαμήνου να λάβει το ποσοστό της αδείας του. Η αναλογία αυτή υπολογίζεται στη βάση των 20 εργασίμων ημερών ετήσιας άδειας για όσους εργάζονται πενθήμερο και των 24 εργασίμων ημερών για όσους εργάζονται εξαήμερο.
- Εφόσον ο εργαζόμενος συμπληρώσει δωδεκάμηνη εργασία, δικαιούται άδεια 21 ημερών σε περίπτωση πενθήμερης εργασίας και 25 ημερών σε περίπτωση εξαήμερης. Οι μέρες άδειας αλλάζουν ανάλογα με τον χρόνο εργασίας (π.χ. τρίτος χρόνος 22 μέρες, 26 μέρες για εξαήμερη εργασία, δέκατος χρόνος)
- Για το τρίτο και τα επόμενα εργασιακά έτη ο εργαζόμενος δικαιούται από την 1η Ιανουαρίου κάθε έτους την κανονική ετήσια άδειά του με αποδοχές, δηλαδή 22 ημέρες (πενθήμερη εργασία) και 26 ημέρες (εξαήμερη εργασία).
- Μετά τη συμπλήρωση 10 ετών εργασίας στον ίδιο εργοδότη ή προϋπηρεσίας 12 ετών σε οποιοδήποτε εργοδότη ο εργαζόμενος δικαιούται π.χ. άδεια 25 εργασίμων ημερών (πενθήμερη εργασία) και 30 εργασίμων ημερών (εξαήμερη εργασία).
Μετά την συμπλήρωση 25ετούς υπηρεσίας σε οποιοδήποτε εργοδότη οι εργαζόμενοι δικαιούνται μία επιπλέον ημέρα αδείας, δηλαδή 26 ημέρες (πενθήμερη εργασία) και 31 μέρες (εξαήμερη εργασία).
Στις μέρες της άδειας υπολογίζονται μόνο οι εργάσιμες
Στις ημέρες της ετήσιας άδειας υπολογίζονται μόνο οι εργάσιμες ημέρες. Ως εκ τούτου δεν περιλαμβάνονται οι Κυριακές, οι επίσημες αργίες, οι κατ’ έθιμον αργίες, οι ημέρες ασθένειας και οι ειδικές άδειες που προβλέπονται από άλλες διατάξεις εάν συμπέσουν μ’ αυτήν (πχ άδεια γάμου, άδεια γέννησης τέκνου, άδεια μητρότητας).
Επιτρέπεται κατ` εξαίρεση, η κατάτμηση του χρόνου ετήσιας άδειας εντός του ίδιου ημερολογιακού έτους σε δύο περιόδους, εξαιτίας ιδιαίτερα σοβαρής ή επείγουσας ανάγκης της επιχείρησης. Σε κάθε περίπτωση η πρώτη περίοδος της αδείας δεν μπορεί να περιλαμβάνει λιγότερες των έξι εργασίμων ημερών σε εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία και των πέντε εργασίμων ημερών σε πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία ή των δώδεκα εργασίμων ημερών, εφόσον αφορά ανηλίκους που εργάζονται νόμιμα.