WSJ: «Η Ελλάδα δεν είναι πια τόσο μεγάλο βάρος για την ευρωζώνη»
Παρά τα προβλήματα και την κρίση στην Ελλάδα, η ευρωζώνη ανακάμπτει, σημειώνει το άρθρο του αναλυτή Simon Nixon.
Στο κείμενό του, με τίτλο «Η Ελλάδα δεν είναι πια τόσο μεγάλο βάρος για την ευρωζώνη», ο Nixon γράφει για την αλλαγή των δεδομένων στη Γηραιά Ήπειρο κατά την τελευταία διετία η οποία έχει οδηγήσει, όπως υποστηρίζει, σε σημαντική μείωση της διαπραγματευτικής ισχύος της Αθήνας.
«Οι αξιωματούχοι της ευρωζώνης ισχυρίζονται ότι ανέχθηκαν κάποιο βαθμό ασάφειας στην ελληνική λίστα δεσμεύσεων για μεταρρυθμίσεις ώστε να βοηθήσουν την Αθήνα να κρύψει από την κοινή γνώμη το μέγεθος της υποχώρησης που έκανε. Η Αθήνα, όμως, επιμένει ότι αυτή η απουσία λεπτομερειών είναι απόδειξη της 'δημιουργικής ασάφειας΄ ώστε να βρίσκονται ξανά σε διαπραγμάτευση όσα συμφωνήθηκαν. Κατά συνέπεια, η αβεβαιότητα για τη μοίρα της Ελλάδας θα διατηρηθεί» αναφέρει το δημοσίευμα.
Ο Νίξον σημειώνει πως υπάρχουν αποδείξεις για ενίσχυση της ανάκαμψης στην ευρωζώνη όπως η υποχώρηση του ευρώ κατά 19% από τις αρχές του 2014, η μείωση των τιμών του πετρελαίου, το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και οι μισθολογικές αυξήσεις στη Γερμανία που συμβάλουν στην ενίσχυση της εγχώριας ζήτησης, ενώ επισημαίνει πως «ο κίνδυνος για την ανάκαμψη είναι πολιτικός».
«Πλέον είναι αυτονόητο να τονίσει κανείς ότι ο κίνδυνος στην ανάκαμψη είναι πολιτικός. Η Ελλάδα έχει δείξει πως μία διστακτική ανάκαμψη μπορεί γρήγορα να εξαφανιστεί από μία πολιτική κρίση και από μία αλλαγή κυβέρνησης. Από τον προηγούμενο Δεκέμβριο, οι δραστηριότητες στη χώρα επιβραδύνονται, τα φορολογικά έσοδα κατέρρευσαν και εκτιμάται ότι έχουν φύγει από το τραπεζικό σύστημα της χώρας καταθέσεις 20 δισ. ευρώ, εντείνοντας τις ανησυχίες για νέα πιστωτική κρίση» γράφει ο Νίξον.
Ο αναλυτής υποστηρίζει ακόμα ότι «τα λαϊκίστικα κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ της Ελλάδας βρίσκονται ψηλά στις δημοσκοπήσεις σε πολλές χώρες της ευρωζώνης. Αυτό οφείλεται στην ανησυχητικά υψηλή ανεργία και στην οργή για τη διαφθορά των παραδοσιακών κομμάτων. Στην Ισπανία οι Podemos προηγούνται με βάση τις δημοσκοπήσεις και στην Ιρλανδία το Sinn Fein είναι πολύ ισχυρό. Και οι δύο χώρες έχουν εκλογές μέσα στους επόμενους 12 μήνες».
«Η πολιτική κρίση όμως έχει δύο πλευρές» συνεχίζει. «Ο συνδυασμός της κρίσης στην Ελλάδα με την ανάκαμψη στην υπόλοιπη ευρωζώνη αλλάζει τους όρους της συζήτησης. Το βασικό μάθημα από την ελληνική κρίση είναι πως καμία χώρα δεν μπορεί να είναι πραγματικά ανεξάρτητη ή οικονομικά επιτυχής εάν δεν έχει πρόσβαση στις αγορές» σημειώνει και συμπληρώνει: «Η αντίθεση ανάμεσα στην Ελλάδα και την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ιρλανδία, όπου ρέει και πάλι χρηματοδότηση, είναι ολοφάνερη. Δεν προκαλεί εντύπωση που οι κυβερνήσεις αυτών των χωρών ήταν οι λιγότερο πρόθυμες για υποχωρήσεις στην Αθήνα που θα μπορούσαν να ενισχύσουν τους δικούς τους αντιπάλους».
«Πιο σημαντικό, όμως, είναι το γεγονός ότι η ανάκαμψη έχει αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων στην ευρωζώνη. Η Αθήνα ανακάλυψε ότι έχει ακόμη μικρότερη διαπραγματευτική ισχύ με τους πιστωτές της από ό,τι πίστευε. Από το 2010 μέχρι το 2013, ο φόβος της μετάδοσης της κρίσης οδήγησε την ευρωζώνη στα δύο διαδοχικά προγράμματα στήριξης για την Ελλάδα. Αυτή τη φορά, δεν υπάρχουν πιέσεις από τις αγορές στην ευρωζώνη για να υποχωρήσει στα ελληνικά αιτήματα. Ως αποτέλεσμα, η σύγκριση μεταξύ του κινδύνου για Grexit και της ζημίας που αυτό θα προκαλούσε στην ψευδαίσθηση της μη αναστρεψιμότητας, έναντι του σε μεγάλο βαθμό πραγματικού κινδύνου υπονόμευσης της νομικής και θεσμικής βάσης σύμφωνα με την οποία διοικείται η νομισματική ένωση, δείχνει πολύ πιο εξισορροπημένη» σημειώνει.
«Η πολιτική των άκρων που ακολουθεί η Ελλάδα προς το παρόν δεν έχει πλήξει κανέναν άλλων πέρα από τους Έλληνες και αυτό μπορεί να αποδειχθεί η πιο αποφασιστική νέα πολιτική πραγματικότητα που ανακύπτει από την τρέχουσα κρίση» καταλήγει το άρθρο της Wall Street Journal.