Βεστάγκερ: «Μονοπώλιο» που πλήττει καταναλωτές και οικονομία η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας
«Μονοπώλιο», που πλήττει τους καταναλωτές και την ελληνική οικονομία εν γένει χαρακτηρίζει την κατάσταση της αγοράς της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα η αρμόδια για θέματα Ανταγωνισμού Επίτροπος Μαργρέτε Βέσταγκερ.
Συγκεκριμένα σε αποκλειστική συνέντευξή της στην ιστοσελίδα EurActiv.gr ανέφερε τα εξής: «Ο ανταγωνισμός στην ελληνική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας είναι πολύ περιορισμένος. Αυτό επηρεάζει την παραγωγή και τη χονδρική πώληση, καθώς και την προμήθεια που φτάνει στους τελικούς καταναλωτές, το οποίο ουσιαστικά συνιστά ένα μονοπώλιο. Αυτά είναι άσχημα νέα τόσο για τους καταναλωτές όσο και για την οικονομία. Σαφώς, υπάρχει ανάγκη να ενισχυθεί ο ανταγωνισμός».
Συνέχισε δε λέγοντας ότι η Επιτροπή κατέληξε σε απόφασή το 2008, σύμφωνα με την οποία «η ΔΕΗ έχει οιονεί αποκλειστική πρόσβαση στην εκμετάλλευση λιγνίτη – το φθηνότερο καύσιμο στην Ελλάδα – και κάλεσε την Ελλάδα να επεκτείνει την πρόσβαση και στους ανταγωνιστές. Η απόφαση αυτή είναι επί του παρόντος ενώπιον των δικαστηρίων της ΕΕ».
Παράλληλα, η Βέσταγκερ σχετικά με την Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας στην Ελλάδα, επισημαίνει ότι πρέπει να είναι «ισχυρή και ανεξάρτητη».
«Σε γενικές γραμμές, είναι σημαντικό για τον ανταγωνισμό η Ελλάδα να έχει το σωστό κανονιστικό πλαίσιο και μια ισχυρή και ανεξάρτητη ρυθμιστική αρχή», αναφέρει η Επίτροπος Ανταγωνισμού ενώ σε σχέση με την έρευνα της Επιτροπής για την εξαγορά του ΔΕΣΦΑ από την SOCAR, είπε πως είναι «πρόωρη» κάθε εικασία.
Η Βέσταγκερ διευκρίνισε ότι η Επιτροπή έχει αποστείλει ερωτήσεις στην αζέρικη εταιρεία και αναμένει «ολοκληρωμένες απαντήσεις» που θα κρίνουν την συμβατότητα της συμφωνίας εξαγοράς με την αγορά φυσικού αερίου στην Ελλάδα.
«Η προθεσμία για την Επιτροπή να λάβει απόφαση για τον ΔΕΣΦΑ και την SOCAR ανεστάλη στις 21/01/2015 και δεν έχει επανεκκινηθεί ακόμα. Ως μέρος της διαδικασίας μας, έχουμε στείλει ερωτήσεις στη SOCAR και περιμένουμε από την εταιρεία να μας στείλει ολοκληρωμένες και πλήρεις απαντήσεις. Αυτό σημαίνει ότι είναι πρόωρο να προβούμε σε εικασίες σχετικά με την τελική έκβαση της επανεξέτασης σε αυτό το στάδιο», κατέληξε η Επίτροπος.