Hellastat: Αυξήθηκαν οι τιμές των γεωργικών προϊόντων
Αναλυτικότερα, οι καλλιεργούμενες εκτάσεις και παραγόμενες ποσότητες αυξήθηκαν, κάτι που είχε θετικό αντίκτυπο στην αξία αγοράς του κλάδου. Στο σύνολο της χώρας, υπολογίζεται ότι το 2011 καλλιεργήθηκαν περίπου 9 εκατ. στρέμματα δημητριακών, ενώ ιδιαίτερα υψηλές ήταν και οι στρεμματικές αποδόσεις.
Ενδεικτικά, η τιμή του σκληρού σίτου έφτασε τα 27 λεπτά το κιλό, του καλαμποκιού τα 24 λεπτά το κιλό, ενώ το βαμβάκι κυμάνθηκε σε ιστορικά υψηλά (52-53 λεπτά) λόγω της ελλειμματικής παγκόσμιας παραγωγής. Ωστόσο, το 2012 οι τιμές κυμαίνονται σε χαμηλότερα επίπεδα με την εφετινή παραγωγή στα σιτηρά να είναι μειωμένη λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών, αλλά και του υψηλού κόστους των εισροών που επιβαρύνουν το γεωργικό εισόδημα.
Σύμφωνα με την Hellastat, η ζήτηση των αγροτικών προϊόντων επηρεάζεται από ένα πλήθος παραμέτρων όπως οι γεωμορφολογικές και κλιματικές συνθήκες της χώρας, το οικονομικό περιβάλλον, η διεθνής προσφορά και ζήτηση, οι τιμές παραγωγού που προσφέρονται τους καλλιεργητές, το κόστος παραγωγής κ.α.
Στη μελέτη αναλύονται οι οικονομικές καταστάσεις 89 επιχειρήσεων. Το δείγμα των εταιρειών καλλιέργειας, επεξεργασίας και χονδρικής εμπορίας αγροτικών προϊόντων το 2011 σημείωσε άνοδο του κύκλου εργασιών του κατά 30%. Η μέση μεταβολή διαμορφώθηκε σε 10% (έναντι +6,8% για την τελευταία τριετία).
Σε αντιδιαστολή, τα συνολικά κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων μειώθηκαν κατά 7%, στα 47,57 εκατ. ευρώ ενώ σημαντική θεωρείται η κάμψη στα κέρδη προ φόρων (-80%, στα 4,21 εκατ. ευρώ). Κερδοφόρες ήταν 6 στις 10 επιχειρήσεις όμως τα ΚΠΦ του 54% αυτών εμφάνισαν κάμψη. Το λειτουργικό περιθώριο υποχώρησε σε 6,6%, ενώ ο αντίστοιχος δείκτης των ΚΠΦ σχηματίστηκε σε μόλις 0,4%.
Η γενική και άμεση ρευστότητα διαμορφώθηκαν σε 1,17 και 0,89 αντίστοιχα. Ο εμπορικός κύκλος διαμορφώθηκε σε ικανοποιητικό επίπεδο (76 ημέρες). Η κεφαλαιακή μόχλευση επιδεινώθηκε ελαφρώς σε 1,7 προς 1, μετά από μια τριετία βελτίωσης. Τα χαμηλά και μειούμενα περιθώρια κερδοφορίας οδήγησαν τη μέση αποδοτικότητα των ιδίων κεφαλαίων (RoE) σε ιδιαίτερα χαμηλό επίπεδο (1,4% το 2011, από 4,1% το προηγούμενο έτος.