Συνάντηση Σπίρτζη - Γαβρίλη για τον πρώην σταθμό του ΟΣΕ
Σύμφωνα με πληροφορίες, η αντιπεριφέρεια Πειραιά αναμένεται να ζητήσει την παραχώρηση του πρώην σταθμού του ΟΣΕ, αλλά και της σιδηροδρομικής γραμμής έως τη Λεύκα - Ρετσίνα, με την υποχρέωση, ωστόσο, ότι αν ζητηθεί εκ νέου από τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων Ελλάδας, να επιστραφεί άμεσα σε πέντε εβδομάδες.
Ωστόσο, πηγές από την αντιπεριφέρεια, τόνισαν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να χρειαστεί στο μέλλον, καθώς ήδη υπάρχει παραπλεύρως η γραμμή της ΤΡΑΙΝΟΣΕ.
Το κτίριο του σταθμού του ΟΣΕ, που έχει μικρή διαμερισματοποίηση, αναμένεται να χρησιμοποιηθεί ως μουσείο του Ρεμπέτικου, ενώ αναφορικά με την αξιοποίηση της σιδηροδρομικής γραμμής έως τη Λεύκα, στόχος είναι να υπάρξουν παρεμβάσεις με ανάπλαση των χώρων, δημιουργία πεζοδρομίων και ποδηλατοδρόμου.
Σημειώνεται ότι η προηγούμενη δημοτική Αρχή Πειραιά είχε εκπονήσει ένα σχέδιο για το συγκεκριμένο κτίριο, αλλά δεν υλοποιήθηκε.
Ο συγκεκριμένος σταθμός που βρίσκεται απέναντι από την πύλη Ε3 στο λιμάνι του Πειραιά, λειτούργησε για έναν ολόκληρο αιώνα -από το 1904 μέχρι το 2004- και έγινε γνωστός ως ο «σταθμός της ξενιτιάς», καθώς ήταν η αφετηρία αναχώρησης για πολλούς μετανάστες που αναζητούσαν μια καλύτερη ζωή στη βόρεια Ευρώπη.
Χαρακτηρίζεται ως ένα έργο ιδιαίτερης αρχιτεκτονικής, ιστορικής και κοινωνικής σημασίας για την πόλη και υπήρξε ένα πολύ προηγμένο τεχνικά έργο για την εποχή του.
Η κατασκευή του, ολοκληρώθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και αποτέλεσε μέρος του οράματος του Χαρίλαου Τρικούπη για τη σύνδεση της πρωτεύουσας με τη Βόρεια Ελλάδα και την Ευρώπη, όπως παρατηρεί κανείς στην ιστοσελίδα της ΤΡΑΙΝΟΣΕ.
Λόγω της θέσης και της αρχιτεκτονικής του, το 2004 ο σταθμός χαρακτηρίστηκε ως μνημείο από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων.
Με την ευκαιρία των Ολυμπιακών Αγώνων επιχειρήθηκε η ανακαίνισή του, όμως καθώς αυτή ολοκληρώθηκε μετά τους αγώνες, ο Σταθμός δεν ξαναχρησιμοποιήθηκε.
Πρωτοβουλίες της αντιπεριφέρειας για τη δημιουργία κλειστής αγοράς
Σχετικά με το κτίριο της ΣΤΑΣΥ, έκτασης περίπου 6 στρεμμάτων που χρησιμοποιείτο ως αποθήκη, στόχος είναι να ζητηθεί από την αντιπεριφέρεια Πειραιά η παραχώρησή του, προκειμένου να γίνει εκεί η νέα κεντρική αγορά του Πειραιά. Το συγκεκριμένο αίτημα για τη δημιουργία της νέας κεντρικής αγοράς της πόλης στο συγκεκριμένο κτίριο είναι από παλιά και ήδη το πανεπιστήμιο Πειραιά έχει εκπονήσει και σχετική μελέτη για το θέμα. Σε ερώτηση του ΑΠΕ-ΜΠΕ προς τον αντιπεριφερειάρχη Πειραιά Γιώργο Γαβρίλη, αν στο συγκεκριμένο κτίριο μπορεί να γίνει η νέα αγορά του Πειραιά, τόνισε ότι το εγχείρημα είναι αρκετά δύσκολο καθώς χρειάζεται φορέα διαχείρισης και ο καλλικρατικός νόμος δεν επιτρέπει το «χτίσιμο» νέων δημοτικών επιχειρήσεων.
Πρόσθεσε ότι το πανεπιστήμιο Πειραιά είχε δώσει ήδη για το θέμα αυτό τρεις εναλλακτικές λύσεις.
Η μία είναι η δημιουργία φορέα με μονομετοχική σύνθεση τον δήμο Πειραιά, η δεύτερη, η πλειοψηφία των μετοχών να ανήκουν στον δήμο και στον εμπορικό σύλλογο και η τρίτη, στη νέα εταιρεία να συμμετέχει η ΣΤΑΣΥ στην οποία ανήκει και το κτίριο.
Το συγκεκριμένο σημείο όπου βρίσκεται το κτίριο, σύμφωνα με την αντιπεριφέρεια, έχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα, καθώς είναι επάνω σε συγκοινωνιακό κόμβο, όπου συναντώνται μετρό, ηλεκτρικός και προαστιακός, ενώ βρίσκεται και σε πολύ κοντινή απόσταση από το λιμάνι του Πειραιά.
Σήμερα, στις οδούς Λυκούργου Δημοσθένους και Γούναρη, λειτουργούν ορισμένα καταστήματα τροφίμων ωστόσο στόχος του δήμου Πειραιά αλλά και της αντιπεριφέρειας, είναι η δημιουργία μια νέα σύγχρονης ευρωπαϊκής αγοράς σε κεντρικό σημείο της πόλης που θα μπορεί να γίνει πόλος έλξης.
Στον Πειραιά, στα μέσα του 1863, είχε χτιστεί η κεντρική αγορά της πόλης, που διέθετε δεκάδες καταστήματα και απασχολούσε περισσότερα από 1000 άτομα, αλλά ο διορισμένος δήμαρχος Αριστ.Σκυλίτσης στη διάρκεια της δικτακτορίας την κατεδάφισε με το αιτιολογικό ότι η εμφάνισή της δεν ήταν ενδεδειγμένη.
Σημειώνεται ότι στην κεντρική αγορά του Πειραιά το μεσημέρι που κάλμαρε η κίνηση, μαζεύονταν όλοι οι ρεμπέτες της εποχής εκείνης στα ουζερί (Βαμβακάρης, Τσιτσάνης, Μπάτης, Στελλάκης κ.α), ενώ η περιοχή κατακλυζόταν, από τους ήχους των μουσικών οργάνων, σε μια πανδαισία ήχων.