Προκλητική απάντηση της Αυστρίας: Ας ελπίσουμε οι Έλληνες να αλλάξουν μυαλό
Σκληρή και αιχμηρή γλώσσα χρησιμοποίησε για μία ακόμη φορά το υπουργείο Εξωτερικών της Αυστρίας, συνεχίζοντας την πάγια αρνητική στάση κατά τους τελευταίους μήνες, του επικεφαλής της αυστριακής διπλωματίας Σεμπάστιαν Κουρτς, απέναντι στην Αθήνα.
Το αυστριακό ΥΠΕΞ αντιδρά έτσι με νέα κριτική εναντίον της Ελλάδας, σχολιάζοντας τη σημερινή (25/2) ανάκληση στην Αθήνα για διαβουλεύσεις, της Ελληνίδας πρέσβη στη Βιέννη, Χρυσούλας Αλιφέρη.
Σε ανακοίνωσή του, που διαβιβάστηκε ηλεκτρονικά στο Αυστριακό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΡΑ), το αυστριακό υπουργείο Εξωτερικών αναφέρει πως «η Αυστρία κατανοεί την ένταση που επικρατεί στην Ελλάδα, αφού αυξάνεται η πίεση προς την Ελλάδα, για να συνεργαστεί αυτή σε έναν περιορισμό της προσφυγικής ροής».
Προσθέτει δε, ότι είναι δικαίωμα κάθε χώρας να ανακαλεί τους διπλωμάτες της, ενώ εκφράζει την ελπίδα πως τώρα θα υπάρξει αλλαγή σκέψης στους Έλληνες.
«Βλέπουμε σε αυτήν την περίπτωση μία ευκαιρία, να ενημερώσει η πρέσβης τους Έλληνες υπευθύνους ως προς την κατάσταση και τις προκλήσεις για τις χώρες προορισμού της προσφυγικής ροής, όπως είναι η Αυστρία», τονίζεται χαρακτηριστικά στην ανακοίνωση του αυστριακού υπουργείου Εξωτερικών και προστίθεται ότι η Ελλάδα πρέπει να συμβάλει ώστε να μειωθεί ο αριθμός των προσφύγων που κατευθύνονται προς το Βορρά.
Υπενθυμίζεται ότι νωρίτερα, η πρέσβης της Ελλάδος στη Βιέννη, κλήθηκε στην Αθήνα για διαβουλεύσεις, μετά από απόφαση του υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Κοτζιά.
Η κίνηση της κυβέρνησης στοχεύει στη διαφύλαξη των φιλικών σχέσεων μεταξύ των κρατών και των λαών της Ελλάδας και της Αυστρίας, αναφέρει η σχετική ανακοίνωση του υπουργείου Εξωτερικών.
«Είναι σαφές ότι, τα μεγάλα προβλήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν μπορούν να αντιμετωπισθούν με σκέψεις, νοοτροπίες και εξωθεσμικές πρωτοβουλίες που έχουν τις ρίζες τους στο 19ο αιώνα ούτε οι αποφάσεις των Αρχηγών κρατών μπορούν να υποκαθίστανται από οδηγίες Αστυνομικών διευθυντών. Το τελευταίο αποτελεί ένα σημαντικό πρόβλημα δημοκρατίας. Καταδεικνύει δε την ανάγκη προστασίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης από διάφορους ανιστόρητους» τονίζει το υπουργείο Εξωτερικών και προσθέτει:
«Οι μονομερείς πρωτοβουλίες για την επίλυση του προσφυγικού και οι παραβιάσεις του Διεθνούς Δικαίου και του ευρωπαϊκού κεκτημένου από κράτη μέλη της ΕΕ είναι πρακτικές που μπορούν υποσκάψουν τα θεμέλια και τη διαδικασία της Ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Οι ευθύνες για την αντιμετώπιση της μεταναστευτικής και προσφυγικής κρίσης δεν μπορούν να βαρύνουν μία μόνο χώρα. Η κοινή λογική επιτάσσει ότι η αποτελεσματική αντιμετώπιση του σύνθετου αυτού προβλήματος θα πρέπει να διέπεται από τις αρχές της αλληλεγγύης και της δίκαιης κατανομής των βαρών. Η Ελλάδα εργάζεται σε μια τέτοια κατεύθυνση».
Η ανάκληση της πρεσβευτού, Χρυσούλας Αλειφέρη, έρχεται μία ημέρα μετά τη Διάσκεψη της Βιέννης για τα Δυτικά Βαλκάνια στην οποία, οι προερχόμενοι από το Λαϊκό Κόμμα υπουργοί Εσωτερικών και Εξωτερικών, Γιοχάνα Μικλ-Λάιτνερ και Σεμπάστιαν Κουρτς, είχαν συγκαλέσει εξωθεσμικά και ερήμην της άμεσα ενδιαφερόμενης Ελλάδας, τους ομολόγους τους από εννέα βαλκανικές χώρες -Αλβανία, Βοσνία, Βουλγαρία, Κόσοβο, Κροατία, Μαυροβούνιο, Σκόπια, Σλοβενία και Σερβία, με αντικείμενο το συντονισμό τους για τη μείωση των προσφυγικών ροών.
Είχε προηγηθεί το διάβημα του υπουργείου Εξωτερικών, δύο ημέρες πριν, στο οποίο η πρωτοβουλία για τη σύγκληση της Διάσκεψης εν απουσία της Ελλάδας, χαρακτηριζόταν ως «πράξη μη φιλική» και «εξωθεσμική που παραβιάζει το γράμμα και το πνεύμα των Συνθηκών της ΕΕ και του διεθνούς δικαίου για τους πρόσφυγες».