Αιτήματα προς το Οικονομικό Επιμελητήριο για την αύξηση κεφαλαίου της Τράπεζας Πειραιώς
Η παράταξη Προοδευτικοί Οικονομολόγοι Ελλάδος (Π.Ο.Ε.) ζήτησε σήμερα από τη Διοίκηση του Οικονομικού Επιμελητηρίου να μην ακολουθήσει την τακτική «Δεν ξέρω, δεν είδα, δεν άκουσα», αλλά να ενημερώσει την ελληνική κοινωνία για το «οικονομικό έγκλημα που προδιαγράφεται και να αντιδράσει με κάθε τρόπο».
Η ανακοίνωση των οικονομολόγων αναφέρει τα εξής:
«Εκεί που μας χρωστούσαν, μας πήραν και το βόδι»
Τον Νοέμβρη του 2015 μέσω της τρίτης ανακεφαλαιοποίησής της η Τράπεζα Πειραιώς, έλαβε από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) το ποσό των 2,72 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 2,04 είναι με τη μορφή ομολογιών που μπορούν να μετατραπούν σε μετοχές (Contingent–Convertible ή CoCos) και τα υπόλοιπα μέσω αυξήσεως μετοχικού κεφαλαίου.
Οι ομολογίες αυτές είχαν ετήσιο επιτόκιο 8%, δηλαδή η Τράπεζα Πειραιώς θα έπρεπε να καταβάλει στο Ελληνικό Δημόσιο κάθε χρόνο τόκους ύψους 165 εκατ. ευρώ.
Τον Νοέμβρη του 2020, λόγω της παρατεταμένης χρηματοοικονομικής αστάθειας της Τράπεζας Πειραιώς, η Ευρωπαϊκή Εποπτική Αρχή (SSM), για δεύτερη φορά μετά το 2018, δεν επέτρεψε στην Τράπεζα να καταβάλει τους ετήσιους τόκους στο ΤΧΣ.
Η μη καταβολή των τόκων (για δεύτερη φορά) σύμφωνα με τους όρους του δανείου σήμαινε ότι έπρεπε είτε να εκδοθούν νέες μετοχές, είτε οι ομολογίες αυτές να μετατραπούν σε μετοχικό κεφάλαιο (όπως και τελικά αποφασίστηκε).
Στα πλαίσια αυτά, η τιμή μετατροπής σε μετοχές ήταν η ίδια με εκείνη που έγινε η ανακεφαλαιοποίηση το 2015, δηλαδή 6 ευρώ ανά μετοχή όταν την ημέρα που ανακοινώθηκε η απόφαση του SSM η χρηματιστηριακή αξία της μετοχής της Τράπεζας Πειραιώς ήταν μόλις 0,705. Με τον τρόπο αυτό η συμμετοχή του ΤΧΣ στην Τράπεζα Πειραιώς έφτασε στο 61,3%.
Πέραν των ανωτέρω, στις 7 Απριλίου 2021, η Διοίκηση της Τράπεζας μέσω έκτακτης γενικής συνέλευσης σχεδιάζει να ανακοινώσει αύξηση μετοχικού κεφαλαίου 1 δις ευρώ, προκειμένου να βελτιώσει την συνεχιζόμενα προβληματική χρηματοοικονομική της κατάσταση. Το βιβλίο προσφορών αναμένεται να ανοίξει στα μέσα Απριλίου ώστε να καθοριστεί και το εύρος τιμών για τη διάθεση των νέων μετοχών. Η συγκεκριμένη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου θα διαμορφώσει το ποσοστό του ΤΧΣ στο 33,3%, ποσοστό πολύ χαμηλότερο από αυτό της καταστατικής μειοψηφίας.
Ο σχεδιασμός προβλέπει να προηγηθεί αύξηση της ονομαστικής αξίας των μετοχών από τα 6 στα 99 ευρώ με παράλληλη μείωση του αριθμού των μετοχών από 831.059.164 σε 50.367.223, με αναλογία 16,5 υφιστάμενες μετοχές ανά 1 νέα μετοχή (reverse stock split). Ακολούθως, θα υπάρξει μείωση του μετοχικού κεφαλαίου, με μείωση της ονομαστικής αξίας κάθε μετοχής από τα 99 ευρώ σε 1 ευρώ. Με τη μείωση αυτή θα δημιουργηθεί ειδικό αποθεματικό, ύψους 4,9 δις, το οποίο θα χρησιμοποιηθεί για συμψηφισμό συσσωρευμένων ζημιών.
Εν κατακλείδι, η συνολική απώλεια του Ελληνικού Δημοσίου, αν υπολογίσουμε την απώλεια από τη μείωση της ονομαστικής αξίας των μετοχών και την απώλεια της μη είσπραξης των τόκων του ομολογιακού δανείου θα ξεπεράσει τα 2 δις ευρώ.
Την ίδια στιγμή για τους παλαιούς μετόχους το dilution, η απίσχναση ή αραίωση θα αγγίξει το 95%, εξαϋλώνοντας την αξία των δικαιωμάτων κάθε μικρομετόχου της τράπεζας.
Εύλογα λοιπόν, προκύπτουν τα ακόλουθα ερωτήματα:
- Ποιος έδωσε τη δυνατότητα στο ΤΧΣ να πουλάει μετοχές, περιουσία του ελληνικού κράτους, σε τιμή χαμηλότερη από την τιμή κτήσης;
- Ως πότε ο Πρόεδρος και το ΔΣ του ΤΧΣ και στελέχη τραπεζών θα απολαμβάνουν ασυλία από ενδεχόμενες διώξεις εισαγγελέων για το αδίκημα της απιστίας;
Καλούμε τη Διοίκηση του Οικονομικού Επιμελητηρίου να μην ακολουθήσει την τακτική «Δεν ξέρω, δεν είδα, δεν άκουσα», αλλά να ενημερώσει την ελληνική κοινωνία για το οικονομικό έγκλημα που προδιαγράφεται και να αντιδράσει με κάθε τρόπο.
Στην Ελλάδα της κρίσης, της φτώχειας, της οικονομικής και επιστημονικής μετανάστευσης, στην Ελλάδα που δεν έχει “λεφτόδεντρα” για την ενίσχυση των νοσοκομείων και των μέσων μαζικής μεταφοράς, για προσλήψεις υγειονομικών και δασκάλων, στην Ελλάδα που δεν υπάρχουν περιθώρια στήριξης της μικρομεσαίας επιχείρησης, της πρώτης κατοικίας, των μισθωτών και ανέργων, υπάρχει «χώρος» απώλειας 2 δις ευρώ, 10 χρόνια μετά από 3 ανακεφαλαιοποιήσεις».