Διέξοδο σε αγορές τρίτων χωρών για την ελληνική βιομηχανία καλωδίων
Η κάμψη της ζήτησης ενεργειακών και τηλεπικοινωνιακών καλωδίων όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη, λόγω της εγχώριας κρίσης και των γενικότερων οικονομικών αβεβαιοτήτων που οδηγούν στη χρονική μετάθεση της υλοποίησης αποφασισμένων έργων υποδομής σε διάφορες χώρες, στρέφει σε αγορές τρίτων χωρών την ελληνική βιομηχανία καλωδίων, η οποία το 2012 κατέγραψε πολλαπλασιασμό των ζημιών της.
«Η έλλειψη ρευστότητας και η γενικότερη αβεβαιότητα επιδρούν ανασταλτικά στις επενδύσεις τόσο στον ενεργειακό όσο και στον κατασκευαστικό κλάδο», στην ελληνική και την ευρύτερη ευρωπαϊκή αγορά, αναφέρει η εταιρεία ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΛΩΔΙΑ ΑΕ, μεγαλύτερη ελληνική βιομηχανία του τομέα, η οποία το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους παρουσίασε μείωση των πωλήσεων κατά 23,5% σε εταιρική βάση και κατά 20,2% σε ενοποιημένη βάση, καθώς και διευρυμένες ζημιές.
Η επιχείρηση εντείνει τις προσπάθειές της να επεκταθεί εξαγωγικά, ακόμη περισσότερο, σε χώρες εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως άλλωστε πράττει και η δεύτερη μεγαλύτερη ελληνική βιομηχανία του τομέα, η ξένων κεφαλαίων NEXANS ΕΛΛΑΣ ΑΒΕ ΚΑΛΩΔΙΑ, η οποία το πρώτο εξάμηνο του 2013 παρουσίασε οριακή κάμψη των πωλήσεων και βελτιωμένα, αλλά και πάλι ζημιογόνα τελικά αποτελέσματα, καθώς στο δεύτερο τρίμηνο του έτους, σε αντίθεση με ό,τι είχε συμβεί το πρώτο τρίμηνο, οι πωλήσεις της μειώθηκαν κατά 23,9%.
Αμφότερες οι επιχειρήσεις στρέφονται με ένταση σε ασιατικές και αφρικανικές αγορές και ειδικότερα σε αγορές της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής, που εμφανίζουν ισχυρή ανάπτυξη και αυξανόμενη ζήτηση ηλεκτρικών, κυρίως, καλωδίων.
Ήδη, από το 2012 οι αυξημένες πωλήσεις σε αυτές τις αγορές (η ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΛΩΔΙΑ ΑΕ κατέγραψε αύξηση 36% και η NEXANS ΕΛΛΑΣ ΑΒΕ πολύ μεγαλύτερη) αντισταθμίζουν μερικώς ή πλήρως τις απώλειες που καταγράφονται σε βασικές αγορές χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ωστόσο, η αναγκαστική αυτή επέκταση υπονομεύεται από το γεγονός ότι το ισχυρό ευρώ μειώνει την ανταγωνιστικότητα των πωλήσεων των ελληνικών επιχειρήσεων σε χώρες με υποτιμημένα τοπικά νομίσματα.
Η εγχώρια αγορά καλωδίων παρουσιάζει φέτος, σύμφωνα με τους επιχειρηματίες του τομέα, σχετική σταθεροποίηση στα ιδιαιτέρως χαμηλά επίπεδα του 2012, με τάσεις μικρής περαιτέρω κάμψης, γεγονός που φέρνει σε δυσχερέστερη θέση τις λιγότερο εξωστρεφείς, μικρότερες εταιρείες του τομέα, ορισμένες από τις οποίες το περασμένο έτος δεν μπόρεσαν να αποφύγουν την καταγραφή υψηλών ζημιών και τη σημαντική επιδείνωση της χρηματοοικονομικής τους κατάστασης.
Η εξασθένηση της ζήτησης καλωδίων στην ελληνική και την ευρύτερη ευρωπαϊκή αγορά το 2013 συνοδεύεται άλλωστε, όπως είναι φυσικό, από ακόμη μεγαλύτερη ένταση του ανταγωνισμού, που ήδη το 2012 οδήγησε σε σμίκρυνση των λειτουργικών περιθωρίων κέρδους. Το αντίξοο οικονομικό περιβάλλον επιβαρύνει εξάλλου η καταγραφόμενη το 2013 πτώση των τιμών του χαλκού και του αλουμινίου, που προκαλεί υποτίμηση της αξίας των αποθεμάτων των επιχειρήσεων.
Συγχρόνως, όμως, συνεχίζεται η προσπάθεια ενδυνάμωσης και διεύρυνσης του παραγωγικού δυναμικού του τομέα, με στόχο την εξασφάλιση της συμμετοχής του σε μεγάλα έργα υποδομής που προγραμματίζονται τόσο στην Ελλάδα όσο και στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή. Οι νέες επενδύσεις που υλοποιήθηκαν το πρώτο εξάμηνο του 2013 από την εταιρεία FULGOR ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΕ του ομίλου ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΛΩΔΙΑ, με σκοπό να εισέλθει δυναμικά στην αγορά των υποβρυχίων καλωδίων υψηλής τάσης, ήταν της τάξεως των 10 εκατ. ευρώ.
Ο τομέας των ελληνικών εταιρειών παραγωγής καλωδίων, που αποτελείται από εννέα βιομηχανικές και βιοτεχνικές επιχειρήσεις, εμφάνισε το 2012, σε σύγκριση με το 2011, μειωμένα κατά 57% κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (7,8 εκατ. ευρώ), ίσα προς το 1,1% των συνολικών εσόδων του (3,6% το 2011), σε συνθήκες διψήφιας ποσοστιαίας αύξησης των εσόδων του και παράλληλης συρρίκνωσης του μεικτού περιθωρίου κέρδους του κατά 2,9 εκατοστιαίες μονάδες (2,3% το 2012, από 5,2% το 2011).
Ο τομέας κατέγραψε τελικώς ζημίες ίσες προς το 2,8% των εσόδων του, πολλαπλάσιες εκείνων που είχαν καταγραφεί το 2011.
Τα συνολικά έσοδα των εννέα εταιρειών του κλάδου, μεγάλου, μεσαίου και μικρού μεγέθους, ανήλθαν το 2012 σε 685,2 εκατ. ευρώ και εμφανίζονται αυξημένα κατά 181,4 εκατ. ευρώ (+36%). Εξαιρουμένης μιας εταιρείας, τα αποτελέσματα της οποίας έχουν ενσωματωθεί σε μεγάλο βαθμό σε αυτά της μητρικής της εταιρείας, η αύξηση των πωλήσεων είναι 11% (+54,7 εκατ. ευρώ) και εξηγείται από την επανέναρξη της κανονικής λειτουργίας της βιομηχανίας FULGOR ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΑΕ, τη συνακόλουθη διεύρυνση των πωλήσεων της μητρικής της εταιρείας ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΚΑΛΩΔΙΑ ΑΕ και τη θεαματική αύξηση πωλήσεων της εταιρείας NEXANS ΕΛΛΑΣ ΑΒΕ, λόγω πολλαπλασιασμού των εξαγωγών της σε αγορές τρίτων χωρών.
Οι εννέα αυτές επιχειρήσεις, μία εκ των οποίων, όπως προαναφέρθηκε, είναι θυγατρική άλλης, στις 31.12.2012 διέθεταν συνολικά πάγια και κυκλοφορούντα περιουσιακά στοιχεία της τάξεως των 515 εκατ. ευρώ και κατέγραψαν:
- Μεικτά κέρδη 16 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 39% (-10,4 εκατ. ευρώ).
- Κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA), ύψους 7,8 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 57% σε ποσοστό και κατά 10,5 εκατ. ευρώ σε αξία (κέρδη 18,3 εκατ. ευρώ περίπου το 2011).
- Ζημιές προ φόρων και τόκων (EBIT) 4,1 εκατ. ευρώ, που συνιστούν επιδείνωση κατά 8,7 εκατ. ευρώ σε αξία και είναι ίσες προς το -0,6% των πωλήσεων, έναντι αντίστοιχου ποσοστού +0,9% το 2011 (κέρδη 4,6 εκατ. ευρώ περίπου το 2011).
- Ζημιές προ φόρων 21,4 εκατ. ευρώ περίπου, που ισοδυναμούν με επιδείνωση κατά 15,9 εκατ. ευρώ (ζημιές 5,5 εκατ. ευρώ το 2011) και είναι ίσες προς το -3,1% των πωλήσεων, έναντι αντίστοιχου ποσοστού -1,1% το 2011.
- Καθαρές ζημιές, μετά την πρόβλεψη για (θετικούς, λόγω αναβαλλόμενης φορολογίας) φόρους, ύψους 19 εκατ. ευρώ, που ισοδυναμούν με επιδείνωση κατά 14,7 εκατ. ευρώ (καθαρές ζημιές 4,3 εκατ. ευρώ το 2011) και είναι ίσες προς το -2,8% των πωλήσεων, έναντι αντίστοιχου ποσοστού -0,9% το 2011.
Αυτά προκύπτουν από την επεξεργασία των ισολογισμών τους, σύμφωνα με στοιχεία που αντλήθηκαν από το ΓΕΜΗ, το www.inr.gr, την Icap Group και τους διαδικτυακούς ιστότοπους των εν λόγω επιχειρήσεων, ορισμένες από τις οποίες οφείλουν μέρος του κύκλου εργασιών τους στην παραγωγή ή εμπορία και άλλων, συναφών προϊόντων.