Μείωση 10% στην παραγωγή της εξορυκτικής βιομηχανίας
Παράλληλα, ηπιότερη μείωση της παραγωγής εμφανίζουν και οι άλλες εξορυκτικές δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένης της άντλησης αργού πετρελαίου, με συνέπεια να δυσχεραίνεται η επάνοδος του κλάδου σε θετικά οικονομικά αποτελέσματα, μετά τις ζημίες που κατέγραψε το 2012.
Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τα οποία αφορούν το οκτάμηνο Ιανουαρίου - Αυγούστου 2013, στο διάστημα αυτό η συνολική εξορυκτική παραγωγή ήταν μειωμένη κατά 9,7%, σε σύγκριση με την ίδια χρονική περίοδο του 2012, οπότε είχε καταγραφεί αύξησή της κατά 0,2%.
Ο κλάδος των ελληνικών εξορυκτικών βιομηχανιών, όπως εκφράζεται από 29 επιχειρήσεις που είναι αποκλειστικά ή κατά κύριο λόγο εξορυκτικές και έχουν γνωστοποιήσει την οικονομική τους θέση, εμφάνισε το 2012, σε σύγκριση με το 2011, μειωμένα κατά 5% κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (33,3 εκατ. ευρώ σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία), ίσα προς το 12,4% των συνολικών εσόδων του έναντι αντίστοιχου ποσοστού 12,2% το 2011, σε συνθήκες πτώσης των εσόδων (268,5 εκατ. ευρώ) κατά 7% και βελτίωσης του μεικτού περιθωρίου κέρδους (21,2% το 2012, από 19,7% το 2011).
Ο κλάδος κατέγραψε τελικώς αυξημένες σε σύγκριση με το 2011 καθαρές ζημίες (ξεπέρασαν τα 16,4 εκατ. ευρώ, έναντι 13,5 εκατ. ευρώ), κυρίως λόγω της διόγκωσης των αρνητικών αποτελεσμάτων της εταιρείας μεικτών θειούχων μεταλλευμάτων της Χαλκιδικής, που προχωρά στη δημιουργία μεταλλουργίας χρυσού.
Ωστόσο, τα αποτελέσματα αυτά είναι ενδεικτικά, αλλά όχι απολύτως αντιπροσωπευτικά της συνολικής ελληνικής εξορυκτικής βιομηχανίας.
Στις 29 αυτές επιχειρήσεις δεν περιλαμβάνονται ορισμένες μεγάλες εταιρείες που εξορύσσουν ορυκτά αλλά είναι κατά βάση μεταλλουργικές βιομηχανίες ή βιομηχανίες μη μεταλλικών ορυκτών, όπως η εταιρεία σιδηρονικελίου ΛΑΡΚΟ, η εταιρεία βωξίτη, μπεντονίτη, περλίτη και άλλων βιομηχανικών ορυκτών S&B ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΑ ΟΡΥΚΤΑ ΑΕ και βιομηχανικές εταιρείες επεξεργασίας μαρμάρων.
Επίσης, δεν συμμετέχει η ΔΕΗ, η οποία είναι μακράν η μεγαλύτερη ελληνική εξορυκτική βιομηχανία, αφού εξορύσσει για ιδιόχρηση λιγνίτη εμπορικής αξίας 500 εκατ. ευρώ. Συμπεριλαμβανομένων αυτών, διαφοροποιούνται τα μεγέθη, αλλά όχι η συνολική εικόνα του κλάδου