Φάιμαν: Η Ευρώπη δεν επιτρέπεται μόνο να σώζει τράπεζες
Η Ευρώπη δεν επιτρέπεται να σώζει μόνον τράπεζες αλλά πρέπει να δείχνει πως ενδιαφέρεται για τους πολίτες της, ώστε αυτοί να αισθανθούν ότι οι πολιτικοί της καταβάλουν προσπάθειες για οικονομική ανάπτυξη και για απασχόληση, τόνισε ο Αυστριακός καγκελάριος Βέρνερ Φάιμαν έπειτα από τις συνομιλίες που είχε στη Βιέννη με τον Ιταλό πρωθυπουργό Ματέο Ρέντσι, προσθέτοντας πως θα πρέπει να εγκαταλειφθεί η πολιτική αμιγούς λιτότητας στην Ευρώπη και να προωθηθούν οι επενδύσεις στην απασχόληση.
Στη συνάντησή τους, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής της αποκαλούμενης Κεντροευρωπαϊκής Πρωτοβουλίας —του φόρουμ συνεργασίας 18 χωρών της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης στο οποίο η Αυστρία ασκεί το 2014 την προεδρία— οι δύο πολιτικοί συμφώνησαν ότι για να εξέλθει η Ευρώπη από την κρίση και για τη δημιουργία απασχόλησης, πρέπει να γίνουν πολύ περισσότερα για την εκπαίδευση, να ενεργοποιηθούν επενδύσεις στις υποδομές και να υπάρξει μια δυναμική πολιτική στην αγορά εργασίας.
Όπως σημείωσαν οι ίδιοι, αναμένουν πως το πακέτο επενδύσεων ύψους 300 δισεκατομμυρίων ευρώ, που πρόκειται να παρουσιάσει αύριο Τετάρτη ο νέος πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, θα αποτελέσει κίνητρο για ανάπτυξη και δημιουργία θέσεων εργασίας και πως αυτό το πακέτο δεν επιτρέπεται να μικρύνει.
Στην κεντρική ομιλία του στη Σύνοδο Κορυφής στη Βιέννη, ο κ. Φάιμαν τόνισε τη σημαντική συμβολή της Κεντροευρωπαϊκής Πρωτοβουλίας για περισσότερη δημοκρατία και περισσότερο κράτος δικαίου, καθιστώντας δυνατή, όπως σημείωσε, και τη λύση προβλημάτων σε περιφερειακό επίπεδο.
Η ίδια έχει θέσει ως στόχους της την εμβάθυνση της συνεργασίας και των ανταλλαγών στους τομείς έρευνας, συγκοινωνιών, περιβάλλοντος, ενέργειας και πολιτισμού, όπως επίσης την προώθηση της προσέγγισης των εκτός ΕΕ χωρών-μελών της με την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και την προώθηση κοινών προγραμμάτων, πρόσθεσε ο Αυστριακός καγκελάριος.
Η φετινή αυστριακή προεδρία συμπίπτει με την 25 η επέτειο ίδρυσης της Κεντροευρωπαϊκής Πρωτοβουλίας, στις 11 Νοεμβρίου 1989, στη Βουδαπέστη, μόλις δύο ημέρες μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, με την Αυστρία και τον τότε υπουργό της των Εξωτερικών, 'Άλοϊς Μοκ, να έχουν παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στην ίδρυση της.
Αυτό το περιφερειακό «φόρουμ» των τότε τεσσάρων κεντροευρωπαϊκών χωρών σηματοδοτούσε την θέληση για συνεργασία ανάμεσα σε Αυστρία, Ουγγαρία, Ιταλία και την τότε ενιαία Γιουγκοσλαβία, σε μια εποχή που μόλις άρχιζαν οι κοσμογονικές αλλαγές στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη.
Από την ίδρυση της μέχρι σήμερα, έντονη υπήρξε η αλλαγή στην Κεντροευρωπαϊκή Πρωτοβουλία, που συνεχίζει ωστόσο να παίζει έναν σημαντικό ρόλο ως η μεγαλύτερη περιφερειακή σύμπραξη χωρών, για παράδειγμα στην προσέγγιση με την ΕΕ των γειτονικών της χωρών που δεν ανήκουν σε αυτή.
Στα 25 χρόνια από την ίδρυσή της, η Κεντροευρωπαϊκή Πρωτοβουλία έχει προσαρμοστεί στις γεωπολιτικές εξελίξεις τόσο από άποψη δομών όσο και περιεχομένων του έργου της, με τα τέσσερα ιδρυτικά μέλη της το 1989 να έχουν υπερτετραπλασιαστεί και να ανέρχονται σήμερα σε δεκαοκτώ (Αλβανία, Αυστρία, Βοσνία-Ερζεγοβίνη, Βουλγαρία, Ιταλία, Κροατία, Λευκορωσία, Μαυροβούνιο, Μολδαβία, Ουγγαρία, Ουκρανία, ΠΓΔΜ, Πολωνία, Ρουμανία, Σερβία, Σλοβακία, Σλοβενία και Τσεχία).
Από αυτές τις 18 χώρες —οι οποίες καλύπτουν μία συνολική έκταση 2,4 εκατομμυρίων τετραγωνικών χιλιομέτρων κι έχουν συνολικό πληθυσμό 240 εκατομμύρια κατοίκους—, οι δέκα ανήκουν ήδη στην ΕΕ και οι άλλες οκτώ είναι είτε υποψήφιες προς ένταξη χώρες, ή αναμένουν στο μέλλον την έναρξη της διαδικασίας ένταξής τους. Ένας από τους στόχους της Κεντροευρωπαϊκής Πρωτοβουλίας να είναι και η προσαρμογή των εκτός ΕΕ χωρών της, στο ευρωπαϊκό κεκτημένο, για παράδειγμα, μέσα από συγκεκριμένη χρηματοδότηση προγραμμάτων προσανατολισμένων στις απαιτήσεις του μέλλοντος ή μέσα από τη μεταφορά τεχνογνωσίας.