Ρωσικές πιέσεις στην ελληνική γούνα
Αναλυτικά, μέχρι και το πρώτο εξάμηνο του έτους, οι πωλήσεις εμφάνιζαν άνοδο 15% σε ετήσια βάση, ενώ η παραγωγική επίδοση διαμορφωνόταν σε οριακά υψηλότερο επίπεδο. Ωστόσο τους επόμενους έξι μήνες, σύμφωνα με τη μελέτη, το ευνοϊκό κλίμα αντιστράφηκε λόγω των κλιματολογικών συνθηκών και του ήπιου χειμώνα που επικράτησε στη Ρωσία.
Επιπλέον, τα γεγονότα που εκτυλίχτηκαν κατά την ουκρανική κρίση προκάλεσαν πιέσεις στο ρούβλι, γεγονός που περιόρισε περαιτέρω τη ζήτηση για τα εγχώρια γούνινα προϊόντα.
Έτσι, οι εξαγωγές του κλάδου κατά τη διάρκεια του έτους υποχώρησαν σημαντικά κατά 40%, φτάνοντας στο ύψος των 150 εκατ. ευρώ (από 250 εκατ. ευρώ το 2012), πτώση που συνεχίζεται και το 2014.
Το γεγονός αυτό, σύμφωνα με τη μελέτη, είχε αρνητικές επιπτώσεις στον όγκο παραγωγής, καθώς στο σύνολο του 2013 σημειώθηκε υποχώρηση 12,8%, με τον ρυθμό κάμψης να επιταχύνεται κατά τη διάρκεια των πρώτων 9 μηνών της φετινής χρονιάς σε 26,7% σε ετήσια βάση.
Αναφορικά με τις τιμές των εισαγόμενων γουνοδερμάτων, το 2013 σημειώθηκε εκ νέου ανοδική τάση, με τις αυξήσεις να ανέρχονται ακόμα και σε 100%- 150%. Από την άνοδο αυτή δεν επηρεάστηκαν όσες εταιρείες εμφάνισαν στο τέλος του 2012 υψηλά αποθέματα.
Σύμφωνα με τον Χρυσόστομο Κάτση, διευθύνοντα σύμβουλο της Infobank Hellastat «Η οικονομική ανάκαμψη των αγορών-προορισμών της ελληνικής γούνας θα τονώσει τα έσοδα των ελληνικών επιχειρήσεων, οι οποίες πρέπει να εκμεταλλευθούν περισσότερο την ήδη σημαντική εξωστρέφειά τους. Ειδικότερα, η Κίνα –παρά την υψηλή γουνοποιητική της δραστηριότητα- αποτελεί πλέον τον μεγαλύτερο εισαγωγέα γούνας διεθνώς, ενώ θετικές προοπτικές προκύπτουν και στη Ρωσία.
Επίσης, οι γουνοποιίες πρέπει να καθετοποιήσουν την παραγωγική τους δομή αναπτύσσοντας μονάδες εκτροφής γουνοφόρων ζώων, ώστε να απεμπλακούν από τις διεθνείς αγορές πρώτων υλών».
Στη μελέτη της IBHS αναλύονται οι οικονομικές καταστάσεις 40 επιχειρήσεων. Όπως προκύπτει από τα συμπεράσματα, ο κύκλος εργασιών το 2013 υποχώρησε κατά 3,6% στα 176,82 εκατ. ευρώ.
Τα κέρδη προ τόκων, φόρων και αποσβέσεων (ΚΠΤΦΑ) υποχώρησαν κατά 3,2%, στα 21,44 εκατ. ευρώ ενώ αντιθέτως τα κέρδη προ φόρων (ΚΠΦ) ενισχύθηκαν στα 10,85 εκατ. ευρώ από 9 εκατ. ευρώ το προηγούμενο έτος (+20,6%).
Το περιθώριο ΚΠΤΦΑ διαμορφώθηκε σε 9,7%, από 10,3% το 2012 ενώ το περιθώριο ΚΠΦ ενισχύθηκε σε 3,1%, έναντι 2,7% το προηγούμενο έτος. Η κεφαλαιακή μόχλευση βελτιώθηκε σε 1,5 προς 1. Η είσπραξη των απαιτήσεων και η διακίνηση των αποθεμάτων διενεργείται με ιδιαίτερα αργούς ρυθμούς (7 και 5 μήνες αντίστοιχα).