Έξοδος από τα Μνημόνια: Πόσο εφικτή είναι – Τι μας περιμένει μέχρι τον Αύγουστο
Έξοδος από το Μνημόνιο | Ειδήσεις: Την ώρα που γράφονται τούτες οι γραμμές, η Ελλάδα έχει περάσει ήδη τη βάσανο του άτυπου Eurogroup που διεξήχθη στη Σόφια και καλείται να αποθηκεύσει στην ατζέντα της δύο εξαιρετικά σημαντικές ημερομηνίες: 14 Μαΐου και 21 Ιουνίου. Και οι δύο θεωρούνται κρίσιμες, καθώς από αυτές θα εξαρτηθεί η έξοδος της χώρας από το Μνημόνιο.
Ας πάρουμε, όμως, τα πράγματα με τη σειρά: Στις 14/05/2018, όπως ενημέρωσε σχετικά ο επικεφαλής του Eurogroup, Μάριο Σεντένο, επιστρέφουν τα κλιμάκια των Θεσμών στην Αθήνα.
Σκοπός τους είναι να περάσουν από «κόσκινο», αφενός τις επιδόσεις των υπουργείων ως προς την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, αφετέρου το κλείσιμο όλων των εκκρεμοτήτων, δηλαδή τα προαπαιτούμενα που θα οδηγήσουν στο κλείσιμο της τέταρτης και τελευταίας αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος.
Εφόσον η ελληνική κυβέρνηση προχωρήσει κατ’ εντολήν του πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, με ταχείς ρυθμούς στην κάλυψη της «τελικής ευθείας» χωρίς καθυστερήσεις, τότε μένει η δεύτερη ημερομηνία – ορόσημο που δεν είναι άλλη από την 21/06/2018. Τότε συνέρχεται εκ νέου η τακτική Σύνοδος του Eurogroup, η οποία, αφού αξιολογήσει τα πορίσματα των Θεσμών στην Αθήνα, θα αποφασίσει να δώσει το «πράσινο φως» για τη συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο (Staff-Level Agreement), που θα σημάνει και το κλείσιμο της τέταρτης αξιολόγησης.
Την ίδια, ακριβώς ημέρα, όπως δήλωσε ο Έλληνας υπουργός Οικονομικών, Ευκλείδης Τσακαλώτος, αναμένεται να έχουν ολοκληρωθεί και οι συζητήσεις για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Ωστόσο, ο συγκεκριμένος μηχανισμός θα οριστικοποιηθεί μετά την λήξη των Μνημονίων.
Υπό αυτές τις ικανές συνθήκες, η έξοδος από τα Μνημόνια θα έρθει με το τέλος του ελληνικού προγράμματος, ήτοι στις 20/08/2018. Ωστόσο, όπως έχουν ήδη καταστήσει σαφές οι ίδιοι οι δανειστές, η έναρξη της «μεταμνημονιακής» εποχής δεν πρόκειται να γίνει δίχως την υψηλή εποπτεία τους. Η Ελλάδα θα παραμείνει στο «μικροσκόπιο» των δανειστών, παρά το γεγονός ότι ο κ. Τσακαλώτος έσπευσε να πει ότι μετά το πρόγραμμα, η Ελλάδα θα έχει απλώς μια «ενισχυμένη παρακολούθηση».
Συμπλήρωσε δε ότι αυτή η εποπτεία «ουδεμία σχέση έχει με την πιστοληπτική γραμμή, πόσω δε μάλλον με τις αξιολογήσεις που έχουν και προαπαιτούμενα και εκταμιεύσεις», ενώ εξήγησε πως «εφόσον δεν θα υπάρχει πρόγραμμα, δεν θα υπάρχουν προαπαιτούμενα».
Είναι, όμως, τα πράγματα, έτσι όπως τα αναφέρει ο υπουργός Οικονομικών; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι διττή: Πράγματι, δεν θα υπάρχει πρόγραμμα, αλλά θα υπάρχει ένα εθνικό σχέδιο ανάπτυξης, το οποίο παρουσίασε ο κ. Τσακαλώτος στους Ευρωπαίους συναδέλφους του στη Σόφια. Όσο για τα προαπαιτούμενα, δεν θα πάψουν να υπάρχουν στη μετά το μνημόνιο εποχή και ο έλεγχος από πλευράς δανειστών δεν θα είναι, σε καμία περίπτωση, «χαλαρός».
Δείτε επίσης:
Ταυτόχρονα - και με γνώμονα την υλοποίηση του εθνικού σχεδίου ανάπτυξης - φαίνεται πως εγκαταλείπεται το σενάριο της προληπτικής πιστοληπτικής γραμμής για την Ελλάδα, κάτι που ούτως ή άλλως η ελληνική κυβέρνηση δεν επιθυμούσε επ’ ουδενί να συμβεί, παρά τις απόψεις που είχαν εκφραστεί κατά καιρούς από Έλληνες και Ευρωπαίους οικονομικούς αξιωματούχους.
Τι θα γίνει με το ελληνικό χρέος: Οι δύο λύσεις
Όπως εκτιμούν οικονομικοί αναλυτές, «κλειδιά» για την Ελλάδα παραμένουν η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και η διατήρηση της δημοσιονομικής ισορροπίας, αλλά κυρίως η συζήτηση για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους.
Από την πλευρά της, πάντως, η κυβέρνηση επιμένει πως η έξοδος από το πρόγραμμα θα υφίσταται από τον ερχόμενο Αύγουστο, με την ταυτόχρονη χρήση ενός «μαξιλαριού» ρευστότητας ύψους 18 δισ. ευρώ που θα καλύπτει την αναχρηματοδότηση του χρέους μέχρι τα τέλη του 2019.
Βάσει υπολογισμών, το κόστος αυτού του «μαξιλαριού» θα μπορούσε να ξεπεράσει σε τόκους τα 400 εκατ. ευρώ ετησίως, υπό τον προϋπόθεση ότι θα υπολογιστούν οι τόκοι για ένα έτος από τα 9 δισ. ευρώ, τα οποία θα μπορούσαν να προέλθουν από τον ESM, και από άλλα 9 δισ. ευρώ, τα οποία θα προέρχονται από τις εκδόσεις των ελληνικών ομολόγων.
Κατά τα λοιπά, έως τα τέλη του ερχόμενου καλοκαιριού, κυβέρνηση και δανειστές θα πρέπει να έχουν καταλήξει σε μια λύση για τη διευθέτηση τους χρέους.
Οι έως τώρα προτάσεις συνοψίζονται στα εξής δύο μοντέλα (σ.σ. χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν αποκλείονται στο άμεσο μέλλον κι άλλα σχέδια):
- Η λύση του ESM: Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας προτείνει, μεταξύ άλλων, την παράταση κατά επτά χρόνια του χρόνου ωρίμανσης ορισμένων δανείων στήριξης προς την Ελλάδα, που είχαν εκταμιευθεί από τον παλαιό μηχανισμό διάσωσης (EFSF). Ταυτόχρονα, προβλέπει και «πάγωμα» για μια πενταετία για τις πληρωμές επιτοκίων συνολικού ύψους 13 δισ. ευρώ.
- Η λύση Μακρόν: Αποτελεί μια πολύ πιο προωθημένη πρόταση σε σύγκριση με την αντίστοιχη του ESM. Το Παρίσι ζητά να παγώσει εν μέρει η αποπληρωμή δανείων ύψους 25 δισ. ευρώ, πετυχαίνοντας έτσι μέσο όρο παράτασης των ωριμάνσεων κατά 12 χρόνια. Επιπλέον, αξιώνει να μπει πλαφόν 2% στα επιτόκια των δανείων διάσωσης της Αθήνας, κάτι που θα αντιστοιχούσε σε ελάφρυνση ύψους 18 δισ. ευρώ.
Βάσει της γαλλικής πρότασης, πρόκειται να δοθεί στην Ελλάδα η προοπτική περαιτέρω ελαφρύνσεων που θα ετίθεντο σε ισχύ αργότερα. Έτσι, ένας νέος μηχανισμός πρόκειται να συνδέσει την ελάφρυνση χρέους μέχρι το 2050 με την εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας. Εάν ο μέσος όρος ανάπτυξης σε ορίζοντα πενταετίας πέσει κάτω από 2,8%, η Ελλάδα προβλέπεται να απαλλάσσεται -κατά τη γαλλική πρόταση- από την εξόφληση δανείων. Με ανάπτυξη μεταξύ 2,8 και 3,4% η Αθήνα πρέπει να αποπληρώσει ένα μέρος των δανείων και με ανάπτυξη άνω του 3,4% το σύνολο των υποχρεώσεων που προβλέπονται για τη συγκεκριμένη περίοδο.
Όπως είναι λογικό, η πρόταση Μακρόν είναι κάτι που η ελληνική πλευρά επιδιώκει να πραγματοποιηθεί πάση θυσία.
Υπενθυμίζεται πως ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας είχε δηλώσει ενώπιον του Υπουργικού Συμβουλίου λίγο πριν από το Πάσχα ότι «στόχος είναι να συγκεκριμενοποιηθεί ο γαλλικός μηχανισμός της “ρήτρας ανάπτυξης”».
Είχε δε υπογραμμίσει, απευθυνόμενος στους υπουργούς του: «Οφείλω, όμως, στο σημείο αυτό το σημείο να σας προειδοποιήσω πως για να έχουμε αίσια έκβαση ως προς το θέμα αυτό, είναι η ολοκλήρωση της δ' αξιολόγησης. Τώρα κρίνεται η δουλειά όλων μας. Δεν θα υπάρξει άλλη αξιολόγηση, είναι η τελευταία και δεν θα δεχτώ καθυστερήσεις, κωλυσιεργίες και τεχνητά εμπόδια».
Η στάση του ΔΝΤ και τα μηνύματα από το Βερολίνο
Την ίδια στιγμή, θα ήταν λάθος να παραβλέψει κανείς το γεγονός ότι βαρύνοντα ρόλο στο θέμα του ελληνικού χρέους διαδραματίζει και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ΔΝΤ.
Παρά το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι στοχεύουν πλέον ολοένα και περισσότερο στο μετασχηματισμό του ESM σε ένα «Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο», που θα επεμβαίνει άμεσα σε ενδεχόμενες μελλοντικές κρίσεις χρέους, το ΔΝΤ εξακολουθεί να έχει λόγο για το ελληνικό ζήτημα.
Όπως σημειώνουν καλά ενημερωμένες πηγές, το πλέον κρίσιμο στοιχείο στη συζήτηση για το χρέος θα είναι το τελικό «deal» μεταξύ Ευρωπαίων και ΔΝΤ για το βαθμό της ελάφρυνσης του χρέους.
Παράλληλα, εντείνεται και η πίεση προς την κυβέρνηση της καγκελαρίου Μέρκελ, καθώς, όχι μόνο το ΔΝΤ, αλλά και άλλα κράτη της Ευρωζώνης, όπως η Γαλλία, ζητούν να μειωθεί το βάρος του χρέους της Ελλάδας.
Διαβάστε σχετικά:
Από την πλευρά του, ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Όλαφ Σολτς, εξέφρασε την Παρασκευή (27/04/2018) την άποψη ότι η Ελλάδα βρίσκεται πλέον σε πολύ καλύτερη θέση από ό,τι πριν από λίγα χρόνια και τόνισε: «Μπορούμε πλέον να έχουμε μία πολύ πιο αισιόδοξη άποψη για την Ελλάδα σήμερα».
Όμως η στάση του «τσάρου» της γερμανικής οικονομίας, αν και στο προσκήνιο παρουσιάζεται ως ήπια, εντούτοις δεν φαίνεται να ξεφεύγει και πολύ από τη γραμμή του προκατόχου του, του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
«Ο Σολτς παραμένει ακόμη στη γραμμή Σόιμπλε» επιγράφεται η ανάλυση της Frankfurter Allgemeine Zeitung (FAZ) για το ελληνικό ζήτημα που κυκλοφόρησε στο τέλος της εβδομάδας.
Στην άποψη ότι η Γερμανία δεν πρόκειται να χαλαρώσει τα «λουριά» σε ό,τι αφορά την Ελλάδα καταλήγουν και οι βρετανικοί Financial Times.
Διαβάστε σχετικά:
Σε κάθε περίπτωση, η Ελλάδα βρίσκεται πλέον έτοιμη να διανύσει τα τελευταία δύσκολα μέτρα μιας οκτάχρονης «πέτρινης» περιόδου, με την λιτότητα και την οικονομική δυσπραγία να έχουν «γονατίσει» τους πολίτες της. Το αμέσως επόμενο διάστημα αναμένεται με εξαιρετικό πολιτικό αλλά και οικονομικό ενδιαφέρον.
Απομένει να δούμε τι θα συμβεί από τις 20 Αυγούστου και μετά, όταν το Μνημόνιο δεν θα υπάρχει πια και η χώρα θα καλείται να βρει το δικό της βηματισμό σε μια νέα εποχή.