Hellastat: Υποχωρούν τα ταμειακά διαθέσιμα των ελληνικών επιχειρήσεων
Τις συνέπειες της βαθιάς ύφεσης στην ελληνική επιχειρηματικότητα ποσοτικοποιεί σε ανάλυσή της η ελληνική εταιρεία Στατιστικών & Οικονομικών Πληροφοριών (Hellastat ΑΕ)
με την ολοκλήρωση της δημοσίευσης των οικονομικών αποτελεσμάτων των επιχειρήσεων για τη χρήση του 2011.
Μέσα από την επεξεργασία των ισολογισμών 52.000 επιχειρήσεων για τη δεκαετία 2011-2002 προκύπτει, σύμφωνα με τον κ. Πάνο Μιχαλόπουλο, Διευθύνοντα Σύμβουλο της Hellastat, ότι οι βασικοί δείκτες διαχείρισης του κεφαλαίου κίνησης, το διάστημα είσπραξης απαιτήσεων και εξόφλησης προμηθευτών, σταθεροποιούνται το 2011 στις 150 και 178 ημέρες αντίστοιχα. Ωστόσο, το άνοιγμα στο κεφάλαιο κίνησης γίνεται αντιληπτό από την ενίσχυση του δείκτη γενικής ρευστότητας, καθώς απαιτήσεις, αποθέματα και διαθέσιμα είναι μεγαλύτερα κατά 1,55 φορές από τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις (1,47 το 2010, 1,43 το 2008), αποκαλύπτοντας το σημαντικό κενό στη χρηματοδότηση της λειτουργίας των επιχειρήσεων.
Επιπρόσθετα, η πραγματική ρευστότητα των επιχειρήσεων, δηλαδή τα ταμειακά διαθέσιμα, υποχωρεί διαχρονικά, όπως ενδεικτικά δείχνει ο δείκτης διαθεσίμων προς σύνολο ενεργητικού, στα 6,3% το 2011 από 7,2% το 2008 και 9,3% το 2002. Και πάλι, οι μικρές επιχειρήσεις εμφανίζουν σημαντικό μειονέκτημα όσον αφορά τη χρηματοδότηση του κεφαλαίου κίνησης, καθώς τα κυκλοφορούντα στοιχεία είναι κατά 1,74 φορές μεγαλύτερα των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεων, φανερώνοντας τη στήριξη τους σε ίδια κεφάλαια (ο δείκτης ξένων προς ίδια κεφάλαια είναι μόλις 0,44 προς 1, έναντι 0,52 προς 1 το 2010).
Ωστόσο, το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα στις συνθήκες που επικρατούν στην αγορά προκύπτει από το γεγονός ότι οι αθροιστικές πωλήσεις από ένα δείγμα 15.000 επιχειρήσεων κάθε μεγέθους και δραστηριότητας με διαθέσιμα στοιχεία για την περίοδο 2011-2009, υποχώρησαν το 2011 κατά 4,66 δισ. ευρώ έναντι του 2010, ήτοι από 150 δισ. σε 145,4 δισ. (-3,1%), ενώ το σύνολο των απαιτήσεων μειώθηκε κατά 5 δισ. ευρώ, στα 41 δισ. (-10,9%).
Λαμβάνοντας υπόψη ότι το μέσο διάστημα πίστωσης στην οικονομία είναι οι 150 ημέρες, το εύλογο ποσό της μείωσης στις απαιτήσεις λόγω της υποχώρησης του τζίρου τοποθετείται στα 2-2,5 δισ. ευρώ, καθιστώντας φανερή τη βίαιη προσαρμογή των πιστώσεων στην αγορά. Αντίστοιχα, τα υπόλοιπα προς τους προμηθευτές περιορίστηκαν κατά -2,8 δισ. ευρώ, στα 27,6 δισ. ευρώ (-9,2), εξέλιξη επίσης δυσανάλογη της υποχώρησης των πωλήσεων. Σημειώνεται ότι οι μεγάλες αλλαγές στα αθροιστικά μεγέθη δεν επηρεάζονται ουσιωδώς από τις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις και οργανισμούς που συμπεριλαμβάνονται στο δείγμα, και ότι οι μεταβολές αφορούν το ευρύ πλήθος των επιχειρήσεων.