Βελκουλέσκου: Ανάγκη γενναίας ελάφρυνσης του χρέους - Είναι μη βιώσιμο
Την πάγια θέση του ΔΝΤ για την ανάγκη γενναίας ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, εξέφρασε η εκπρόσωπος του Ταμείου στους θεσμούς, Ντέλια Βελκουλέσκου, κατά την ομιλία της στο συνέδριο του Economist.
Σύμφωνα με την κ. Βελκουλέσκου, το ελληνικό πρόγραμμα δεν είναι βιώσιμο, καθώς περιλαμβάνει ιδιαίτερα φιλόδοξους στόχους όσον αφορά στο πρωτογενές πλεόνασμα, ενώ οι μεταρρυθμίσεις περιορίζονται στη φορολογία και στη μείωση των συντάξεων. Αντίθετα, είπε, απαιτούνται μεταρρυθμίσεις δομικού χαρακτήρα, προκειμένου η ελληνική οικονομία να επανέλθει σε τροχιά σταθεροποίησης. Μόνον εάν υπάρξει ένας συνδυασμός όλων αυτών, πρόσθεσε, δεν θα δούμε ξανά στο μέλλον κανένα σχέδιο για Grexit.
Σε ό,τι αφορά στη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, η κ. Βελκουλέσκου ανέφερε ότι το Ταμείο έχει δεσμευθεί για τη νέα χρηματοδότηση της Ελλάδας, η οποία όμως θα πραγματοποιηθεί μόνον εάν υπάρξει δέσμευση της Ευρώπης για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Τα μέτρα ανακούφισης του χρέους, είπε, πρέπει να συμβαδίζουν με τη μελέτη βιωσιμότητας που ετοιμάζει το Ταμείο (σ.σ. προσδιορίζεται χρονικά προς το τέλος του έτους) και τότε θα ανοίξει η συζήτηση για να εμπλοκή και χρηματοδοτικά στο ελληνικό πρόγραμμα.
Ντέκλαν Κοστέλο: Απαιτητική η η δεύτερη αξιολόγηση
Ιδιαίτερα αισιόδοξος για την επιτυχία του ελληνικού προγράμματος, εμφανίστηκε κατά την τοποθέτησή του στο συνέδριο, ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στους θεσμούς, Ντέκλαν Κοστέλο. Σύμφωνα επίσης με τον κ. Κοστέλο, η δεύτερη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος θα είναι απαιτητική και γεμάτη προκλήσεις.
Δεν προσδιόρισε το χρονοδιάγραμμα της συγκεκριμένης αξιολόγησης, αλλά ανέφερε ότι τα προαπαιτούμενα θα πρέπει να ψηφιστούν έως τις 11 Δεκεμβρίου φέτος.
Ο κ. Κοστέλο διαβεβαίωσε ότι δεν υπάρχει πλέον κίνδυνος «κουρέματος» για τις καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες, ενώ ανέφερε ότι η συζήτηση για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους κινείται προς την κατεύθυνση της μείωσης του κόστους ετήσιας εξυπηρέτησης.
Παράλληλα, σχολίασε ότι η συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα είναι αποκλειστικά απόφαση του διοικητικού συμβουλίου του, ωστόσο επισήμανε ότι για την Ευρώπη, η παρουσία τού Ταμείου είναι κρίσιμης σημασίας.
Γιώργος Χουλιαράκης- Νικόλα Τζιαμαρόλι
«Η δέσμευση είναι δέσμευση και θα τιμήσουμε τη δέσμευση για τα πρωτογενή πλεονάσματα, για να δημιουργήσουμε αξιοπιστία», ανέφερε στο συνέδριο ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Χουλιαράκης, εκφράζοντας, ωστόσο, την προτίμηση της κυβέρνησης για χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα από το 2018 και μετά.
«Η προτίμησή μας είναι μετά το 2018 να έχουμε πολύ χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα. Στο ύψος του 1,5%- 2% του ΑΕΠ μακροπρόθεσμα», δήλωσε.
Σύμφωνα με τον αναπληρωτή υπουργό, «η ευαρέσκεια αποτελεί αρνητικό ρίσκο» για την επιτυχία του προγράμματος, ενώ εκτίμησε ότι η δεύτερη αξιολόγηση θα έχει ολοκληρωθεί στα τέλη Οκτωβρίου.
Ο κ. Χουλιαράκης είπε ότι το νέο πρόγραμμα ενσωματώνει ορισμένα θετικά χαρακτηριστικά, όπως:
• Η διαχείριση της δημοσιονομικής προσαρμογής είναι πλέον ευκολότερη
• Το δημοσιονομικό και χρηματοπιστωτικό κομμάτι του προγράμματος έχουν υλοποιηθεί. Η σταθερότητα έχει αποκατασταθεί και οι δημοσιονομικοί στόχοι θα επιτευχθούν με τα μέτρα που έχουν ήδη ληφθεί
• Η υφεσιακή επίπτωση των μέτρων θα αντισταθμιστεί από τις αποπληρωμές των ληξιπρόθεσμων οφειλών
• Η αποκατάσταση του waiver και η ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης θα έχουν θετικές επιπτώσεις.
Τα επόμενα βήματα, σύμφωνα με τον αναπληρωτή υπουργό, πρέπει να αφορούν σε διεύρυνση της φορολογικής βάσης, ανακατάταξη των μεταρρυθμίσεων- με μεγαλύτερη έμφαση στην αγορά προϊόντων και το σύστημα απονομής δικαιοσύνης-, βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων.
«Απάντηση» στον κ. Χουλιαράκη για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων έδωσε, από το βήμα του συνεδρίου, ο εκπρόσωπος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) στους θεσμούς, Νικόλα Τζιαμαρόλι.
Όπως είπε ο κ. Τζιαμαρόλι, απευθυνόμενος ουσιαστικά στον Έλληνα αναπληρωτή υπουργό, «έχετε αναλάβει δέσμευση για επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του ΑΕΠ και για μετά το 2018», προσθέτοντας ότι «βεβαίως μπορείτε να διαπραγματευτείτε αλλά προς το παρόν η δέσμευσή σας είναι αυτή».