O Friedman προειδοποιεί: «Το κούρεμα είναι αναπόφευκτο»
Κείμενο: Μ. Πρωτονοταρίου
Η ΕΚΤ, σύμφωνα με το Reuters συνδέει το δρόμο για την ποσοτική χαλάρωση στην ζώνη του ευρώ και την ενίσχυση της ρευστότητας της αγοράς με πρωτοβουλίες των κεντρικών τραπεζών κάθε κράτους μέλους …ρίχνοντας το μπαλάκι στα κράτη-μέλη και τις κεντρικές τους τράπεζες. Δηλαδή θα ζητήσει από τις κεντρικές τράπεζες των κρατών-μελών να αυξήσουν τα αποθεματικά τους –με αυξήσεις κεφαλαίου- προκειμένου να καλύψουν τυχόν ζημίες από αγορές ομολόγων της αντίστοιχης χώρας ώστε να μπορούν οι ίδιες να επωμιστούν πιθανές ζημίες .
Δηλαδή την εποχή που η ρευστότητα λείπει από τις υπερχρεωμένες οικονομίες η ΕΚΤ επιδιώκει να πιέσει κι άλλο τα κράτη-μέλη ζητώντας να στηρίξουν μόνα τους τη νομισματική χαλάρωση.
Ο Μπέντζαμιν Φρίντμαν, καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας στο Χάρβαρντ, προειδοποιεί ότι η ανάπτυξη προέχει της δίκαιης οικονομικής πολιτικής και ότι η επιβολή περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής αποτελεί την παθολογία που πληρώνουν σήμερα οι οικονομίες της ΕΕ. Οι εύρωστες οικονομικά χώρες στήριξαν τις αδύναμες με εγγυήσεις αλλά και με χρηματοδοτικά μέσα που τους επέτρεψαν να προχωρήσουν σε ανάληψη δανείων για την κάλυψη των δημοσιονομικών τους αναγκών, σημειώνει. Αυτή η βοήθεια συνδέθηκε με προϋποθέσεις, όπως μείωση του χρέους και αύξηση των φόρων, δηλαδή, με μια περιοριστική δημοσιονομική πολιτική. Επί πλέον ζήτησαν ως δεύτερη προϋπόθεση την δρομολόγηση δομικών μεταρρυθμίσεων. Το πρόβλημα των πρώτων όρων είναι ότι η περιοριστική δημοσιονομική πολιτική, παρά τα οικονομικά μοντέλα που αποδεικνύουν το αντίθετο, «πνίγουν» την οικονομική δραστηριότητα. Οι δυσκολίες των μεταρρυθμίσεων έγκεινται στο ότι είναι δύσκολα εφαρμόσιμες και η θετική τους επενέργεια γίνεται ορατή μόνο μεσοπρόθεσμα.
Αλλά και ο διάλογος για την ευρωκρίση γίνεται μέσα από μια άξια προσοχής οπτική γωνία. Όταν δεν εξυπηρετούνται τα δάνεια, τότε οι δανειστές εμφανίζονται ως θύματα. Παράλληλα οι χώρες που δανείζονται εμφανίζονται στη δημόσια αντίληψη με το σύνδρομο της ενοχής. Υπό αυτήν την οπτική γωνία η Ευρώπη έχει επιστρέψει στον 19ο αιώνα, όταν ο στόχος ήταν μια δίκαιη και όχι μια αναπτυσσόμενη οικονομία. Το εάν η ευρωπαϊκή οικονομία έγινε πιο δίκαια δεν είναι ερώτημα της παρούσης στιγμής. Η ανάπτυξη όμως έμεινε στα μισά του δρόμου με συνέπεια την επίμονη στασιμότητα της ευημερίας για την πλειοψηφία των Ευρωπαίων.
Η πάλη για μια "δίκαιη" οικονομία, είναι αναχρονιστική σύμφωνα με τον καθηγητή Friedman. Το ζητούμενο είναι η ανάπτυξη.
Ο κίνδυνος για την Ευρώπη συνίσταται στην επανάληψη των εμπειριών που έγιναν στο διάστημα του μεσοπολέμου με τη μόνη διαφορά ότι οι προσπάθειες των ακραίων πολιτικών κινημάτων απευθύνονται πλέον εναντίον ολόκληρου του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Πώς μπορεί η Ευρώπη να «απελευθερωθεί» από αυτήν την κατάσταση; Γίνεται όλο και πιο δύσκολο, υποστηρίζει ο αμερικανός καθηγητής. Στις χώρες της κρίσης δεν υπάρχει η αναγκαία δημοσιονομική ευχέρεια κινήσεων, κάτι που κάνει πλέον αναπόφευκτη την επιλογή αναδιάρθρωσης και ελάφρυνσης του χρέους τους.
Ο Μπέντζαμιν Φρίντμαν υπενθυμίζει τη Διάσκεψη του Λονδίνου το 1953, όπου έγινε ευνοϊκή ρύθμιση του γερμανικού εξωτερικού χρέους με δραστική μείωσή του και μείωση των τόκων. Ένας ιστορικός συνόψισε τις αποφάσεις ως εξής: «Παρά το ότι οι συμμετέχοντες της διάσκεψης δεν έχασαν από το οπτικό τους πεδίο την ανεύθυνη στάση της Γερμανίας στη διαχείριση του εξωτερικού της χρέους και της ξένης ιδιοκτησίας η συμφωνία συντάχθηκε κατά τέτοιον τρόπο που να διασφαλίζεται το βιοτικό επίπεδο του γερμανικού λαού. Μείωση της ιδιωτικής κατανάλωσης θεωρήθηκε απαράδεκτη».
Αναπόφευκτο το κούρεμα
Δεν υπάρχει κανένα επιχείρημα με οικονομικούς όρους – πόσο μάλλον με ηθικούς - που να δικαιολογεί ότι η Γερμανία αποτελεί τη μοναδική χώρα της σύγχρονης εποχής στην οποία επετράπη μεγάλη επιμήκυνση και ελάφρυνση του χρέους, παρατηρεί ο Μπέντζαμιν Φρίντμαν. Η υπόθεση ότι οι υπερχρεωμένες χώρες της ΕΕ θα είναι σε θέση να εξυπηρετήσουν κάποτε το χρέος τους είναι ένα επινόημα καθόλου χρήσιμο. Οι υπερχρεωμένες χώρες δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να αντεπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους. Η περιοριστική δημοσιονομική πολιτική που τους έχει επιβληθεί καθηλώνει την ανάπτυξη, δυσκολεύει την απασχόληση και κρατά σε χαμηλά επίπεδα τα φορολογικά έσοδα. Τα συμπτώματα της «πολιτική παθολογίας» με τα μειωμένα εισοδήματα και το επισφαλές βιοτικό επίπεδο είναι ήδη ορατά. Υπάρχουν χειρότερες καταστάσεις από μια κρατική χρεοκοπία, και αυτές επέρχονται από καιρού εις καιρόν. Η Ευρώπη βρίσκεται σήμερα ακριβώς στη θέση που θα έπρεπε να το είχε αποδεχθεί, διαπιστώνει ο αμερικανός οικονομολόγος.