Τελεσίγραφο Τόμσεν σε Ντάισελμπλουμ: Προχωρήστε σε ελάφρυνση του ελληνικού χρέους
Έμμεση πλην σαφή απάντηση στον επικεφαλής του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ έδωσε ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Τομέα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Πολ Τόμσεν, ο οποίος, μιλώντας από τη Λίμα του Περού, επανέλαβε ότι το χρέος της Ελλάδας δεν είναι βιώσιμο.
«Το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο» διαμηνύει το ΔΝΤ και προειδοποιεί με αποχώρηση από το πρόγραμμα - Βαθαίνει το χάσμα Ε.Ε. - Ταμείου
Παράλληλα, ξεκαθάρισε ότι «το ΔΝΤ δεν πρόκειται να συμμετάσχει στη χρηματοδότηση του ελληνικού προγράμματος, αν προηγουμένως η Ευρώπη δεν προχωρήσει σε μία γενναία ελάφρυνση του δημοσίου χρέους της χώρας».
Ο παλιός γνώριμος της Ελλάδας από τη συμμετοχή του στην τρόικα εκτίμησε ότι ο κίνδυνος αναζωπύρωσης της κρίσης στην Ελλάδα έχει περιοριστεί σημαντικά με τη νέα συμφωνία που υπέγραψε η ελληνική κυβέρνηση το καλοκαίρι.
Όπως είπε, η ελληνική κυβέρνηση εμφανίζεται έτοιμη να συζητήσει για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις στις οποίες πρέπει να προχωρήσει η χώρα. Ωστόσο, διευκρίνισε ότι η ατζέντα των μεταρρυθμίσεων στις οποίες θα πρέπει να προχωρήσει η κυβέρνηση, κυρίως στο συνταξιοδοτικό, αλλά και στο δημοσιονομικό πεδίο, είναι αρκετά μεγάλη. Ωστόσο, όπως είπε χαρακτηριστικά, «καλωσορίζουμε την ελληνική κυβέρνηση η οποία φαίνεται να αντιλαμβάνεται αυτή την αναγκαιότητα».
Ο ίδιος επανέλαβε ότι το χρέος της Ελλάδας δεν είναι βιώσιμο, προτρέποντας τους Ευρωπαίους να προχωρήσουν σε μία γενναία ελάφρυνσή του, καθώς, όπως είπε, οι μεταρρυθμίσεις από μόνες τους δεν αρκούν, προκειμένου η χώρα να επανέλθει στο δρόμο της βιώσιμης ανάπτυξης. Ξεκαθάρισε ότι χωρίς ελάφρυνση του χρέους, το ΔΝΤ δεν θα συμμετάσχει χρηματοδοτικά στο νέο πρόγραμμα, ενώ απέφυγε να προσδιορίσει το πώς εννοεί το ΔΝΤ την ελάφρυνση αυτή.
Εμμέσως, πλην σαφώς, ο κ. Τόμσεν έδειξε να προκρίνει μία λύση ανάλογη εκείνης που εφαρμόστηκε το 2011 με το PSI, αναφέροντας ότι, αν επιλεγεί τελικά η αναδιάρθρωση του χρέους με τη χρονική επιμήκυνσή του, αυτή θα πρέπει, για να είναι αποτελεσματική, να μεταθέτει τις λήξεις των ομολόγων σε «ιδιαίτερα μεγάλο βάθος χρόνου».