Οριστικό τέλος στο τέλος επιτηδεύματος - Το σχέδιο κατάργησης για 300.000 νομικά πρόσωπα
Επιβεβλημένη είναι η σταδιακή κατάργηση του τέλος επιτηδεύματος, που αποτελεί τον τελευταίο, αμιγώς, μνημονιακό φόρο.
Η πλήρης κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος και για τα περίπου 300.000 νομικά πρόσωπα είναι ο επόμενος στόχος του οικονομικού επιτελείου στο πλαίσιο των μέτρων που θέλει να εφαρμόσει πριν τις επόμενες εκλογές στα μέσα του 2027.
Όπως αναφέρει ο Ελεύθερος Τύπος, η σταδιακή κατάργηση του τελευταίου, αμιγώς, μνημονιακού φόρου, είναι επιβεβλημένη αφού εκτός από τους ιδιώτες μη μισθωτούς, επιβαρύνει και τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, οι οποίες συνεχίζουν να είναι φορτωμένες και σήμερα με βάρη, τα οποία αναστέλλουν προσλήψεις που θα μείωναν το ποσοστό ανεργίας.
Ο λογαριασμός και το αντισταθμιστικό
Οι επαφές μεταξύ ΥΠΕΘΟ και Μαξίμου για το επόμενο πακέτο μέτρων φορολογικής ελάφρυνσης περιλαμβάνει, εκτός από το τέλος επιτηδεύματος για τις επιχειρήσεις, και την αλλαγή της φορολογικής κλίμακας για τα μεσαία εισοδήματα, με ένα συνολικό κόστος που φτάνει τα 700 εκατ. ευρώ.
Ένα τέτοιο ποσό προϋποθέτει και μια μόνιμη πηγή χρηματοδότησης για να περάσει και από την Κομισιόν, η οποία θα ελέγχει το τετραετές πλάνο δημοσιονομικής προσαρμογής, μέσω του «κόφτη» της ετήσιας οροφής αύξησης δαπανών.
«Χρηματοδότης» των δύο αυτών μέτρων θα είναι, όπως αναφέρει ο Ελεύθερος Τύπος, τα έσοδα που θα προκύψουν από την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, τα οποία αναμένεται να φτάσουν τα 2,6 δισ. ευρώ το 2026, με βάση τις τελευταίες εκτιμήσεις του ΥΠΕΘΟ. Η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος για τα νομικά πρόσωπα αντιμετωπίζεται θετικά από δύο επιμέρους συνθήκες.
Η πρώτη είναι ότι επειδή τα έσοδα από φοροδιαφυγή είναι αποτέλεσμα δράσης του κράτους-μέλους, δηλαδή της Ελλάδας, η Κομισιόν τα αναγνωρίζει μόνιμα έσοδα. Συνεπώς, μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη χρηματοδότηση μόνιμων μέτρων.
Η δεύτερη θετική συνθήκη είναι ότι, ειδικά για τις επιχειρήσεις, έκθεση της Επιτροπής περιλαμβάνει αρνητικά σχόλια για το συγκεκριμένο τέλος. Συγκεκριμένα, σε έκθεση για την αξιολόγηση της οικονομίας με βάση το ευρωπαϊκό εξάμηνο το 2022, τονίζει μεταξύ άλλων ότι η μη αναλογικότητα του συγκεκριμένου φόρου ενέχει στοιχεία αδικίας, ενώ η εφαρμογή του κρίνεται αντιπαραγωγική και αντιαναπτυξιακή και έτσι μόλις βρεθεί ο κατάλληλος δημοσιονομικός χώρος ο συγκεκριμένος φόρος θα πρέπει να καταργηθεί.