Κ.Μίχαλος: Κίνδυνος διακοπής των κοινοτικών πόρων για τις επιχειρήσεις
Οι αλλαγές που προτείνει η Κομισιόν για τις «χρηματοδοτικές ενισχύσεις ήσσονος σημασίας», θα καταστήσουν αδύνατη τη συμμετοχή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε ανάλογα προγράμματα στο μέλλον, προειδοποιεί ο επικεφαλής της ΚΕΕΕ και του ΕΒΕΑ Κωνσταντίνος Μίχαλος, μιλώνταςστην εκδήλωση του Κέντρου Ερευνών Προοδευτικής Πολιτικής με θέμα: «Κρίση στην Ευρωζώνη και πολιτικές για την ανάπτυξη της Νότιας Ευρώπης».
Όπως σημείωσε ο κ. Μίχαλος, εκτός από τη δυσκολία στο επιχειρηματικό περιβάλλον της χώρας μας να καλύψουν το δικό τους μέρος της συγχρηματοδότησης, σε μεγάλο βαθμό ευθύνεται και η «υπερβολικά συντηρητική στάση» που τηρεί η ΕΤΕπ, απαιτώντας για την παροχή ρευστότητας ενέχυρα τα οποία είναι πρακτικά αδύνατον να εξασφαλιστούν.
Τις ημέρες αυτές διεξάγεται στις Βρυξέλλες μια διαπραγμάτευση μεταξύ των κρατών - μελών της ΕΕ και της Κομισιόν, για την εφαρμογή των άρθρων 107 και 108 της Συνθήκης της ΕΕ, στις χρηματοδοτικές ενισχύσεις ήσσονος σημασίας.
Σε αυτές τις ενισχύσεις, είπε ο κ. Μίχαλος, συμπεριλαμβάνονται και τα προγράμματα δανειοδότησης και εγγύησης δανείων από το Ελληνικό Δημόσιο προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις, μέσω ευρωπαϊκών φορέων, όπως η ΕΤΕπ, το Ευρωπαϊκό Ταμείο Επενδύσεων κ.τλ.
Οι αλλαγές που προτείνει η Κομισιόν, τόνισε ο κ. Μίχαλος, περιλαμβάνουν νέους ορισμούς και προϋποθέσεις που, αν υιοθετηθούν, θα επιφέρουν καταστροφικές συνέπειες για τις επιχειρήσεις της Ελλάδας, αλλά και ευρύτερα του ευρωπαϊκού Νότου. Στην ουσία, σημείωσε, οι αλλαγές αυτές θα καταστήσουν αδύνατη τη συμμετοχή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε ανάλογα προγράμματα στο μέλλον, καταργώντας πρακτικά το εργαλείο των επιχειρηματικών ενισχύσεων από την ΕΕ.
Σύμφωνα με τον νέο ορισμό που προτείνει η Κομισιόν ως προς την «ενιαία επιχείρηση», δηλαδή την επιχείρηση που μπορεί να δανειοδοτηθεί, οποιοσδήποτε όμιλος επιχειρήσεων θα αντιμετωπίζεται ως ενιαίο σύνολο. Αυτό σημαίνει ότι, εφόσον μια επιχείρηση - μέλος ομίλου δανειοδοτηθεί, καμία εκ των υπολοίπων δεν μπορεί να κάνει το ίδιο για τρία χρόνια, ασχέτως αν έχει διαφορετικό Διοικητικό Συμβούλιο ή μετοχική σύνθεση.
Επίσης, προτείνονται επιπρόσθετες προϋποθέσεις ορισμού μίας επιχείρησης ως «προβληματικής» -και συνεπώς μη χρηματοδοτούμενης- οι οποίες θέτουν εκτός δανεισμού, σχεδόν το σύνολο των ελληνικών επιχειρήσεων, και όχι μόνο τις μικρομεσαίες.
Για παράδειγμα, ως προβληματική θεωρείται επιχείρηση η οποία έχει δείκτη χρέους προς ίδια κεφάλαια υψηλότερο του 7,5, κέρδη προ φόρων προς δείκτη κάλυψης χρηματοοικονομικών υποχρεώσεων, κάτω του 1,0 τα τελευταία δύο έτη και διαβάθμιση από τουλάχιστον έναν οργανισμό αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, εγγεγραμμένο στην ΕΕ, ισοδύναμη με CCC+ ή χαμηλότερη.
Σημειώνεται ότι ως προβληματική θα χαρακτηρίζεται επιχείρηση που εμφανίζει έστω και ένα από αυτά τα στοιχεία, και όχι το σύνολο τους.