WSJ: Η Ελλάδα πλησιέστερα στην ανάσταση των αγορών ομολόγων
Στο δημοσίευμα, που αφορά σχόλιο του Μπέν Έντουαρντς στη στήλη MoneyBeat, επισημαίνεται ότι δύο χρόνια πριν η Ελλάδα αναγκάστηκε να προχωρήσει σε αναδιάρθρωση του χρέους της για να αποφύγει την χρεοκοπία. Σήμερα, όμως, είναι έτοιμη να επιστρέψει στις αγορές ομολόγων, γεγονός που επιβεβαίωσε και ο Υπουργός Οικονομικών Γ. Στουρνάρας μιλώντας για έκδοση του πρώτου μακροπρόθεσμου ομολόγου μέχρι τον Ιούνιο. Μερικοί αναλυτές, ωστόσο, θέλουν αυτή τη συμφωνία να πραγματοποιείται νωρίτερα, όπως οι στρατηγικοί αναλυτές της Commerzbank's.
Αναφερόμενοι στην πιθανή αναβάθμιση της χώρας μας από τον οίκο αξιολόγησης Moody's που αναμενόταν (αλλά αναβλήθηκε) την Παρασκευή, οι τελευταίοι επισημαίνουν ότι το παραπάνω ενδεχόμενο «θα ήταν αυτό που χρειαζόταν ώστε η Ελλάδα να εισέλθει στην πρωτογενή αγορά τις επόμενες βδομάδες, πιθανότατα και μέσα στην ερχόμενη βδομάδα». Οποιαδήποτε συμφωνία θα υπογράμμιζε τη λεγόμενη «αξιοσημείωτη αναστροφή της ελληνικής οικονομίας», μιας οικονομίας για την οποία πολλοί μοιρολάτρες προέβλεπαν ότι θα εξερχόταν της ευρωζώνης καθώς αγωνιζόταν σκληρά να ανταπεξέλθει του υπέρογκου χρέους της (καταγράφοντας το υψηλότερο ποσοστό εντός ζώνης του ευρώ περί τα τέλη του 2013, ήτοι 175.6% του ΑΕΠ).
Παρόλα αυτά, η σχεδιαζόμενη πώληση ομολόγου πιθανότατα θα είναι καλοδεχούμενη, σχολιάζει ο Έντουαρντς, μετά τις τελευταίες χαμηλές αποδόσεις του δεκαετούς ομολόγου που καταγράφηκαν την προηγούμενη βδομάδα, ως οι χαμηλότερες από το 2010. «Δεν θεωρούμε ότι είναι πρόωρη και βιαστική μια επιστροφή της χώρας στις αγορές, καθώς αναμένεται ότι η έκδοση ομολόγου, στη σωστή τιμή και υπό λογικές παραχωρήσεις, θα πάει καλά», επεσήμαναν στους πελάτες τους οι αναλυτές της Morgan Stanley την Πέμπτη, με τις αποδόσεις του επικείμενου πενταετούς ομολόγου να προβλέπονται στο 5.3% περίπου (ή 4.2%, για μια συμφωνία τριών χρόνων).
Από την άλλη, ο διαχειριστής κεφαλαίων Μάρτιν Χάρβεϊ, της βρετανικής Threadneedle Investments επισημαίνει ότι «είναι πολύ δύσκολο να επιχειρηματολογήσει κανείς περί βιωσιμότητας των επιπέδων του ελληνικού χρέους, ωστόσο το μεγαλύτερο μέρος του χρέους οφείλεται σε πηγές με μακρές ημερομηνίες λήξης και αξιοσημείωτες περιόδους πληρωμής. Επομένως, η έκδοση ενός βραχυπρόθεσμου ομολόγου θεωρείται, εύλογα, μια καλή επένδυση, ωστόσο πρέπει να μη ξεχνάμε και το τι συμβαίνει με τα μακροπρόθεσμα».
Διαβάστε επίσης: