Βαρουφάκης- Σόιμπλε: Διαφωνούν, αλλά εντός της ευρωζώνης
Ο Γιάνης Βαρουφάκης ζήτησε, όπως εξήγησε στη συνέντευξη Τύπου η οποία ακολούθησε, το αυτονόητο: Δηλαδή μια μικρή πίστωση χρόνου, ώστε η νέα ελληνική κυβέρνηση να παρουσιάσει την ολοκληρωμένη πρότασή της για το σχέδιο εξόδου της Ελλάδας από την κρίση. Παράλληλα με τις μεταρρυθμίσεις, για τις οποίες δεσμεύτηκε ο Γιάνη Βαρουφάκης, εξήγησε ότι πρόγραμμα εξόδου της Ελλάδας από την κρίση χωρίς στοιχειώδη διαβούλευση δεν γίνεται.
Από την πλευρά του ο Σόιμπλε είπε ότι συμφώνησαν ότι... διαφωνούν, πρόσθεσε ότι δημοκρατική νομιμοποίηση δεν έχει μόνο η Ελλάδα αλλά και οι άλλες χώρες της Ευρώπης, ενώ ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα παραμένει στη ζώνη του ευρώ και όπως είπε έχουν γίνει πολύ σημαντικές προσπάθειες στην τήρηση του προγράμματος. Επίσης ο Γεραμανός υπουργός αφήνει ανοικτό ένα παράθυρο διαλόγου, διευκρινίζοντας ωστόσο ότι η χώρα θα βγει στις αγορές με πρόγραμμα. Διευκρίνισε παράλληλα ότι το ζήτημα του χρέους θα εξεταστεί αργότερα.
Σε κάθε περίπτωση, το βέβαιο είναι ότι ο διάλογος συνεχίζεται, οι εκατέρωθεν θέσεις έχουν εξηγηθεί και απλώς αναζητείται η φόρμουλα, πάνω στην οποία θα υπάρξει η τελική συμφωνία για το νέο δρόμο αντιμετώπισης της ελληνικής κρίσης. Γιατί κανέναν δεν συμφέρει να φτάσουν τα πράγματα στα άκρα.
Αναλυτικά οι δυο υπουργοί ανέφεραν τα εξής, στην κοινή συνέντευξη Τύπου:
«Δεν πετύχαμε μια συμφωνία. Δεν συμφωνήσαμε καν ότι διαφωνούμε», δήλωσε ο Γιάννης Βαρουφάκης.
«Συμφωνήσαμε να μπούμε σε διαβουλεύσεις ως εταίροι προς μια ευρωπαϊκή λύση. Βάλαμε το πλαίσιο για τις διαβουλεύσεις που χρειάζεται. Οι συμπατριώτες μου δεν περιμένουν τίποτε άλλο, παρά αξιοπρέπεια», πρόσθεσε.
«Σήμερα το μήνυμά μου προς τον κ. Σόιμπλε είναι πως η ελληνική κυβέρνηση δεν θα σταματήσει σε τίποτα προκειμένου να καταπολεμήσει τη διαφθορά και τη φοροδιαφυγή. Ζήτησα την υποστήριξη της Γερμανίας σε αυτό», τόνισε ο κ. Βαρουφάκης.
«Στην περίπτωση της Ελλάδας, αντιμετωπίστηκε ένα πρόβλημα χρεοκοπίας σαν να ήταν πρόβλημα ρευστότητας. Το μήνυμά μου στον κ. Σόιμπλε είναι πως από την κυβέρνηση μας μπορεί να περιμένει λογική, προτάσεις, που δεν στηρίζονται στην προώθηση του ενδιαφέροντος του μέσου Έλληνα, αλλά του μέσου Ευρωπαίου. Είμαστε σε ετοιμότητα για μακροοικονομικές μεταρρυθμίσεις. Ζητάμε λίγο χρόνο, κατά τον οποίο θα μπορέσουμε να παρουσιάσουμε στους εταίρους μας (ΕΕ, ΕΚΤ, ΔΝΤ) συνεκτικές προτάσεις, καθώς και έναν οδικό χάρτη, ένα πρόγραμμα – γέφυρα», ανέφερε ο κ. Βαρουφάκης.
Και πρόσθεσε: «Σε μια χώρα που έχει υποστεί ταπείνωση μπορεί να εκκολαφθεί το αβγό του φιδιού. Όταν επιστρέψω στη χώρα μου, θα βρεθώ στο Κοινοβούλιο, όπου το τρίτο κόμμα είναι ένα ναζιστικό κόμμα. Αμέσως μετά την ορκωμοσία του, ο πρωθυπουργός κατέθεσε στεφάνι σε ένα μνημείο για να τιμήσει τον αγώνα κατά ναζισμού. Για να μην ξαναζήσουμε περιόδους ύφεσης που απαξιώνουν τους λαούς της Ευρώπης. Εμείς είμαστε σίγουροι. Το ίδιο ελπίζω να πράξουν και οι λαοί της Ευρώπης».
«Επισήμως το πρόγραμμα ισχύει έως τέλος του μήνα. Από την αρχή του προγράμματος η θέση μας ήταν πως οι εταίροι μας, μας δίνουν πολλά χρήματα τα οποία πηγαίνουν στον λάθος σκοπό. Δεν έχουμε άμεσο δικαίωμα να εφαρμόσουμε αυτό το πρόγραμμα. Αυτό που ζήτησα είναι μια ευκαιρία, να βάλουμε στο τραπέζι τις προτάσεις μας. Αυτό που θέλουμε είναι ένα πρόγραμμα-γέφυρα έως τα τέλη του Μαΐου, που θα δώσει χρόνο, ώστε να κάνουμε διαβουλεύσεις με τους εταίρους μας και να φτάσουμε μετά σε μια συμφωνία που θα την ονομάσουμε νέο συμβόλαιο», τόνισε ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών.
«Θεωρούμε ότι είναι λάθος οι μεταρρυθμίσεις στις οποίες έχει δοθεί έμφαση. Δεν λέω ότι όλες είναι λάθος. Λείπει όμως ένας μεγάλος αριθμός μεταρρυθμίσεων κατά της διαφθοράς», υπογράμμισε ο κ. Βαρουφάκης.
«Η βιωσιμότητα του χρέους και οι μακροοικονομικές παράμετροι που περιγράφονται στο ισχύον πρόγραμμα αντανακλούν το λάθος να βάζουμε τα δάνεια πριν την αναδιάρθρωση του χρέους», κατέληξε ο Γιάννης Βαρουφάκης.
Σόιμπλε: Δεν τίθεται θέμα απομείωσης του ελληνικού χρέους
«Συζητήσαμε εντατικά, όχι σε απόλυτη συμφωνία. Μιλήσαμε σε ένα γενικότερο πνεύμα συνεννόησης, δεδομένου ότι υπάρχει φιλία μεταξύ των δύο χωρών», δήλωσε, από την πλευρά του, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
«Είμαστε δεσμευμένοι και οι δύο για μια ισχυρή Ευρώπη. Δεν έχουμε ξεπεράσει εντελώς την κρίση, αλλά έχουμε προχωρήσει αρκετά. Τον δυσκολότερο δρόμο σε αυτήν την κατάσταση τον είχε η Ελλάδα. Πάντοτε έλεγα πως πρέπει να δείχνουμε σεβασμό για τον δύσκολο δρόμο που καλούνται να βαδίσουνε οι πολίτες στην Ελλάδας, και για τις προόδους που έχει κάνει η Ελλάδα», τόνισε.
Και πρόσθεσε: «Παρόλες τις προόδους μένουν πολλά να γίνουν στην Ελλάδα. Δεν έχουν λυθεί τα προβλήματα, αλλά έχουν γίνει αξιοσημείωτες πρόοδοι κατά την εφαρμογή του προγράμματος. Η Ελλάδα έχει προχωρήσει πολύ περισσότερο απ΄ό,τι πολλοί περίμεναν».
«Η Ελλάδα ανήκει στο ευρώ. Θα στηρίξουμε την κυβέρνηση ώστε να διευρυνθεί η φορολογική βάση και να αντιμετωπιστεί η διαφθορά. Είμαστε έτοιμοι να προσφέρουμε βοήθεια στην Ελλάδα για να πετύχει μια αποτελεσματική δημόσια διοίκηση», επεσήμανε ο κ. Σόιμπλε.
«Η Ελλάδα πρέπει να διαπραγματευτεί με τους τρεις θεσμούς που μετέχουν στο πρόγραμμα διάσωσης. Για εμάς δεν τίθεται το θέμα δημιουργίας μίας γερμανικής Ευρώπης, αλλά να προσαρμοστούμε σε έναν κόσμο ο οποίος αλλάζει διαρκώς. Πρέπει, λοιπόν και καλούμαστε να δώσουμε την απάντηση στα σημερινά δεδομένα, σε ό,τι αφορά στη νεολαία και τις θέσεις εργασίας. Χρειάζεται να εργαστούμε προς την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς μας, την προώθηση των μεταρρυθμίσεων», συμπλήρωσε.
«Δεν έκρυψα τον σκεπτικισμό μου για κάποια από τα μέτρα που εξήγγειλε η ελληνική κυβέρνηση. Θα πρέπει να σεβαστούμε τη βούληση των Ελλήνων ψηφοφόρων, αλλά θα πρέπει να γίνεται σεβαστή και η άποψη των ψηφοφόρων των άλλων κρατών. Εχουμε οικοδομήσει από κοινού ένα κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα, έχουμε μια κοινή νομισματική πολιτική», είπε ο κ. Σόιμπε και δήλωσε με νόημα: «Οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται. Απαραίτητη προϋπόθεση για την εμπιστοσύνη είναι η αξιοπιστία», επαναλαμβάνοντας την αντίθεσή του στο ενδεχόμενο κουρέματος του ελληνικού χρέους.
«Για να αλλάξει το τρέχον πρόγραμμα στο οποίο βρίσκεται η Ελλάδα, θα χρειαστεί μια συμφωνία. Θα πρέπει να δούμε πώς η Ελλάδα χωρίς ένα πρόγραμμα μπορεί να επιτύχει πρόσβαση στις αγορές», κατέληξε.