«Όχι» στην οριζόντια μείωση των εισφορών προς τον ΟΑΕΕ
Για το ζήτημα αυτό, ο αρμόδιος υφυπουργός Αντώνης Μπέζας απάντησε σε επίκαιρη ερώτηση του βουλευτή της ΝΔ Κώστα Μαρκόπουλου και ξεκαθάρισε ότι «οριζόντια μείωση των ασφαλιστικών εισφορών στον ΟΑΕΕ, με ανάλογο αντίκρισμα στα συνταξιοδοτικά οφέλη μετά από χρόνια, δεν μπορεί να γίνει και αυτό γιατί θα προκαλούσε δυσμενή οικονομικά αποτελέσματα στη ρευστότητα του ΟΑΕΕ και γενικά στη λειτουργία του», είπε ο κ. Μπέζας καλώντας όσους διατυπώνουν την πρόταση αυτή «να μην λησμονούν ότι με τις τρέχουσες εισφορές, τις εισφορές που πληρώνουν οι ασφαλισμένοι σήμερα (28/11/2014), πληρώνονται οι συντάξεις των συνταξιούχων. Άρα μια πολύ μεγάλη μείωση, οριζόντια μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, μπορεί να δημιουργήσει μεγάλο πρόβλημα ρευστότητας και ταμειακής ισορροπίας στον ΟΑΕΕ για να καλυφθούν οι συντάξεις που σήμερα δίνονται».
Άλλωστε, όπως έσπευσε να υπογραμμίσει ο υφυπουργός Εργασίας, μόλις χθες ενσωματώθηκε σε νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας, η τροπολογία που παρατείνει για δύο χρόνια -ήταν έως 31.12.2014 και έγινε έως 31.12.2016- τη δυνατότητα οι ασφαλισμένοι να μπορούν με αίτησή τους να επιλέξουν την κατάταξή τους στην κατώτερη ή στην αμέσως κατώτερη ασφαλιστική κατηγορία του κλάδου σύνταξης του ΟΑΕΕ. «'Αρα οι ασφαλισμένοι μέχρι το τέλος του 2016 έχουν δικαίωμα επιλογής στην κατώτερη ή στην αμέσως κατώτερη κατηγορία και αυτό πρακτικά σημαίνει μια έμμεση μείωση των ασφαλιστικών εισφορών» είπε ο κ. Μπέζας, εκτιμώντας ότι και αυτή η διάταξη θα αποδειχθεί μια σημαντική παρέμβαση προς όφελος των ασφαλισμένων του ΟΑΕΕ.
Σημειώνεται ότι η εισφορά του κλάδου κύριας σύνταξης υπολογίζεται σε μια από τις 14 ασφαλιστικές κατηγορίες του ΟΑΕΕ και οι δέκα είναι υποχρεωτικές ενώ οι τέσσερις επόμενες προαιρετικές. Σύμφωνα με το νόμο οι ασφαλιστικές κατηγορίες αναπροσαρμόζονται με απόφαση του υπουργού Εργασίας μετά από πρόταση του ΔΣ του ΟΑΕΕ. Στον συγκεκριμένο Οργανισμό οι ασφαλιστικές κατηγορίες παραμένουν σταθερές από το 2009 και το ΔΣ του ΟΑΕΕ έχει αποφασίσει να παραμείνουν στα ίδια επίπεδα μέχρι το τέλος του 2015.
Ο κ. Μπέζας απέκλεισε και κάθε ενδεχόμενο για πάγωμα και κεφαλαιοποίηση των παλαιών ασφαλιστικών οφειλών και αυτό επικαλούμενος την «πολύ γενναία ρύθμιση των 72 και των 100 δόσεων» που θα ευνοήσει ιδιαίτερα τους ασφαλισμένους του ΟΑΕΕ οι οποίοι είναι και αυτοί που επλήγησαν περισσότερο από την οικονομική κρίση.
Είναι ενδεικτικά τα στοιχεία που παρουσίασε ο υφυπουργός και αφορούν στον ΟΑΕΕ και τις επιπτώσεις της κρίσης.
Από την επεξεργασία των στοιχείων του ΟΑΕΕ φαίνεται, δηλαδή, ότι από τους ενεργούς ασφαλισμένους, την περίοδο της κρίσης, ποσοστό 70% του συνόλου της οφειλής έχει δημιουργηθεί από το 2009 και μετά, σε αντίθεση με άλλα ταμεία που η πλειοψηφία των οφειλών ήταν πριν το 2009.
Στο σύνολο δε των οφειλών, το 65% αυτών που είναι ανενεργοί ασφαλισμένοι, η οφειλή έχει δημιουργηθεί μετά το 2009, «δηλαδή, η μεγάλη αύξηση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του ΟΑΕΕ συντελέστηκε στα χρόνια της κρίσης».
Ο υφυπουργός Εργασίας αναφερόμενος στα οφέλη της ρύθμισης κυρίως για εκείνους που δεν έχουν μεγάλες οφειλές, είπε ότι κύρια οφειλή έως 15.000 ευρώ στον ΟΑΕΕ έχουν 208.302 ενεργοί οφειλέτες, δηλαδή ποσοστό 55%. Για τους εν διακοπή οφειλέτες οι 203.471 έχουν ποσό κύριας οφειλής έως 15.000 ευρώ, δηλαδή ποσοστό 90%, «δηλαδή στην κατηγορία των οφειλετών με κύρια οφειλή έως 15.000 ευρώ, ανήκουν 411.473 οφειλέτες».
«Για όλους αυτούς μπορεί να γίνει ρύθμιση έως 100 δόσεις. Είναι επομένως προφανές ότι αυτή η ρύθμιση ανταποκρίνεται στην πολύ μεγάλη πλειοψηφία των οφειλετών του ΟΑΕΕ που είναι μικροοφειλέτες και γι΄αυτό θα πρέπει να ωφεληθούν από αυτήν την τελευταία μεγάλη ευκαιρία και να ρυθμίσουν τις οφειλές, πληρώνοντας τις τρέχουσες οφειλές», είπε ο υφυπουργός.
Ο κ. Μπέζας ενημέρωσε, εξάλλου, ότι τα στοιχεία μέχρι την Τετάρτη 26 Νοεμβρίου δείχνουν πως η ρύθμιση πάει πολύ καλά. Σύμφωνα με Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών το ΚΕΑΟ, μέχρι την Τετάρτη 26/11, είχαν εκδοθεί 13.000 αποφάσεις υπαγωγής, είχαν ρυθμιστεί οφειλές συνολικού ύψους 350.000.000 ευρώ και έχουν εισπραχθεί από την πρώτη δόση 15.000.000 ευρώ, στο σύνολο των ταμείων.