Πιο πολλά έγγραφα και από την Ουγκάντα στην Ελλάδα για μεταβίβαση ακινήτου
To κράτος ζητεί 22 δικαιολογητικά για κάθε πράξη συναλλαγής στην αγορά ακινήτων
Οταν ο περιορισμός της γραφειοκρατίας στο «επιχειρείν» και γενικότερα στη δημόσια διοίκηση θα έπρεπε να αποτελεί βασικό ζήτημα προκειμένου να αυξηθεί ανέξοδα η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, το κράτος ζητεί κατά μέσον όρο 10 δικαιολογητικά για κάθε πράξη συναλλαγής στην αγορά ακινήτων (π.χ. αγοραπωλησία, αποδοχή κληρονομιάς κ.τ.λ.), ενώ συνολικά υφίστανται 22 δικαιολογητικά που ζητούνται από τους ενδιαφερόμενους, ανάλογα με την πράξη που θα πραγματοποιήσουν.
Σημειωτέον ότι, σύμφωνα με δημοσίευμα της Καθημερινής, τα μεγέθη αυτά κατατάσσουν την Ελλάδα στο επίπεδο αφρικανικών χωρών, καθώς συναγωνίζεται πλέον ευθέως την Ουγκάντα στη σχετική λίστα, που διαθέτει αντίστοιχο αριθμό δικαιολογητικών. Ωστόσο, λίαν συντόμως είναι πιθανό η Ελλάδα να αναδειχθεί σε πρωταθλήτρια, καθώς με βάση το άρθρο 60 του πολυνομοσχεδίου του υπουργείου Εσωτερικών για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, επανέρχεται η μοναδική γραφειοκρατική διάταξη που είχε καταργηθεί το 2014.
Ο λόγος για την επιστροφή της βεβαίωσης μη οφειλής ΤΑΠ (Τέλος Ακίνητης Περιουσίας), που θα πρέπει να περιλαμβάνεται στα υπόλοιπα δικαιολογητικά, προκειμένου να ολοκληρωθεί μια μεταβίβαση ακινήτου. Μάλιστα, όπως καταγγέλλει η ΠΟΜΙΔΑ (Πανελλήνια Ομοσπονδία Ιδιοκτητών Ακινήτων), όχι μόνο επιστρέφει η σχετική υποχρέωση, αλλά επιπλέον η κύρωση για όποιον δεν το προσκομίζει θα είναι η ακύρωση κάθε συμβολαίου μεταβίβασης. Σε ανάλογη περίπτωση, δηλαδή στις αντίστοιχες βεβαιώσεις περί καταβολής ΕΝΦΙΑ, που επίσης αποτελούν ένα από τα δικαιολογητικά που πρέπει να συνοδεύει κάθε συμβόλαιο αγοραπωλησίας, προβλέπεται η επιβολή προστίμου.
Πάνω από 1.000 ευρώ
Το ζήτημα δεν είναι μόνο γραφειοκρατικό αλλά και οικονομικό, καθώς αν προστεθούν όλα τα δικαιολογητικά που απαιτεί πλέον μια μεταβίβαση, το κόστος για έναν ιδιοκτήτη μπορεί και να ξεπερνά τα 1.000 ευρώ, γεγονός που λειτουργεί σαφώς ως αντικίνητρο. Παράλληλα, τραπεζικά στελέχη όπως σημειώνεται στο δημοσίευμα, που είναι επιφορτισμένα με τη διαχείριση του τεράστιου όγκου των ακινήτων που έχουν συσσωρεύσει οι τράπεζες τα τελευταία χρόνια, αναφέρουν ότι το πλήθος των εγγράφων και βεβαιώσεων που καλούνται να εκδώσουν συσσωρεύει πολύ μεγάλο διαχειριστικό κόστος, δυσχεραίνοντας κατά πολύ τη διαδικασία εκκαθάρισης των εν λόγω ακινήτων.
Υπενθυμίζεται ότι εκτός από τα δικαιολογητικά που αναφέρονται παραπάνω, οι ενδιαφερόμενοι πωλητές ήδη καλούνται, μεταξύ άλλων, να προσκομίζουν πιστοποιητικό περί μη οφειλής φόρου κληρονομιάς-δωρεάς, αποδεικτικό φορολογικής ενημερότητας πωλητή (ακινήτου), βεβαίωση πολιτικού μηχανικού περί πολεοδομικής νομιμότητας, πιστοποιητικό ενεργειακού επιθεωρητή για την ενεργειακή απόδοση του ακινήτου, τοπογραφικό διάγραμμα (αν πρόκειται για μεταβίβαση οικοπέδου), αντίγραφο οικοδομικής άδειας (αν το ακίνητο κτίστηκε μετά τις 14 Μαρτίου 1983), έγγραφο περαίωσης διαδικασίας ρύθμισης ακινήτου (αφορά σε τυχόν ημιυπαίθριους χώρους) και πιστοποιητικό κτηματογραφούμενου ακινήτου.
Επίσης, αν το προς μεταβίβαση ακίνητο βρίσκεται σε παραμεθόριο ή δασική περιοχή, οι ενδιαφερόμενοι θα πρέπει να εκδίδουν και μία σειρά πρόσθετων εγγράφων, όπως π.χ. η βεβαίωση του τοπικού δασαρχείου ότι το μεταβιβαζόμενο ακίνητο είναι χαρακτηρισμένο ως μη δασικό.
Εν τω μεταξύ, ο κυκεώνας των εγγράφων δεν προβλέπεται να σταματήσει εδώ, ίσως εφόσον προωθηθεί το σχέδιο νόμου του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, περί «Προστασίας Δομημένου Περιβάλλοντος», καθώς σε αυτό περιλαμβανόταν και η υποχρεωτική επισύναψη βεβαίωσης μηχανικού περί μη ύπαρξης αυθαιρέτων κατασκευών και στα συμβόλαια αποδοχής κληρονομιάς, μια διάταξη που θεωρήθηκε ότι θα προκαλούσε ακόμα μεγαλύτερο κύμα αποποιήσεων κληρονομιάς.