Ποια σταθερότητα χρειάζεται η οικονομία;
Του Διαμαντή Σεϊτανίδη
Αλλά αυτό που δεν λαμβάνεται υπόψη στον παραπάνω συλλογισμό, ο οποίος έχει κατακλύσει τα ελληνικά Μέσα Ενημέρωσης, είναι ότι αυτό που λέμε στη σημερινή Ελλάδα «σταθερότητα», σημαίνει συνέχιση μιας αδιέξοδης οικονομικής πολιτικής, που λανθασμένα εμπνεύστηκε η τρόικα και υποτακτικά ακολουθεί η κυβέρνηση Σαμαρά. Μια πολιτική λυσσαλέων φόρων, που αντί να αξιοποιούνται για να διορθωθούν τα κακώς κείμενα που φταίνε για την κρίση, ξοδεύονται στις μαύρες τρύπες της κακοφορμισμένης ελληνικής πραγματικότητας.
Εάν τα πράγματα δεν ήταν όπως είναι, τότε πράγματι οι εκλογές λίγο μετά το μέσο της θητείας της Βουλής, θα ήταν περιττή πολυτέλεια. Όμως σήμερα, τα πράγματα είναι όπως τα ζούμε όλοι μαζί και όπως τα βιώνει με τον ξεχωριστό, επώδυνο τρόπο ο κάθε τομέας της οικονομικής δραστηριότητας, αλλά κι ο κάθε πολίτης ξεχωριστά.
Συνεπώς, η κυβερνητική φιλολογία περί «σταθερότητας» δεν είναι μόνο έωλη, αλλά και παραπλανητική. Διότι σταθερότητα στη συνεχή επιδείνωση της ζωής των πολιτών, δεν είναι επιθυμητή. Το να γινόμαστε σταθερά φτωχότεροι, σταθερά πιο απελπισμένοι, σταθερά πιο οφειλέτες, είναι η καλύτερη αφορμή για να επιδιώξουμε ανατροπή αυτής της απαράδεκτης «σταθερότητας».
Το τελευταίο οχυρό αμύνης της κυβερνητικής προπαγάνδας είναι (ή μάλλον ήταν!) η αργή αλλά σταθερή βελτίωση των δεικτών. Ναι, αλλά ήταν αρκετή μια «μεγαλειώδης πρωτοβουλία» του πρωθυπουργού πριν από δυο ημέρες, για να γυρίσουν τούμπα οι περισσότεροι δείκτες της οικονομίας: Τα spreads εκτινάχθηκαν στα ύψη, το χρηματιστήριο γκρεμίστηκε στα τάρταρα, και η συζήτηση για το Grexit ξανάνοιξε στα ευρωπαϊκά κι αμερικανικά σαλόνια.
Και το ερώτημα, προκύπτει αβίαστα: Εάν η οικονομία διορθωνόταν αργά αλλά σταθερά επί δυόμιση χρόνια, πώς είναι δυνατόν να ξανακύλησε στο κρεβάτι της εντατικής μέσα σε ένα βράδυ, και μάλιστα από επιλογή του «χειρουργού» πρωθυπουργού;
Η αγορά όλα αυτά τα γνωρίζει, ακόμα κι αν δεν έχει την ευκαιρία να τα διατυπώσει. Και βλέπει μπροστά της με αισθήματα λυτρωτικά, το τέλος «αυτής της σταθερότητας». Τόσο λυτρωτικά, που ίσως δεν προσέχει επαρκώς αυτό που θα αντικαταστήσει το θολό, γκρίζο κι αδιέξοδο σήμερα.