Βαρουφάκης: Δεν υπογράφω μειώσεις επικουρικών και αυξήσεις ΦΠΑ - Συμφωνία αρχές Ιουνίου
Ιδιαίτεραευέλικτηείναι η ελληνική πλευρά όσον αφορά στις διαπραγματεύσεις του Brussels Group, σύμφωνα με τον Γιάνη Βαρουφάκη, ο οποίος δεν παρέλειψε να χαρακτηρίσει εξόχως υπεύθυνη την πρόταση για τον ΦΠΑ που κατατέθηκε στους θεσμούς, αλλά και να τονίσει ότι η συμφωνία με τους εταίρους μας θα πρέπει να έχει κλείσει την πρώτη εβδομάδα του Ιουνίου.
«Έχουμε και plan B και plan C τα οποία είναι και λελογισμένα», ανέφερε χαρακτηριστικά ο υπουργός Οικονομικών, μιλώντας στη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου του ΕΒΕΑ και συμπλήρωσε:
«Η πρόταση σχετικά με το ΦΠΑ που καταθέσαμε είναι εξόχως υπεύθυνη, αναπτυξιακή, καταπολεμά τη γραφειοκρατία και δίνει την ευκαιρία στις επιχειρήσεις και το δημόσιο να οραματίζονται ένα καλύτερο μέλλον».
Όσον αφορά στη συμφωνία, αυτή «θα περιλαμβάνει ένα πλέγμα μεταρρυθμιστικών νομοσχεδίων για τη βάση του κλεισίματος του προηγούμενου προγράμματος, καθώς και ένα νέο αναπτυξιακό συμβόλαιο για την Ελλάδα», ενώ σχετικά με τις διαπραγματεύσεις και την κατάληξή τους, συμπλήρωσε:
«Η εντολή της κυβέρνησης από το λαό είναι για διαπραγμάτευση και κλείσιμο συμφωνίας», επαναλαμβάνοντας ωστόσο την πάγια θέση του ότι «εάν κανείς δεν μπορεί να διανοηθεί ρήξη, δεν διαπραγματεύεται».
Ερωτηθείς σχετικά με την συμμετοχή ή μη του ΔΝΤ, ο κ. Βαρουφάκης ανέφερε ότι «δεν έχουμε ιδεολογικό θέμα για τη συμμετοχή του ΔΝΤ. Εάν το επιθυμεί το συζητάμε, αλλά θεωρώ ότι δεν το επιθυμεί το ίδιο, και είναι καλύτερο να υπάρχει μια συμβολαιακή σχέση μεταξύ Ελλάδος και ΕΕ (με συμμετοχή και οργανισμών όπως η Παγκόσμια Τράπεζα)».
Όσον αφορά, δε, στις ιδιωτικοποιήσεις, ο υπουργός Οικονομικών, σημείωσε πως «δεν είμαστε δογματικοί», εξαπολύοντας παράλληλα επίθεση στην προηγούμενη κυβέρνηση καθώς «θα έπρεπε να ντρέπεται για τον τρόπο που τις έκανε».
«Το ΤΑΙΠΕΔ ήταν απαράδεκτα διαρθρωμένο και ιδιωτικοποιήσεις έγιναν με τη μορφή ξεπουλήματος χωρίς αναπτυξιακή προοπτική», επισήμανε χαρακτηριστικά, τονίζοντας ότι μερικές μάλιστα κατέπεσαν (από αποφάσεις ΣτΕ κλπ).
«Θα σεβαστούμε τις διαδικασίες που έχουν ξεκινήσει», επανέλαβε ακολούθως ο Βαρουφάκης, επισημαίνοντας ξανά ότι σε ορισμένες περιπτώσεις αλλάζουν οι όροι προς το καλύτερο του Δημοσίου αλλά και των επενδυτών.
Στη συνέχεια, ο ΥΠΟΙΚ διευκρίνισε ότι είναι πολέμιος ενός Plan B, διότι «μια έξοδος από μια νομισματική ένωση είναι ένα πισωγύρισμα σε ένα μονοπάτι που οδηγεί στο γκρεμό» και επισήμανε ότι δεν θα υπογράψει μια συμφωνία που θα προβλέπει μειώσεις επικουρικών κατά 80% και αυξήσεις ΦΠΑ, που θα οδηγεί στο πουθενά.
«Δεν θα το κάνω. Ο εταίροι μας πρέπει να το σεβαστούν αυτό. Διαπραγματευόμαστε την έξοδο της χώρας μας από την σκοτοδίνη», κατέστησε σαφές.
Όσον αφορά, δε, στη φορολόγηση των τραπεζικών συναλλαγών, ανέφερε ότι τέτοιες προτάσεις έρχονται από την άλλη πλευρά, διευκρινίζοντας μεταξύ άλλων, αργότερα σε δημοσιογράφους, ότι δεν μπορεί από την μια να δίνουμε κίνητρα για τη χρήση του πλαστικού χρήματος και από την άλλη να φορολογούνται τραπεζικές συναλλαγές.
Καταλήγοντας, ο υπουργός Οικονομικών, αφού άφησε αιχμές για την άλλη πλευρά, σημειώνοντας ότι: «Οι θεσμοί μάς λένε εδώ και χρόνια ότι είναι σημαντικό να μειωθεί ο αριθμός των φορολογικών συντελεστών του ΦΠΑ. Οι αντιδράσεις ήταν θετικές. Μακάρι να μπορούσαμε ψυχρά, τεχνοκρατικά και εμπειρικά να προχωρήσουμε σε συμφωνία. Υπάρχουν πολιτικές διαστάσεις που εμποδίζουν την τεχνοκρατική αυτή διευθέτηση», κατέστησε σαφές πως «δεν υπάρχει κάτι που να θέλουμε πιο πολύ από το να κλείσουμε μια συμφωνία και να λειτουργήσουμε ως κανονική χώρα».
«Έντιμη συμφωνία με τους εταίρους και ένα εθνικό σχέδιο αλλαγών και μεταρρυθμίσεων»
Η επίτευξη μιας βιώσιμης συμφωνίας με τους εταίρους μας αποτελεί καίριας σημασίας ζητούμενο, καθώς συνδέεται άμεσα με τη δυνατότητα της χώρας να αντλήσει κεφάλαια από τις αγορές, υπογράμμισε από την πλευρά του ο πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων και του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθήνας, Κωνσταντίνος Μίχαλος, στο Δ.Σ. ΕΒΕΑ.
Όπως είπε ο κ. Μίχαλος «εάν η διαπραγμάτευση αποτύχει, η χώρα θα βρεθεί μπροστά σε οδυνηρές επιλογές, οι οποίες μπορούν να οδηγήσουν ακόμα και σε πιστωτικό γεγονός. Αυτό δεν σημαίνει ότι η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να αποδεχτεί μέτρα που θα βαθύνουν ακόμα περισσότερο την ύφεση στην αγορά, ή μέτρα αμφίβολου δημοσιονομικού αποτελέσματος. Η κυβέρνηση όμως καλείται να πείσει τους εταίρους και τους πιστωτές, ότι οι προτάσεις της χώρας μας αποτελούν τη χρυσή τομή για την ενδυνάμωση της ελληνικής οικονομίας, ώστε να συνεχίσει να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της, αλλά και για την αποτροπή νέου δημοσιονομικού προβλήματος».
Κατά τον κ. Μίχαλο, «δεν αρκεί ένας έντιμος συμβιβασμός. Η επίτευξη ενός υψηλού και διατηρήσιμου ρυθμού ανάπτυξης, της τάξης του 3% και άνω οφείλει να αναδειχθεί σε πρώτη εθνική προτεραιότητα, ενώ η οικοδόμηση μιας ανταγωνιστικής οικονομίας με ισχυρές επιχειρήσεις απαιτεί σταθερό φορολογικό πλαίσιο, χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές, μείωση του κόστους της ενέργειας, αποκατάσταση συνθηκών ρευστότητας για το κράτος και τις επιχειρήσεις, μείωση της γραφειοκρατίας, έξυπνες δομές στήριξης της επιχειρηματικής δράσης, επένδυση στην καινοτομία και την εξωστρέφεια, ηλεκτρονικές υποδομές παντού, καθώς και συμμετοχή της χώρας στο Πακέτο Γιούνκερ».
Οι στόχοι αυτοί απαιτούν επίσης κατά τον κ. Μίχαλο, αξιοποίηση των πόρων του ΕΣΠΑ σε όφελος των δυναμικών και εξωστρεφών κλάδων της οικονομίας, ανάπτυξη αποτελεσματικότερων χρηματοοικονομικών μέσων, τολμηρό σχέδιο καταπολέμησης της φοροδιαφυγής με ενίσχυση των ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής, επιτάχυνση μεγάλων αναπτυξιακών projects (όπως τα περιφερειακά αεροδρόμια), την αναβάθμιση των λιμενικών και σιδηροδρομικών υποδομών, νέα προγράμματα που δημιουργούν πολλαπλασιαστικά οφέλη για την ανάπτυξη και την απασχόληση - δημόσια διοίκηση με διαφάνεια, στοχοθεσία, αξιολόγηση και λογοδοσία, αρωγό και όχι εμπόδιο της ανάπτυξης και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας.
Ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ, πρότεινε επίσης εργασιακό καθεστώς πάνω στα ευρωπαϊκά πρότυπα και «με βάση το flexibility αλλά και το flexisecurity", ιδιωτικοποιήσεις "με γνώμονα, όχι τόσο το εισπρακτικό αποτέλεσμα όσο κυρίως τη δημιουργία νέων βιώσιμων θέσεων εργασίας", ανάπτυξη των ιδιωτικοποιημένων πλέον επιχειρήσεων ώστε να προκύπτει προστιθέμενη αξία για την εθνική μας οικονομία, και βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα με στοχευμένες αλλαγές "εκεί τουλάχιστον που οφθαλμοφανώς πάσχει, όπως οι πρόωρες συνταξιοδοτήσεις"».