«Δεν κουνιέται φύλλο» στη μάχη για Εργασιακά και Ασφαλιστικό
Με υποτιθέμενες κόκκινες γραμμές ξεκινά σήμερα η μάχη για τα εργασιακά με τις προγραμματισμένες συναντήσεις με τους επικεφαλής των θεσμών που θα έχει ο υπουργός Εργασίας Γιώργος Κατρούγκαλος, σήμερα Τετάρτη και αύριο Πέμπτη, στην Αθήνα.
ΑΝΤΙΣΤΡΟΦΗ ΜΕΤΡΗΣΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΛΛΑΓΕΣ - ΤΑ ΠΡΟΑΠΑΙΤΟΥΜΕΝΑ - ΤΑ ΕΚΚΡΕΜΗ ΖΗΤΗΜΑΤΑ
Αν και το πόρισμα της Διεθνούς Επιτροπής Εμπειρογνωμόμων, που έχει συμφωνηθεί με τους δανειστές υποτίθεται ότι θα αποτελούσε το έναυσμα της σχετικής διαδικασίας δεν είναι ακόμη έτοιμο, την ώρα που στη συνάντηση θα τεθούν οι όροι, τα όρια και οι... κόκκινες γραμμές.
Η συνάντηση της Τετάρτης θα αφορά τα εργασιακά, ενώ την Πέμπτη θα συζητηθούν οι «ουρές» της πρώτης αξιολόγησης σε σχέση με το ασφαλιστικό.
Ομως η πραγματική διαπραγμάτευση θα πρέπει να περιμένει το πόρισμα της Επιτροπής Εμπειρογνωμώνων το οποίο ακόμα δεν έχει παραδοθεί όμως σε αυτή την πρώτη συνάντηση θα οριστούν τα διαδικαστικά θέματα και τα όρια της κάθε πλευράς.
Στόχος του Ελληνα υπουργού είναι να υπογραμμίσει ότι δεν πρόκειται να διαπραγματευτεί τίποτα που θα επιδεινώσει τη θέση των εργαζομένων και θα τεθεί το θέμα επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Στόχος του υπουργού είναι η διαπραγμάτευση για τα εργασιακά πραγματοποιηθεί θετικά και επιθετικά και όπως είπε στη ΔΕΘ «για πρώτη φορά δε θα αμυνόμαστε απλώς στις απαιτήσεις των δανειστών».
Μένει να δούμε την αντίδραση των θεσμών στις κόκκινες γραμμές και στις επιθετικές απαιτήσεις τη στιγμή που υπάρχει ατζέντα ξεκάθαρη από την πλευρά τους και είναι να ξεπεραστούν οι όποιες αντιστάσεις στην απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, το λοκ άουτ, και στην αλλαγή του απεργιακού νόμου. Αφετηρία για όλα αυτά τα θέματα θα είναι οι θέσεις της Επιτροπής Εμπειρογνωμώνων.
Τα προαπαιτούμενα για το ασφαλιστικό
Οσον αφορά τη συνάντηση της Πέμπτης με τους θεσμούς θα συζητηθούν τρία προαπαιτούμενα, «που έχουν ζητηθεί, για να πάρουμε το υπόλοιπο της δόσης και τα οποία έχουν ήδη συμφωνηθεί». Ταυτόχρονα θα γίνει και ένας έλεγχος της εν γένει πορείας της εφαρμογής του ασφαλιστικού.
Σύμφωνα με τον υπουργό Εργασίας, τα τρία προαπαιτούμενα είναι τα εξής:
Ο ορισμός της έκπτωσης για την εξαγορά πλασματικών χρόνων αντί για 15%, συνολικά, σε 2% κατ' έτος. Αυξάνει η έκπτωση ανάλογα με τα χρόνια εξαγοράς.
- Η δεύτερη ρύθμιση αφορά την υπαγωγή στο γενικό καθεστώς ασφάλισης, όσων νοικιάζουν δωμάτια σε οικισμούς, πόλεις και χωριά, κάτω των 2.000 κατοίκων και δεν είναι επαγγελματίες αγρότες». «Όσοι είναι επαγγελματίες αγρότες και νοικιάζουν ως συμπληρωματικό εισόδημα τα δωμάτια, εξακολουθούν να είναι στη ρύθμιση που αφορά τους αγρότες» διευκρίνισε.
- Το τρίτο αφορά την ομογενοποίηση των εισφορών υγείας για τους αγρότες και τους νέους επιστήμονες. Από το 2019 μετατίθεται στο 2017» δήλωσε ο υπουργός Εργασίας. Και συνέχισε: «Αυτό που είχαμε επιδιώξει στο νόμο, είναι αυτές οι δύο κατηγορίες να έχουν χαμηλότερες εισφορές. Και για τις δύο αυτές κατηγορίες, λοιπόν, είχαμε μειώσεις στο 70% του ανειδίκευτου εργάτη στο ύψος υπολογισμού της εισφοράς. Αυτό παραμένει, έχουν διαφορετική ευνοϊκότερη ρύθμιση από τους άλλους ασφαλισμένους.
Εξομοιώνεται, όμως, το ποσοστό της εισφοράς με αυτό το γενικό. Παραμένουν, επομένως, χαμηλότερες ασφαλιστικές εισφορές των δύο αυτών κατηγοριών, γιατί ως βάση υπολογισμού δεν είναι για την κατώτατη κατηγορία ο μισθός του ανειδίκευτου εργάτη, αλλά το 70% του μισθού του ανειδίκευτου εργάτη. Αυτό παραμένει αναλλοίωτο. Το ποσοστό, όμως, του 5% επί της υγείας αναπροσαρμόζεται στο περίπου 7%, κατόπιν της απαίτησης των δανειστών για εξομοίωση όλων των σχετικών εισφορών».
Τα επαγγελματικά ταμεία
Από την ελληνική πλευρά πρόκειται να τεθεί το ζήτημα της ίδρυσης επαγγελματικών Ταμείων, θέμα για το οποίο ο κ. Κατρούγκαλος σημείωσε «όπως μας ζητήθηκε από τους φορείς των δικηγόρων, μηχανικών, κτλ και η εξειδίκευση της ανακοίνωσης του πρωθυπουργού ότι, από 1/1/2017, θέλουμε να ενταχθούν στο σύστημα ασφάλισης και αυτοί που είχαν αποβληθεί, στη διάρκεια της κρίσης, από τους αυτοαπασχολούμενους, μιας και από την 1/1/2017, με την αναπροσαρμογή των ασφαλιστικών εισφορών, μειώνεται από 250 ευρώ έως 150 ευρώ η κατώτατη ασφαλιστική εισφορά και, γενικά, αντιστοιχίζονται πλέον οι εισφορές με το πραγματικό εισόδημα και όχι με το εικονικό και εξωπραγματικό των χρόνων, πριν από την κρίση.