Ποιοι φρόντισαν να χαθεί το τρένο της φορολόγησης καταθέσεων στην Ελβετία

Σύμφωνα με εκτιμήσεις οικονομολόγων το ελληνικό δημόσιο φαίνεται να χάνει πάνω από 15 δισεκατομμύρια ευρώ από αφορολόγητες καταθέσεις Ελλήνων στην Ελβετία, την ώρα που χώρες όπως η Βρετανία και η Αυστρία έχουν καταφέρει να συνάψουν ειδικές συμφωνίες με το ελβετικό τραπεζικό σύστημα.

ΕΩΣ ΚΑΙ 15 ΔΙΣ. ΕΣΟΔΑ ΧΑΝΕΙ Η ΧΩΡΑ ΜΑΣ – ΣΗΜΕΡΑ Η ΚΡΙΣΙΜΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΜΕ ΤΟΝ ΥΦΥΠ. ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΗΣ ΕΛΒΕΤΙΑΣ

Μαραθώνιο διαπραγματεύσεων ξεκινάει η κυβέρνηση με τις ελβετικές αρχές προκειμένου να καλύψει χαμένο χρόνο τεσσάρων ετών, διάστημα μέσα στο οποίο οι προηγούμενες κυβερνήσεις δεν κατάφεραν να υπογράψουν μια σοβαρή συμφωνία φορολόγησης των ελληνικών καταθέσεων στην Ελβετία.

Οι επαφές αυτές θα είναι μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για να μπει ζεστό χρήμα στα ταμεία αλλά και για να έχει το ελληνικό δημόσιο πρόσβαση σε πληροφορίες για όσους φοροδιαφεύγουν συστηματικά.

Όπως ανακοίνωσε και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας ξεκινούν στην Αθήνα συνομιλίες της ελληνικής κυβέρνησης με το διευθυντή της υπηρεσίας Διεθνών Οικονομικών Υποθέσεων της Ελβετίας Ζακ Βατεβίλ.

Ήδη σήμερα, Πέμπτη (26/03/2015) πραγματοποιήθηκε συνάντηση στο Μέγαρο Μαξίμου του υπουργού Επικρατείας, Νίκου Παππά και του υπουργού Επικρατείας για την καταπολέμηση της διαφθοράς Παναγιώτη Νικολούδη με αντιπροσωπεία του υπουργείου Οικονομικών της Ελβετίας, με επικεφαλής τον Υφυπουργό για διεθνή Οικονομικά θέματα, Ζακ Βατεβίλ.

Ο χρόνος για την Ελλάδα σε ό,τι αφορά την αναδρομική φορολόγηση τραπεζικών καταθέσεων υπηκόων της στην Ελβετία, στα πρότυπα που εξασφάλισε η Μεγάλη Βρετανία, χάθηκε τα προηγούμενα χρόνια κάτι που διαφάνηκε και το 2014 κατά τη συνάντηση του τότε υπουργού Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα με την Eλβετίδα ομόλογό του Έβελιν Σλουμπφ.

Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο χωρών διήρκησαν περίπου τέσσερα χρόνια -από τον Μάρτιο του 2010- χωρίς το παραμικρό αποτέλεσμα.

Οι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις δεν κατάφεραν τίποτα απολύτως, όπως δεν κατάφεραν να αξιοποιήσουν ούτε τη λίστα Λαγκάρντ, όπως δεν κατάφεραν να δεσμεύσουν χρηματικά ποσά από τα δεκάδες σκάνδαλα των εξοπλισμών, του μαύρου πολιτικού χρήματος και των μιζών.

Με αφορμή την ανακοίνωση της ελβετικής κυβέρνησης ότι ξεκινούν στην Αθήνα συνομιλίες της ελληνικής κυβέρνησης με το διευθυντή της υπηρεσίας Διεθνών Οικονομικών Υποθέσεων Ζακ Βατεβίλ -προφανώς για το ζήτημα της φοροδιαφυγής- ο αυστριακός καθηγητής Οικονομικών Φρίντριχ Σνάιντερ υπολογίζει ότι η υπογραφή μιας φορολογικής συμφωνίας μεταξύ Ελλάδας και Ελβετίας θα απέφερε στο ελληνικό δημόσιο περίπου 10 με 15 δισεκατομμύρια ευρώ.

Οπως μεταδίδει η Deutsche Welle, ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Λιντς δηλώνει σε συνέντευξή του στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων (DPA) ότι «οι ελληνικές καταθέσεις στην Ελβετία πρέπει να ανέρχονται σε τουλάχιστον 80 δισεκατομμύρια ευρώ και ότι περίπου τα δύο τρίτα είναι μαύρο χρήμα». Υπολογίζει τους έλληνες φοροφυγάδες με καταθέσεις στην Ελβετία στους 10.000, οι οποίοι μόλις τα τελευταία χρόνια μετέφεραν τα χρήματά τους. Θεωρεί ότι «οι συνολικές καταθέσεις διπλασιάστηκαν τα τελευταία 4 - 5 χρόνια».

Κατά την άποψή του μια φορολογική συμφωνία θα ήταν ο πιο γρήγορος και πιο αποδοτικός τρόπος φορολόγησης των καταθέσεων. Εξέφρασε μάλιστα την έκπληξή του για το γεγονός ότι η νέα ελληνική κυβέρνηση έχει κάνει μέχρι σήμερα ελάχιστα βήματα προς την κατεύθυνση αυτή, αλλά και για το γεγονός ότι οι διεθνείς πιστωτές δεν ζητούν επιτακτικά από την Αθήνα να αναλάβει πρωτοβουλίες.

Οι γερμανικές τράπεζες απορρίπτουν το σενάριο ελέγχων στην ροή κεφαλαίων, όπως πρότεινε πριν μερικές μέρες ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ μιλώντας στο ολλανδικό ραδιόφωνο. Ο γενικός διευθυντής του Ομοσπονδιακού Συνδέσμου Γερμανικών Τραπεζών (BdB) Μίχαελ Κρέμερ δήλωσε στη γερμανική εφημερίδα Neue Osnabrücker Zeitung ότι ο περιορισμός της ελεύθερης ροής κεφαλαίων «δεν αποτελεί πανάκεια». Ενδεχομένως να αποδώσει βραχυπρόθεσμα, είπε. Χωρίς όμως συγκεκριμένο πρόγραμμα βελτίωσης της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας οι έλεγχοι στη ροή κεφαλαίων δεν θα έχουν το επιθυμητό αποτέλεσμα.

Δεν έχουν αναδρομική ισχύ οι συμφωνίες

Αξίζει να σημειώσουμε ότι προκαταρκτική συμφωνία για την αυτόματη, από το 2018, ανταλλαγή πληροφοριών υπέγραψε η Ελβετία με την Κομισιόν, μια εξέλιξη που αναμένεται να συμβάλει στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής των εύπορων πολιτών των κρατών-μελών της Ε.Ε., οι οποίοι κρύβουν εδώ και χρόνια τα περιουσιακά τους στοιχεία στις ελβετικές τράπεζες.

Ανάλογη συμφωνία έχει υπογραφεί ανάμεσα στην Ελβετία και την Αυστραλία, ενώ επίκειται ακόμη μία με τις ΗΠΑ.

Ωστόσο, οι συμφωνίες αυτές δεν έχουν αναδρομική ισχύ, δηλαδή δεν αφορούν περιουσιακά στοιχεία φοροφυγάδων από προηγούμενα έτη. Τέτοιας φύσεως συμφωνίες έχουν συναφθεί σε διμερές επίπεδο μεταξύ Ελβετίας και Βρετανίας, αλλά και με την Αυστρία.

Σε κάθε περίπτωση, η συμφωνία για την αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών αντανακλά τη σταδιακή φθορά του καθεστώτος τραπεζικού απορρήτου που ισχύει στην Ελβετία από το 1934.

«Σήμερα κάνουμε ένα αποφασιστικό βήμα για την απόλυτη φορολογική διαφάνεια ανάμεσα στην Ελβετία και την Ε.Ε. Είμαι βέβαιος ότι θα μας ακολουθήσουν οι γειτονικές χώρες. Αυτή η διαφάνεια είναι μείζονος σημασίας για να συλλέξει κάθε χώρα τα φορολογικά έσοδα που της οφείλονται», δήλωσε ο επίτροπος Οικονομικών, Πιερ Μοσκοβισί.

Με βάση τους όρους της συμφωνίας, η Ελβετία θα ξεκινήσει σε μία διετία τη συλλογή στοιχείων από τις τράπεζες, και τον επόμενο χρόνο, δηλαδή το 2018, θα ενεργοποιηθεί η αυτόματη διαδικασία ανταλλαγής πληροφοριών με τα κράτη-μέλη της Ε.Ε., που θα επαναλαμβάνεται κάθε χρόνο.

Είναι πιθανό, ωστόσο, να πραγματοποιηθεί δημοψήφισμα στην Ελβετία για την έγκριση ή μη της προκαταρκτικής συμφωνίας.

Όλες αυτές οι συμφωνίες στηρίζονται στη σύμβαση του ΟΟΣΑ που αποδέχθηκαν από κοινού τα μέλη του G20 τον Φεβρουάριο του 2014 και θέτει κοινά κριτήρια για την ανταλλαγή πάσης φύσεως πληροφοριών που αφορά όλους τους λογαριασμούς και τα εισοδήματα πελατών από κάθε παίκτη του χρηματοπιστωτικού κλάδου, όχι μόνον τράπεζες.

Τα τελευταία χρόνια, η Ελβετία έχει δεχτεί μεγάλες πιέσεις από τις ΗΠΑ και τις ισχυρότερες ευρωπαϊκές χώρες για την άρση του καθεστώτος τραπεζικού απορρήτου. Αφενός, οι κυβερνήσεις της Δύσης έπρεπε να επιβάλουν κάποια φορολογική δικαιοσύνη σε ένα περιβάλλον λιτότητας και ύφεσης, αλλά και αντλήσουν όσο το δυνατό περισσότερα έσοδα από τους πλουσίους φοροφυγάδες.

Αφετέρου, η ελβετική κυβέρνηση βρέθηκε «στριμωγμένη» έπειτα από τις ποινικές διώξεις εις βάρος ελβετικών τραπεζών από ξένες κυβερνήσεις, με αφετηρία την υπόθεση της UBS στις ΗΠΑ.

Προκειμένου να μη διασύρεται ο τραπεζικός κλάδος, ο οποίος αποτελεί τη «βαριά βιομηχανία» της ελβετικής οικονομίας, από μια σειρά σκανδάλων, η ελβετική κυβέρνηση αναγκάστηκε να μη θέσει εμπόδια στη συνεργασία τραπεζών με ξένες κυβερνήσεις στο πλαίσιο συγκεκριμένων νομικών υποθέσεων.

Το 2009, η UBS πλήρωσε πρόστιμο 780 εκατ. δολ. στις ΗΠΑ, δίνοντας στοιχεία χιλιάδων Αμερικανών πελατών της. Μία πενταετία μετά, η Credit Suisse δήλωσε ένοχη σε συνωμοσία για φοροδιαφυγή και πλήρωσε πρόστιμο 2,6 δισ. δολάρια.

Στην περίπτωση της Ελλάδας, το «αγκάθι» στην όλη υπόθεση είναι αν η οποιαδήποτε συμφωνία θα έχει αναδρομική ισχύ για καταθέτες που φοροδιέφευγαν στο παρελθόν. Αν κάτι τέτοιο δεν επιτευχθεί, τότε η συμφωνία θα είναι δώρο-άδωρον αφού οι φοροφυγάδες θα καταφέρουν να μεταφέρουν τα ποσά τους σε άλλους «παραδείσους».

Σχετικές ειδήσεις