Αλλάζουν όλα στις συντάξεις στρατιωτικών και δημοσίων υπαλλήλων
Από τις ριζικές αλλαγές του νέου ασφαλιστικού θα επηρεαστεί το σύνολο των δημοσίων υπαλλήλων, δηλαδή τακτικοί και μετακλητοί υπάλληλοι του Δημοσίου, της Βουλής, των ΝΠΔΔ, των ΟΤΑ α’ και β’ βαθμίδας, ιερείς, στελέχη Ενόπλων Δυνάμεων, Σωμάτων Ασφαλείας και Πυροσβεστικού Σώματος θα υπάγονται από τη ψήφιση του νόμου στον Ενιαίο Φορέα Κύριας Ασφάλισης (ΕΦΚΑ), μαζί με όλους τους ασφαλισμένους του ιδιωτικού τομέα (μισθωτούς, αυτοαπασχολούμενους, αγρότες κ.α.).
Οι συντάξεις τους θα υπολογίζονται με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή ως άθροισμα Εθνικής και Ανταποδοτικής Σύνταξης.
Σύμφωνα με το «Έθνος της Κυριακής», το ασφαλιστικό νομοσχέδιο ορίζει πως:
- Όσοι αποχωρούν εντός του 2016 με τον νέο τρόπο υπολογισμού και αν η μεικτή σύνταξή τους υπολείπεται κατά 20% και πλέον από τον παλαιό τρόπο θα δικαιούνται το μισό της διαφοράς αυτής. Όσοι φύγουν εντός του 2017 θα πάρουν το 1/3 της διαφοράς και όσοι φύγουν το 2018 το ¼.
- Όσοι αποχωρούν από την υπηρεσία τους υποβάλλοντας αίτημα συνταξιοδότησης μέχρι την ημερομηνία ψήφισης του νόμου οι συντάξεις τους θα υπολογιστούν με τον παλιό τρόπο, δηλαδή με όσα ίσχυαν στις 31/12/2014 (θα υποστούν όμως τα νέα πλαφόν).
- Όσοι αποχωρούν από την ψήφιση του νόμου και μετά μπαίνουν στην προκρούστεια κλίνη του νέου τρόπου υπολογισμού. Η πόρτα του παλαιού ευνοϊκότερου καθεστώτος κλείνει και για όσους κατά την ημερομηνία ψήφισης του νόμου δεν έχουν συμπληρώσει το προβλεπόμενο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης. Δηλαδή εντάσσονται στον νέο τρόπο υπολογισμού ακόμη και όσοι δημόσιοι υπάλληλοι έχουν καταθέσει αίτηση συνταξιοδότησης με αναστολή καταβολής της, επειδή έχουν συμπληρώσει τα έτη ασφάλισης για θεμελίωση αλλά όχι και το απαραίτητο όριο ηλικίας.
Το νομοσχέδιο δεν «ακουμπά» τις προϋποθέσεις θεμελίωσης σύνταξης και τα όρια ηλικίας που ισχύουν σήμερα στο Δημόσιο.
Από την ένταξη στον ΕΦΚΑ εξαιρούνται:
- Βουλευτές και αιρετά όργανα των ΟΤΑ α΄ και β΄ βαθμίδας.
- Όσοι δικαιούνται σύνταξη αναπηρίας που προήλθε εξαιτίας της υπηρεσίας.
- Όσοι λαμβάνουν προσωπικές συντάξεις.
- Παθόντες από τρομοκρατική ενέργεια ή βίαιο συμβάν.
- Όσοι δικαιούνται πολεμική σύνταξη, σύνταξη αναπήρου οπλίτη ειρηνικής περιόδου, σύνταξη Εθνικής Αντίστασης, ΟΓΑ ή ανασφάλιστου αγωνιστή Εθνικής Αντίστασης.
- Λογοτέχνες, καλλιτέχνες που δικαιούνται σύνταξη από το Δημόσιο.
Από το 2018 αρχίζει η αναπροσαρμογή των σημερινών συντάξεων, με συντελεστή που θα διαμορφώνεται με βάση το ΑΕΠ και τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.
Όλες οι συντάξεις μένουν «παγωμένες» μέχρι και 31/12/2017, ώστε από τον Ιανουάριο του επόμενου χρόνου να αρχίσει η εφαρμογή της «προσωπικής διαφοράς».
Η εφημερίδα παρουσιάζει τη διάταξη του ασφαλιστικού νομοσχεδίου που ορίζει τον μηχανισμό αναπροσαρμογής των καταβαλλόμενων συντάξεων. Σύμφωνα με την επίμαχη ρύθμιση, όλες οι σημερινές κύριες συντάξεις επανυπολογίζονται με βάση τον νέο τύπο που φέρνει το νομοσχέδιο: Εθνική Σύνταξη και ανταποδοτικό τμήμα με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης.
Ειδικότερα στο νομοσχέδιο αναφέρεται πως «για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους λαμβάνεται υπόψη ο συντάξιμος μισθός επί του οποίου κανονίστηκε η ήδη χορηγηθείσα σύνταξη, όπως αυτός είχε διαμορφωθεί πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου, με βάση τους κανόνες αναπροσαρμογής των συντάξιμων αποδοχών του Δημοσίου τομέα, που ίσχυαν κατά τη δημοσίευση του παρόντος»
Μέχρι 31/12/2017 οι καταβαλλόμενες συντάξεις μένουν «παγωμένες» στο ύψος που είχαν την 31/12/2014, αφαιρούμενης της εισφοράς υπέρ υγειονομικής περίθαλψης, που νομοθετήθηκε το περασμένο καλοκαίρι.
Όπως αναφέρεται στο νομοσχέδιο, «από την 1/1/2018, εφόσον το καταβαλλόμενο ποσό των συντάξεων είναι μεγαλύτερο από αυτό που προκύπτει από τον επανυπολογισμό τους, το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, συμψηφιζόμενο κατ’ έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή του, με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων».
Για την αναπροσαρμογή των συντάξεων ο νομοθέτης παραπέμπει σε επόμενο άρθρο που ορίζει πως η νέα σύνταξη που εκδίδεται μετά την ψήφιση του νόμου «αυξάνεται από την 1/1/2017 κατ’ έτος στη βάση συντελεστή που διαμορφώνεται κατά 50% από τη μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του προηγούμενου έτους και δεν υπερβαίνει την ετήσια μεταβολή του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή».
Σε περίπτωση που το καταβαλλόμενο ποσό είναι μικρότερο από αυτό που προκύπτει από τον επανυπολογισμό (το υπουργείο Εργασίας έχει υπολογίσει τις αυξήσεις που προκύπτουν από τον επανυπολογισμό σε 100 εκατομμύρια), τότε η αύξηση θα δοθεί σταδιακά και ισόποσα εντός πέντε ετών μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής.