Deutsche Bank: Αυτές είναι οι ημερομηνίες για πρόωρες εκλογές, έξοδο από Μνημόνιο και χρέος
Deutsche Bank | Ειδήσεις: Τις ημερομηνίες – ορόσημο που θα κρίνουν την πορεία της ελληνικής οικονομίας αλλά και τις επόμενες κινήσεις που θα ακολουθήσει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ ως προς την έξοδο της χώρας από το Μνημόνιο, τη συζήτηση για το χρέος, αλλά και το ενδεχόμενο προκήρυξηςπρόωρων εκλογών, περιγράφει αναλυτικά η έκθεση της Deutsche Bank για την Ελλάδα που δόθηκε τη Δευτέρα (11/12/2017) στη δημοσιότητα.
Η ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΓΕΡΜΑΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ «ΟΔΙΚΟ ΧΑΡΤΗ» ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Σύμφωνα με την έκθεση, ο γερμανικός τραπεζικός «κολοσσός», εκτιμά πως είναι η πρώτη φορά έπειτα από αρκετό καιρό που «οι οι πολιτικές πρωτοβουλίες μεταξύ της Ελλάδας και των Ευρωπαίων πιστωτών φαίνονται «λελογισμένα ευθυγραμμισμένες». Βάσει αυτού, εκτιμά η Deutsche Bank, είναι ορατό το ενδεχόμενο μιας «συνεργατικής» (σ.σ. co-operative) εξόδου της χώρας από το Μνημόνιο τον Αύγουστο του 2018.
Υπό το πρίσμα αυτό, σύμφωνα, πάντα, με την έκθεση της γερμανικής τράπεζας, θα απαιτηθεί, αφενός, μια «περιορισμένη και υπό όρους» ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, αφετέρου ένας σαφώς πιο μειωμένος – επικουρικός – ρόλος για το ΔΝΤ και, βεβαίως, μια λιγότερο επιθετική πολιτική σε επίπεδο τακτοποίησης των δημοσιονομικών ζητημάτων της χώρας.
«Ρελάνς» Τσίπρα με πρόωρες εκλογές;
Κατά τις εκτιμήσεις των συντακτών της συγκεκριμένης έκθεσης, ο Έλληνας πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας, θα μπορούσε – υπό το πρίσμα μιας επιτυχημένης εξόδου από το Μνημόνιο – να προχωρήσει σε πολιτικό αιφνιδιασμό, δηλαδή να προκηρύξει πρόωρες εκλογές το δ’ τρίμηνο του 2018.
Και τούτο, όπως υποστηρίζουν οι αναλυτές της Deutsche Bank, θα συμβεί, επειδή το 2019 η Ελλάδα θα βρεθεί αντιμέτωπη με περαιτέρω δημοσιονομικά μέτρα.
Μάλιστα, όπως αναφέρεται, αν και η Νέα Δημοκρατία δείχνει να προηγείται στις δημοσκοπήσεις έναντι του κυβερνώντος κόμματος, ένας τέτοιος πολιτικός αιφνιδιασμός, όπως εκτιμάται, «είναι η καλύτερη ευκαιρία για τη νυν κυβέρνηση να παραμείνει στην εξουσία».
Όπως υποστηρίζει η Deutsche Bank, οι εκλογές αναμένονται τον Σεπτέμβριο του 2019 και σημειώνει: «Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας έχει πολύ ισχυρό κίνητρο να ισχυριστεί πως η χώρα επιτέλους “απελευθερώθηκε” από την πολιτική της τρόικας. Ο ισχυρισμός πως η χώρα επανακτά τον έλεγχο της μοίρας της πιθανότατα θα αποτελέσει και το βασικό στοιχείο της προεκλογικής του εκστρατεία».
Τρεις προϋποθέσεις για να παραμείνει η Ελλάδα εκτός Μνημονίων
Ιδιαίτερη έμφαση δίνει ο γερμανικός τραπεζικός «κολοσσός» σε τρεις παραμέτρους, ώστε η Ελλάδα να παραμείνει εκτός στενής δημοσιονομικής εποπτείας μετά το τέλος του προγράμματος.
Αυτές είναι οι εξής:
Η πρώτη αφορά στην αποφυγή οπισθοδρόμησης στις δημοσιονομικές και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Αυτό με, απλά λόγια, σημαίνει πως όσο η Ελλάδα παραμένει εντός των στόχων που έχει θέσει, τόσοι οι Ευρωπαίοι εταίροι της θα τη «σιγοντάρουν» με θετικές δέσμες μέτρων, όπως, για παράδειγμα, ελάφρυνση χρέους με ευνοϊκούς όρους, αλλά και με περαιτέρω χρηματοδότηση.
Μια δεύτερη παράμετρος έχει να κάνει με τη σταδιακή ομαλοποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Στο πλαίσιο αυτό, η Deutsche Bank εκτιμά πως η Αθήνα θα πρέπει να κινηθεί γοργά ως προς την τακτοποίηση των «κόκκινων» (μη εξυπηρετούμενων) δανείων και την περαιτέρω «χαλάρωση» των τραπεζικών κεφαλαιακών ελέγχων (capital controls).
Τελευταία, αλλά εξίσου σημαντική προϋπόθεση, είναι η διατήρηση της πολιτικής σταθερότητας σε συνδυασμό με μια σταθερή δημοσιονομική στάση. Όπως σημειώνει η γερμανική τράπεζα, κάτι τέτοιο θα ενίσχυε μια περαιτέρω ανάκαμψη στην καταναλωτική και επιχειρηματική εμπιστοσύνη, που ακόμα δεν έχουν επιστρέψει σε προ κρίσης επίπεδα.
Τέταρτη αξιολόγηση και έξοδος από το Μνημόνιο: «Καθαρή» ή «υποβοηθούμενη»;
Κατά τα λοιπά, η Deutsche Bank υποστηρίζει ότι η μορφή της εξόδου της Ελλάδας από τα προγράμματα δημοσιονομικής προσαρμογής θα καθοριστεί κατά την τέταρτη αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας, η οποία αναμένεται να πραγματοποιηθεί κατά το α’ εξάμηνο του 2018.
Η συζήτηση εστιάζει στην πιθανότητα «καθαρής» ή «υποβοηθούμενης» εξόδου. Η πρώτη αφορά σε λήξη του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018, χωρίς να υπάρχει κάποια χρηματοδοτική ρύθμιση που θα το διαδεχτεί. «Χαλαρή» παρακολούθηση θα συνεχιστεί στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής παρακολούθησης (post programme surveillance) του ESM.
Μια «υποβοηθούμενη» έξοδος θα περιλαμβάνει προληπτική γραμμή χρηματοδότησης μέσω του ESM. Αυτό θα απαιτήσει την υπογραφή νέου Μνημονίου Κατανόηση (MoU) μεταξύ της Ελλάδας και των πιστωτών, η οποία θα αφορά σε όρους πολιτικής (conditionality). Η εκτίμηση της Deutsche Bank είναι ότι η κυβέρνηση της Ελλάδας θα επιδιώξει «καθαρή» έξοδο για να έχει πολιτικό αφήγημα εν όψει των εκλογών.
Πώς θα βγει τελικά η Ελλάδα από το Μνημόνιο;
Ωστόσο, το τελικό ερώτημα που θέτει η Deutsche Bank παραμένει: Θα στηρίξουν οι Ευρωπαίοι πιστωτές μια «καθαρή έξοδο»; Τι θα γίνει με την ελάφρυνση χρέους και το ΔΝΤ;
Αναφορικά με την τελευταία ερώτηση, η Deutsche Bank εκτιμά ότι είναι λογικό το Ταμείο να κάτσει την επόμενη χρονιά «στην πίσω θέση» στη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Δεν έχει χρηματοδοτική συμμετοχή στο πρόγραμμα και αυτό εκτιμά ότι θα κάνει τη συμφωνία μεταξύ της Ελλάδας και των Ευρωπαίων ευκολότερη.
Από την πλευρά των τελευταίων υπάρχει μικρότερη ανάγκη να εξαρτηθούν από το ΔΝΤ για να επιβάλουν πειθαρχία στις πολιτικές, δεδομένου ότι λήγει το πρόγραμμα. Ο μειωμένος ρόλος του Ταμείου θα έρθει σε μια πολιτικά συμφέρουσα συγκυρία καθώς οι συζητήσεις για μετατροπή του ESM σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο φουντώνουν.
Από ελληνικής πλευράς, η μείωση της επιρροής του ΔΝΤ στις διαπραγματεύσεις θα αμβλύνει τις πιέσεις για μεγαλύτερη δημοσιονομική σύσφιξη, ακόμα και αν αυτό έχει «κόστος» υπό την οπτική ότι οι Ευρωπαίοι θα προσφέρουν μικρότερη προκαταβολική ελάφρυνση χρέους. Η βασική υπόθεση της Deutsche Bank είναι ότι η εμπλοκή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα θα είναι πρακτικά μικρότερη την επόμενη χρονιά, εξέλιξη που συνέπεσε βολικά με την αποχώρηση του Β. Σόιμπλε από το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών.
Με τι θα μοιάζει η έξοδος; Αν και οι αγορές έχουν εστιάσει στη διαφορά μεταξύ «καθαρής» και «υποβοηθούμενης» εξόδου, η πιο σημαντική ερώτηση είναι αν θα είναι «ακατάστατη» (messy) ή «συνεργατική» (co-operative), γράφει η Deutsche Bank.
Η «συνεργατική» θα αφορά κοινή συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Ευρώπης για το modus operandi μετά τον Αύγουστο του 2018. Η ελληνική πλευρά πιθανότατα θα απαιτήσει έξοδο που δεν έχει πολιτικούς όρους (conditionality) μέσω ενός MoU (χωρίς πιστωτική γραμμή του ESM). Η ευρωπαϊκή πλευρά είναι πιθανό να απαιτήσει διατήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, αν και με μεγαλύτερο περιθώριο απ' ό,τι προβλέπεται σήμερα, στο πλαίσιο του προγράμματος που έχει εγκριθεί από το ΔΝΤ.
Απουσία πιστωτικής γραμμής του ESM, η πρόβλεψη για μέτρια και κλιμακωτή ελάφρυνσης χρέους (υπό τον όρο ότι η Ελλάδα θα διατηρήσει τη δημοσιονομική πειθαρχία και εξαρτώμενη από τη μεσοπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη) είναι πιθανό να προβλέπει ένα βασικό μεσοπρόθεσμο μηχανισμό επιβολής. Η πιθανή συμμετοχή στο QΕ και η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος μπορεί ναι είναι έμμεσοι μηχανισμοί πίεσης, εκτιμά η γερμανική τράπεζα (σ.σ. όπως σημειώνει, η χώρα μπορεί να ενταχθεί εκ νέου στη διαδικασία του μηχανισμού υπερβολικού ελλείμματος, λόγω της υψηλής σχέσης χρέους/ΑΕΠ. Αναφορικά με το QE, εκτιμά ότι πιθανότατα δεν θα το προλάβει η Ελλάδα, αλλά τα ελληνικά ομόλογα μπορεί να μετέχουν στις επανεπενδύσεις που θα γίνουν μετά τη λήξη των καθαρών μηνιαίων αγορών).
Ένα εναλλακτικό σενάριο «ακατάστατης» εξόδου αφορά τον τερματισμό του προγράμματος χωρίς τελική δόση για την Ελλάδα και συμφωνία επί της σχέσης της χώρας με την ΕΕ την επόμενη ημέρα. Ενας συνδυασμός εξαιρετικά υποβοηθητικών συνθηκών στην αγορά, ευρωπαϊκών απαιτήσεων για επιθετικούς όρους πολιτικής (conditionality) μετά το πρόγραμμα και δημοσιονομικής σύσφιξης, μπορεί να δελεάσουν την ελληνική κυβέρνηση για «μη συνεργατική» έξοδο.
Ενώ αυτή η εξέλιξη δεν μπορεί να αποκλειστεί, η συνεχιζόμενη εξάρτηση των τραπεζών από τη χρηματοδότηση της ΕΚΤ καθώς και η πειθαρχία των αγορών είναι πιθανό να αποδειχτούν δυνάμεις συγκράτησης. Η έλλειψη υγιούς μαξιλαριού ρευστότητας (υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα δοθεί η τελευταία δόση) και η απουσία ευρωπαϊκής «πιστοποίησης» της εξόδου είναι πιθανό να λειτουργήσει αποτρεπτικά στην πρόσβαση στις αγορές. Κατά την Deutsche Bank, το σενάριο της «ακατάστατης» εξόδου είναι πιθανό αλλά όχι το βασικό.
Πηγές πληροφοριών και μεταφράσεων από το πρωτότυπο κείμενο της έκθεσης: Capital.gr, Euro2day.gr