Στέλεχος ΕΚΤ: Υπάρχουν περιθώρια για περισσότερη ποσοτική χαλάρωση
Στη συνεδρίαση του Δ.Σ. της ΕΚΤ τον περασμένο μήνα, στην οποία συμμετείχε για πρώτη φορά ο Λέιν, η κεντρική τράπεζα επέκτεινε το πρόγραμμά της αγορών ομολόγων για έξι μήνες, αλλά τα μέτρα που ανακοίνωσε ήταν κατώτερα μίας επιθετικής χαλάρωσης που ήλπιζαν πολλοί επενδυτές.
Οι επενδυτές εκτιμούσαν χθες ότι υπάρχει πιθανότητα 50% για μία περαιτέρω μείωση του επιτοκίου από την ΕΚΤ στη συνεδρίαση του Μαρτίου, καθώς η βουτιά των χρηματιστηρίων αυτή την εβδομάδα και η πτώση των τιμών του πετρελαίου περιορίζουν τις προοπτικές για τον πληθωρισμό.
«Τότε (τον Δεκέμβριο) υπήρχαν πολλές ενδείξεις ότι η ποσοτική χαλάρωση ήταν αποτελεσματική, ότι βοηθούσε στην αύξηση των πιστώσεων στην Ευρώπη, στη μείωση των επιτοκίων σε ορισμένες χώρες», δήλωσε ο Λέιν σε συνέντευξη που έδωσε στην εφημερίδα Irish Times, προσθέτοντας: «Είναι, όμως, σημαντικό να λεχθεί ότι δεν έχει κλείσει καμία πόρτα. Εάν η ροή των στοιχείων τους επόμενους λίγους μήνες δείξει ότι πρέπει να γίνουν περισσότερα, μπορούν να γίνουν περισσότερα».
Ο Λέιν σημείωσε ότι η ευρωπαϊκή οικονομία ανακάμπτει, αν και σημαντική πηγή στήριξης είναι οι χαμηλές τιμές του πετρελαίου εν μέσω μίας «ασυνήθιστα υψηλής αβεβαιότητας στην παγκόσμια οικονομία».
Αναφορικά με την ταραχή που επικράτησε στις κινεζικές αγορές κατά την έναρξη του 2016, ο κεντρικός τραπεζίτης δήλωσε πως πιστεύει ότι υπάρχουν πολλά περιθώρια παρέμβασης από τις κινεζικές Αρχές κατά τη μετάβαση σε μία οικονομία που θα διαμορφώνεται περισσότερο από την κατανάλωση και την αναπόφευκτη επιβράδυνση μίας οικονομίας του μεγέθους (της Κίνας).
«Αυτές οι οικονομίες, όπως της Κίνας, που έχουν μία μακρά παράδοση πλεονασμάτων στο ισοζύγιο εξωτερικών πληρωμών τους, που έχουν μεγάλα συναλλαγματικά αποθέματα, έχουν πολλά μέσα πολιτικής για να αντιμετωπίζουν τα όποια προβλήματα προκύπτουν», σημείωσε ο Λέιν, προσθέτοντας: «Ενώ οικονομίες, όπως της Βραζιλίας, που είχαν ελλείμματα στο ισοζύγιο εξωτερικών πληρωμών και που βασικά εξαρτώνται πολύ από δανεισμό σε ξένο νόμισμα, είναι πολύ περισσότερο ευάλωτες».