Την περαιτέρω ανάπτυξη της στρατηγικής συνεργασίας Ελλάδας-Ισραήλ συμφώνησαν Τσίπρας και Νετανιάχου
Την περαιτέρω ανάπτυξη της στρατηγικής συνεργασίας Ελλάδας-Ισραήλ συμφώνησαν οι πρωθυπουργοί των δύο χωρών, Αλέξης Τσίπρας και Μπένιαμιν Νετανιάχου, κατά τη σημερινή (25/11) συνάντησή τους στην Ιερουσαλήμ.
Οι δύο ηγέτες επιβεβαίωσαν στις δηλώσεις τους το υψηλό επίπεδο της «στρατηγικής» συνεργασίας Ελλάδας-Ισραήλ, κεφράζοντας παράλληλα τη βούληση για περαιτέρω ανάπτυξη και εξειδίκευση της διμερούς συνεργασίας σε συγκεκριμένους τομείς, όπως η οικονομία, ο τουρισμός, η έρευνα και η τεχνολογία.
Μετά τη σύντομη, κατ’ ιδίαν συνάντηση των δύο πρωθυπουργών, πραγματοποιήθηκε συνάντηση με την συμμετοχή των αντιπροσωπειών των δύο χωρών, στην οποία από ελληνικής πλευράς συμμετείχαν οι υπουργοί Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς, Επικρατείας Νίκος Παππάς, Υποδομών Χρήστος Σπίρτζης και η κυβερνητική εκπρόσωπος Όλγα Γεροβασίλη.
Στη δήλωσή του, ο κ. Νετανιάχου τόνισε ότι γνωρίζει πόσο δύσκολο είναι να ανοικοδομηθεί η οικονομία, ωστόσο προσέθεσε ότι έχει εμπιστοσύνη στον πρωθυπουργό, καθώς «θα ενθαρρύνει ισραηλινούς επιχειρηματίες να επενδύσουν στην Ελλάδα», εκφράζοντας ταυτόχρονα τη βεβαιότητα ότι οι δύο χώρες έχουν μακρά φιλία, την οποία θα αναπτύξουν περαιτέρω τα επόμενα χρόνια.
Ο κ. Νετανιάχου σημείωσε επίσης ότι η Ελλάδα και το Ισραήλ έχουν μια μακρά και διαρκή εταιρική στρατηγική σχέση, ενώ σημείωσε ότι και οι δύο χώρες έχουν μπροστά τους μεγάλες προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπίσουν, όπως ο βίαιος θρησκευτικός φονταμενταλισμός, τονίζοντας ότι είναι προς το κοινό συμφέρον να αντιμετωπιστεί η κατάσταση αυτή.
Από την πλευρά του, ο Έλληνας πρωθυπουργός υπογράμμισε τη θετική ανοδική πορεία των διμερών σχέσεων, επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα και το Ισραήλ βρίσκονται σε τροχιά στρατηγικής συνεργασίας.
Ωστόσο, προσέθεσε, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να εστιάσουμε και σε άλλους τομείς και να τους αναπτύξουμε, όπως ο τουρισμός, η έρευνα, η τεχνολογία, ο αγροτοδιατροφικός τομέας, οι θαλάσσιες μεταφορές και η συνεργασία μεταξύ επιστημονικών φορέων.
Ένα κεντρικό ζήτημα των συνομιλιών, είπε ο κ. Τσίπρας, ήταν οι ευκαιρίες που ανοίγονται στην ενεργειακή συνεργασία, την έρευνα και την εξόρυξη και μεταφορά φυσικού αερίου στην Ευρώπη. «Με σκοπό την ανάπτυξη της συνεργασίας όλων αυτών των τομέων», είπε ο πρωθυπουργός, «αποφασίστηκε να συνεχιστεί η διακυβερνητική συνεργασία, και τον Ιανουάριο του 2016 να υπάρξει συνάντηση για τα θέματα αυτά, πιθανότατα στην Ιερουσαλήμ, και αμέσως μετά -την επόμενη ημέρα», προτείνοντας να πραγματοποιηθεί η τριμερής συνάντηση Ελλάδας-Κυπριακής Δημοκρατίας-Ισραήλ, κατά πάσα πιθανότητα στη Λευκωσία.
Στόχος επίσης, είπε ο πρωθυπουργός «να δούμε επί τάπητος πού θα γίνουν συγκεκριμένα βήματα, πρακτικά βήματα, ώστε να μην μείνουν στα χαρτιά όλα αυτά».
Στη συνάντηση των δύο ηγετών τέθηκε επί τάπητος και η κατάσταση στην ευρύτερη περιοχή. Ο κ. Τσίπρας σημείωσε ότι είναι ανάγκη να διαφυλάξουμε τη σταθερότητα και να εμποδίσουμε τον κίνδυνο εξάπλωσης του τζιχαντισμού, αλλά και να ενθαρρύνουμε το διάλογο για τον τερματισμό του πολέμου στη Συρία.
Όσον αφορά δε στο παλαιστινιακό πρόβλημα, ο κ. Τσίπρας είπε ότι άκουσε με προσοχή τις απόψεις του κ. Νετανιάχου, ενώ του τόνισε «ως φίλος και εταίρος», πόσο μας ανησυχεί και μας προβληματίζει το κλίμα έντασης.
Παράλληλα, ο κ. Τσίπρας δεν παρέλειψε να εκφράσει την αντίθεσή του στη βία και την τρομοκρατία, αλλά και σε εκδηλώσεις βίας από την άλλη που έχουν ως θύματα αμάχους.
«Η Ελλάδα», σημείωσε ο πρωθυπουργός, «θέλει να διαδραματίσει εποικοδομητικό ρόλο στο Παλαιστινιακό, ώστε να ανοίξουν παράθυρα ελπίδας και διαλόγου για ένα πρόβλημα που παραμένει άλυτο για πολλά χρόνια».
Καταλήγοντας, ο κ. Τσίπρας δήλωσε ότι βρίσκεται σε έναν ιστορικό τόπο, όπου συναντιέται η ιστορία και ο πολιτισμός διαφορετικών εθνών και θρησκειών, που ήταν πάντα τόπος συμβίωσης και διαφορετικών πολιτισμών.
«Είναι ανάγκη», υπογράμμισε «να αγωνιστούμε για να διαφυλάξουμε τον πολυπολιτισμικό χαρακτήρα της Μέσης Ανατολής, την ειρηνική συμβίωση θρησκειών και πολιτισμών. Θέλουμε να διαδραματίσουμε θετικό ρόλο, είπε επισημαίνοντας την ανάγκη να πρυτανεύσει η λογική της συνεργασίας, η ειρήνη αντί του φόβου και της επιθετικότητας στο διαφορετικό».