«Τσιμπάει» ο αλιευτικός τουρισμός
Δεκάδες εκατομμύρια ευρώ τα διαθέσιμα κονδύλια για αυτούς τους σκοπούς, μεταδίδει η DW. Στην πραγματικότητα πρόκειται για λύση ανάγκης, καθώς οι παραδοσιακοί ψαράδες εκλείπουν ή απλώς επιβιώνουν με ένα υποτυπώδες εισόδημα.
Όπως επισημαίνει η ιταλίδα ευρωβουλευτής Ρενάτα Μπριάνο, εισηγήτρια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τον αλιευτικό τουρισμό, «oι μικροί αλιείς, ιδιαίτερα στη Μεσόγειο, αντιμετωπίζουν όλο και περισσότερες πιέσεις. Πολλοί είναι οι λόγοι: η οικονομική συγκυρία, η κλιματική αλλαγή, η μόλυνση του περιβάλλοντος, αλλά και η μειωμένη γοητεία που ασκεί το επάγγελμα του αλιέα.
Πειραματιζόμαστε λοιπόν για να βρούμε νέες λύσεις. Μία από αυτές είναι ο αλιευτικός τουρισμός. Μπορεί να προσφέρει νέες θέσεις εργασίας και να βοηθήσει τις παραδοσιακές κοινότητες που ουσιαστικά εξαρτώνται από την αλιεία».
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επισημαίνει ότι υπάρχουν ήδη κονδύλια συνολικού ύψους 65 εκ. ευρώ που διατίθενται σε δραστηριότητες για τη σύνδεση αλιείας και τουρισμού. Το Ευρωκοινοβούλιο, με ψήφισμά του αυτήν την εβδομάδα, ζητεί περισσότερες δράσεις, οι οποίες όμως, όπως λέει ο ευρωβουλευτής Μίλτος Κύρκος, επικαλούμενος το παράδειγμα του αγροτουρισμού, πρέπει να είναι ουσιαστικές και όχι προσχηματικές.
«Αγροτουρισμός δεν σημαίνει ότι σε ένα οίκημα που έχω φτιάξει και νοικιάζω δωμάτια θα βάλω κι ένα μποστάνι και θα πω ότι θέλω αγροτουρίστες να΄ρχονται να βλέπουν τις ντομάτες στην πίσω αυλή. Σημαίνει ότι έχω μία πραγματική αγροτική εκμετάλλευση. Λοιπόν, εμείς δεν πρέπει να πάμε στο ότι θα βάλουμε ένα σκάφος και δυο πετονιές και θα πούμε ‘αυτό είναιʼ.
Πρέπει να υπάρχει η αλιευτική δραστηριότητα, πρέπει οι ψαράδες να μπορέσουν νόμιμα, δηλαδή με πλήρη περιγραφή του τί θα κάνουν, να τη διευρύνουν, να προσφέρουν και τουριστικές υπηρεσίες. Μην καταλήξουμε στο ότι ο καθένας που έχει μια βάρκα λέει ότι κάνει αλιευτικό τουρισμό. Γιατί απλώς καταστρέφουμε το προϊόν».
Πρόνοια για το περιβάλλον
Οι περισσότεροι ευρωβουλευτές που συμμετείχαν στη σχετική συζήτηση στο Στρασβούργο προέρχονται από μεσογειακές χώρες, οι οποίες προφανώς εκδηλώνουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον για τον αλιευτικό τουρισμό. Δεν λείπουν ωστόσο οι αντιρρήσεις. Για παράδειγμα, η ισπανίδα ευρωβουλευτής Ιζασκούν Μπιλμπάο Μπαράντικα υποστηρίζει ότι οι προτάσεις της Κομισιόν και του Κοινοβουλίου εστιάζουν περισσότερο στην τουριστική αξιοποίηση και λιγότερο στις ουσιαστικές ανάγκες των αλιευτικών κοινοτήτων.
«Συμφωνώ ότι είναι καλό να διαφοροποιήσουμε τις πηγές εισοδήματος των αλιέων, αλλά να μην ξεχνάμε ότι βασική τους ενασχόληση είναι η αλιεία. Από εκεί πηγάζουν τα εισοδήματά τους, αλλά και οι παραδόσεις τους. Εγώ προσωπικά θα απέχω από την ψηφοφορία, γιατί η έκθεση επικεντρώνεται περισσότερο στον τουρισμό, παρά στις ευκαιρίες για τους ίδιους τους αλιείς και τις τοπικές κοινωνίες. Επιπλέον, υπάρχουν πολλά άλλα ζητήματα, όπως οι ποσοστώσεις στην αλιεία, αλλά και η προστασία του περιβάλλοντος...»
Σήμερα η ΕΕ χρηματοδοτεί προγράμματα όπως το Natura 2000, που προστατεύουν παραθαλάσσιες περιοχές ιδιαίτερου φυσικού κάλλους. Μπορεί αυτή η προστασία να κινδυνεύει από άλλα ευρωπαϊκά προγράμματα, στον βωμό της τουριστικής ανάπτυξης;
Ο ευρωβουλευτής Μίλτος Κύρκος λέει ότι «αυτά μπορούν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά με τα προγράμματα που αναφέρατε, που είναι για την προστασία του περιβάλλοντος. Γιατί στην ουσία, προσπαθώντας να τραβήξεις τους τουρίστες να συμμετέχουν σε μία αρχέγονη διαδικασία που είναι το ψάρεμα, σημαίνει πως θες να έχεις και πολλά ψάρια στο φυσικό τους περιβάλλον, ώστε να μπορεί ο τουρίστας να τα δει και να τα ψαρέψει.
Άρα στην ουσία γίνεσαι κι εσύ ένας κρίκος μέσα στην προστασία της φύσης. Δεν είναι κάτι που το βλέπουμε από μακριά και λέμε ‘μην κάνετε τίποτα, η φύση πρέπει να μείνει άθικτηʼ. Όχι, συνδεόμενη με τις δραστηριότητες του ανθρώπου θα ξαναγυρίσει η φύση σε αυτό που πραγματικά ήταν».