Με «Ομόλογα Έργου» η χρηματοδότηση έργων υποδομών 24 δισ. έως το 2025

Την αυξανόμενη βαρύτητα που αποκτά παγκοσμίως η συμπληρωματική χρηματοδότηση έργων, όπως τα «Ομόλογα Έργου», και τις προϋποθέσεις για τη δημιουργία μιας αποτελεσματικής αγοράς που θα χρηματοδοτήσει τα κυριοτέρα έργα υποδομής, επισημαίνει σε έκθεση της η PwC, υπολογίζοντας πως στην Ελλάδα απαιτούνται 24 δισ. ευρώ περίπου έως το 2025.

Σύμφωνα με νέα έκθεση της PwC «Capital Markets: The Rise of Non-Bank Infrastructure Project Finance» η ανάγκη χρηματοδότησης νέων υποδομών είναι πολύ αυξημένη και στην Ελλάδα, ιδίως μετά από τη σημαντική επιβράδυνση, της τάξης του 50%, στα ετησίως επενδυόμενα σε υποδομές κεφάλαια, η οποία σημειώθηκε από το 2008 και έπειτα, ως συνεπεία της οικονομικής κρίσης.

Η έκθεση της PwC καταδεικνύει την αδυναμία χρηματοδότησης από παραδοσιακές πηγές της παγκοσμίως ταχέως αυξανόμενης ανάγκης επενδύσεων σε έργα υποδομής η οποία, σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ, αναμένεται να ανέλθει σε τουλάχιστον 3 τρισ. δολ. ετησίως έως το 2030.

Η αυξημένη σημασία των επενδύσεων σε έργα υποδομής στην παρούσα οικονομική συγκυρία, τονίστηκε από την PwC στη συνέντευξη τύπου, καθώς μπορεί να αποτελέσει κινητήριο μοχλό για την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης και να δημιουργήσει πολλές νέες θέσεις εργασίας.

Σύμφωνα με την PwC, oι επενδύσεις στα έργα υποδομών έχουν σημαντικό οικονομικό πολλαπλασιαστή της τάξης του 2x, αυξάνοντας άμεσα τη ζήτηση και σε άλλους τομείς οικονομικής δραστηριότητας και, στη συνέχεια, σε ολόκληρη την ελληνική οικονομία.

Τη στιγμή που ένα σημαντικό ύψος χρηματοδότησης έργων υποδομής είναι απαραίτητο για να κινήσει την ελληνική οικονομία, ο κρατικός προϋπολογισμός και τα διαρθρωτικά ταμεία που παραδοσιακά αποτελούσαν την κύρια πηγή χρηματοδότησης δεν είναι σε θέση να χρηματοδοτήσουν το σύνολο των προγραμματισμένων έργων. Κατά συνέπεια, ο ρόλος των ιδιωτικών κεφαλαίων καθίσταται ιδιαίτερα σημαντικός για την υλοποίηση του προγράμματος.

Παράλληλα, τα εγχώρια και διεθνή χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αντιμετωπίζουν σημαντικές πιέσεις ρευστότητας και κεφαλαιακής επάρκειας, ενώ οι θεσμικές αλλαγές που επιβάλει η Βασιλεία ΙΙΙ αποθαρρύνουν τη μακροχρόνια δανειακή χρηματοδότηση. Ως αποτέλεσμα, πολλά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα μειώνουν με σταθερό ρυθμό την έκθεσή τους στη μακροχρόνια χρηματοδότηση έργων, με το χρηματοδοτικό κοινό να καλύπτεται από την αυξημένη συμμετοχή της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.

Σύμφωνα με την PwC, oι παρούσες συνθήκες αποτελούν μια σημαντική ευκαιρία για περαιτέρω αξιοποίηση της άμεσης χρηματοδότησης έργων από θεσμικούς επενδυτές, όπως τα συνταξιοδοτικά ταμεία και οι ασφαλιστικές εταιρείες, μέσω νέων εργαλείων που εφαρμόζονται ήδη με επιτυχία σε ανεπτυγμένες και αναπτυσσόμενες αγορές, όπως τα Ομόλογα Έργου και ο μη-τραπεζικός δανεισμός.

Παγκόσμιο επίπεδο

Όπως ανέφερε ο David McGray, Infrastructure Director της PwC Αγγλίας, η χρηματοδότηση έργων μέσω έκδοσης Ομολόγων Έργου κερδίζει σημαντικό έδαφος σε παγκόσμιο επίπεδο ως συμπληρωματική στα παραδοσιακά χρηματοδοτικά εργαλεία. Βοηθά στη γεφύρωση προσφοράς-ζήτησης για τη χρηματοδότηση έργων υποδομής, η οποία είναι αναγκαία για τη μελλοντική οικονομική ανάπτυξη τόσο των αναπτυσσόμενων όσο και των ανεπτυγμένων οικονομιών. Σύμφωνα με στοιχεία του IJ Global, το 1ο εξάμηνο του 2014 αντλήθηκαν παγκοσμίως 14 δισ. δολ. κεφάλαια από την έκδοση Ομολόγων Έργου - αύξηση 600% σε σχέση με το 1ο εξάμηνο του 2009.

Τα Ομόλογα Έργου, μπορούν να αποτελέσουν ελκυστικό επενδυτικό εργαλείο για πολλές κατηγορίες επενδυτών, συμπεριλαμβανομένων των ασφαλιστικών ταμείων, των ιδιωτικών ασφαλιστικών εταιρειών, των εξειδικευμένων επενδυτικών κεφαλαίων, των μεγάλων ιδιωτών επενδυτών αλλά και των μικροεπενδυτών. Οι μικροεπενδυτές αναζητούν υψηλότερες αποδόσεις σε σύγκριση με τα κρατικά ομόλογα υψηλής πιστοληπτικής αξιολόγησης -η απόδοση των οποίων βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα- σε συνδυασμό με την ασφάλεια που παρέχει η υψηλή σχετικά προβλεψιμότητα των μελλοντικών χρηματορροών των χρηματοδοτούμενων έργων.

Η χρήση εξειδικευμένων μηχανισμών και εργαλείων ενίσχυσης της πιστοληπτικής αξιολόγησης των Ομολόγων Έργου στα επίπεδα που είναι αποδεκτά από το επενδυτικό κοινό, μπορεί να είναι απαραίτητη έτσι ώστε η επένδυση να γίνει ελκυστικότερη στους πιο συντηρητικούς επενδυτές όπως τα ασφαλιστικά ταμεία.

Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, μέσω της πρωτοβουλίας «Europe 2020 Project Bond Initiative» διαθέτει ένα σχετικό μηχανισμό ενίσχυσης ομολόγων έργου (PBCE), μέσω χορήγησης διαθεσίμων γραμμών χρηματοδότησης, τα οποία αντλούνται σε περίπτωση που οι χρηματορροές του έργου δεν επαρκούν για την εξυπηρέτηση του πρωτεύοντος δανεισμού.

Θεμελιώδεις προϋποθέσεις

Η PwC επισημαίνει τέσσερεις ουσιώδεις προϋποθέσεις για τη δημιουργία μιας αποτελεσματικής αγοράς Ομολόγων Έργου:

1. Επαρκής εποπτεία και διαφάνεια επί των οικονομικών στοιχείων

Η λειτουργικότητα της αγοράς Ομολόγων Έργου, προϋποθέτει την ύπαρξη σημαντικών εργαλείων ενημέρωσης των επενδυτών, καθώς και τη θέσπιση επαρκών κανόνων εποπτείας και διαφάνειας, σε παρόμοιο βαθμό με τις υποχρεώσεις που έχουν επιβληθεί στις εισηγμένες εταιρείες. Η εισαγωγή προς διαπραγμάτευση των Ομολόγων Έργου σε μια οργανωμένη χρηματιστηριακή αγορά, θα υποχρεώσει τους διαχειριστές του έργου σε αυστηρούς και καθορισμένους κανόνες εποπτείας και διαφάνειας, παρέχοντας αυξημένη ασφάλεια στους επενδυτές και ενημέρωση ως προς τα οικονομικά στοιχεία του έργου.

2. Επαρκής διαθεσιμότητα κεφαλαίων εκτός του παραδοσιακού τραπεζικού συστήματος

Βασική προϋπόθεση είναι η ύπαρξη μιας σταθερής και καλά δομημένης δημόσιας και ιδιωτικής ασφαλιστικής αγοράς, διοικούμενης από επαγγελματίες διαχειριστές κεφαλαίων, οι οποίοι πρέπει να έχουν τόσο ευελιξία διασποράς των διαχειριζομένων κεφαλαίων σε ένα ευρύ φάσμα υψηλά αξιολογούμενων επενδυτικών εργαλείων, πέρα από τα κρατικά ομόλογα αξιολόγησης ΑΑΑ, όσο και τη διάθεση να αναλάβουν ένα αυξημένο, αλλά σε κάθε περίπτωση καλά προσδιορισμένο ρίσκο το οποίο σχετίζεται με την κατασκευή και λειτουργία του έργου.

Τα ελληνικά Ομόλογα Έργου που θα εκδοθούν στο μέλλον, μπορούν να αποτελέσουν ελκυστικά επενδυτικά εργαλεία για τα διεθνή ασφαλιστικά ταμεία και εξειδικευμένα επενδυτικά κεφάλαια, τα οποία στο πρόσφατο παρελθόν επέδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα ελληνικής έκδοσης εταιρικά ομόλογα. Την ίδια στιγμή, σημαντική πηγή κεφαλαίων μπορούν να αποτελέσουν οι ελληνικές ασφαλιστικές εταιρείες, τα αμοιβαία κεφάλαια, καθώς και οι εταιρείες διαχείρισης επενδύσεων οι οποίες έχουν, σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, σύνολο ενεργητικού της τάξης των 24 δισ. ευρώ που ενδέχεται να αυξηθεί περεταίρω εξαιτίας των προωθούμενων ασφαλιστικών μεταρρυθμίσεων.

Η εισαγωγή προς διαπραγμάτευση των Ομολόγων Έργου σε ένα οργανωμένο χρηματιστηριακό περιβάλλον, θα αυξήσει τη ρευστότητα των ομολόγων και τη δυνατότητα εξόδου από την επένδυση, δρώντας κατευναστικά στο κόστος χρηματοδότησης του έργου, και ανοίγοντας το δρόμο για τη συμμετοχή των μικροεπενδυτών.

3. Ύπαρξη ενός σταθερού και καλά καθορισμένου φορολογικού συστήματος

Η ύπαρξη ενός σταθερού και καλά καθορισμένου φορολογικού συστήματος έχει ουσιώδη σημασία, καθώς παρέχει στους επενδυτές την απαραίτητη ασφάλεια, έτσι ώστε να προχωρήσουν σε μια μακροχρόνια δέσμευση κεφαλαίων.

Το φορολογικό σύστημα δεν πρέπει να διαφοροποιεί το δανεισμό μέσω έκδοσης ομολόγων από τις υπόλοιπες μορφές χορήγησης δανειακών κεφαλαίων, ενώ επιπλέον φορολογικά κίνητρα μπορεί να δοθούν για τη χρηματοδότηση έργων υποδομής σε κατασκευαστικό στάδιο.

4. Ενίσχυση πιστοληπτικής αξιολόγησης

Η ενίσχυση της πιστοληπτικής αξιολόγησης των Ομολόγων Έργου, με την αξιοποίηση των σχετικών μηχανισμών, έχει ιδιαίτερη σημασία στην προοπτική έκδοσης των ελληνικών Ομολόγων Έργου. Αυτό γιατί αναβαθμίζει τη χαμηλή πιστοληπτική βαθμολόγηση της Ελλάδας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης (rating agencies).

Πηγή: ΗΜΕΡΗΣΙΑ

Διαβάστε επίσης

ΚΕ.Π.ΚΑ: Να παραταθεί η απαγόρευση των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας