Τσακαλώτος: Θα φέρουμε την ανάπτυξη
Μιλώντας στη Βουλή, σε επερώτηση της ΝΔ για την ανακεφαλαιοποίηση των Τραπεζών, ο κ. Τσακαλώτος σημείωσε «Έχουμε όλο το πλαίσιο να φέρουμε την οικονομία στην ανάπτυξη, να παραμείνουμε παρεμβαίνοντας στις ευρωπαϊκές δομές και με κοινωνική αναδιανομή».
Όπως είπε, η κυβέρνηση έχει σχέδιο και οδικό χάρτη.
Πρόσθεσε δε ότι «το πρόγραμμά του ΣΥΡΙΖΑ το ακούμε από την Πορτογαλία και την Ισπανία μέχρι την Ιταλία, να δείτε πόσο μεγάλη αλλαγή υπάρχει από πέρυσι. Αξίζει να μην υποκύπτεις σε εκβιασμούς. Το ξέρουν οι αριστεροί αυτό».
Κριτική στην ανακεφαλαιοποίηση άσκησε η αντιπολίτευση: «Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ θα απολογηθεί στον ελληνικό λαό. Και θα απολογηθεί πολύ σύντομα», είπε ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Ν.Δ. Νίκος Δένδιας, ενώ ο Χρήστος Σταϊκούρας σημείωσε ότι «Η Ν.Δ. θα αναζητήσει, και θα αναδείξει τις μεγάλες ευθύνες της σημερινής κυβέρνησης για αυτή την καθοδική πορεία».
«Παλαιότερα πείραζα την κυρία Κωνσταντοπούλου ότι ανακάλυψε το δικαστικό δρόμο προς τον σοσιαλισμό, ελπίζω ο κ. Μητσοτάκης να μην έχει αποκαλύψει το δικαστικό δρόμο προς τον ακραίο φιλελευθερισμό», απάντησε, με σκωπτικό τόνο, ο κ. Τσακαλώτος.
Απέναντι στην κριτική που δέχθηκε από την πτέρυγα της αξιωματικής αντιπολίτευσης για τα αποτελέσματα της ανακεφαλαιοποίησης, ο υπουργός Οικονομικών τόνισε ότι τα 5,7 δισ. ευρώ που δόθηκαν για την κεφαλαιακή ενίσχυση των πιστωτικών ιδρυμάτων θα επιστρέψουν στα δημόσια ταμεία, καθώς το 75% των χρημάτων είναι σε μορφή «CoCos».
«Οι τέσσερις συστημικές τράπεζες θα είναι με σημαντική παρουσία στα Βαλκάνια αν τα πράγματα πάνε καλά σε μία δεκαετία. Έχω κάθε προσδοκία ότι θα ξεπεράσουμε τα έσοδα των 5,7 δισ.», είπε χαρακτηριστικά.
Απαντώντας στην ερώτηση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, Ανδρέα Λοβέρδου, για την FINANSBANK, ο κ. Τσακαλώτος είπε πως «μάλλον η πώληση ήταν συμφέρουσα», επισήμανε ωστόσο ότι στα «δύσκολα ερωτήματα», «δεν παίρνει ισχυρή θέση» διότι – όπως είπε χαρακτηριστικά - «νομίζω ότι υπάρχουν καλά επιχειρήματα και από τις δύο πλευρές». «Νομίζω πάντως ότι το τίμημα που πήραμε ήταν αρκετά καλό, δεδομένου του φόβου που θα μπορούσε να έχει κανένας και τις προοπτικές της τουρκικής οικονομίας γενικότερα και της προοπτικής μιας υποτίμησης της τουρκικής λίρας», τόνισε.