Μετά τις εκλογές: Ζητούμενο η σταθερότητα
Του Χ.Κ. Λαζαρόπουλου
Το συναίσθημα καθόρισε την ψήφο σ' αυτές τις εκλογές. Είτε λειτούργησε ο θυμός, είτε το θυμικό ένα είναι το ζητούμενο: Τι πρόκειται να συμβεί από εδώ και πέρα για την Ελλάδα.
Από το συναίσθημα, ωστόσο, χαρακτηρίζονται και οι πρώτες αντιδράσεις τόσο στο εσωτερικό της χώρας, όσο και στις διεθνείς αγορές.
Η καθίζηση του Χρηματιστηρίου Αθηνών δεν σκιαγραφεί μόνο τη σύγχυση και το πάγωμα που διακρίνει την αγορά. Απεικονίζει μια σκληρή πραγματικότητα: Το Μνημόνιο βρίσκεται στον «αέρα», όπως και η εθνική οικονομία.
Η επόμενη ημέρα των εκλογών δείχνει την ανάγκη άμεσης εθνικής συνεννόησης και ισχυρής διακυβέρνησης ώστε να ξεπεραστούν οι «συμπληγάδες» που θα αντιμετωπίσει ο ελληνικός λαός σε πολύ σύντομο διάστημα. Το μήνυμα των ψηφοφόρων δόθηκε και απαιτείται σταθερότητα για την πορεία της χώρας.
Το δημόσιο συμφέρον
Τώρα, οι πολιτικοί πρέπει να απαντήσουν δίνοντας λύσεις συνολικά, με ικανά σχήματα που θα επικρατήσουν και θα διαμορφώσουν τη διακυβέρνηση της χώρας κάτω από ένα πλαίσιο ισχυρής κυβέρνησης, ικανής να διαπραγματευθεί και να περιφρουρήσει το δημόσιο συμφέρον. Αυτή είναι και η πρόκληση προς όλους τους πολιτικούς αρχηγούς. Είναι επιτακτική ανάγκη, με το χαρακτήρα του μονόδρομου, να ξεπεραστούν οι κομματικές νοοτροπίες.
Η κοινωνία και η αγορά απαιτούν αυτή τη στιγμή:
- Τα αντι-μνημονιακά ρεύματα που πλειοψήφησαν πρέπει να απεκδυθούν τους θώκους εξουσίας. Αντικειμενικός σκοπός αποτελεί για όλους η σωτηρία της χώρας και όχι η συμβατική εξουσία.
- Μια εντολοδόχος «αντι-μνημονιακή» διακυβέρνηση θα πρέπει να έχει ιδιαιτέρως αυξημένη πολιτική ισχύ ώστε να διαχειριστεί: α) τα πρωτογενή ελλείμματα, β) τις διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση, γ) τις προκλήσεις που θα δοκιμάσουν τη συνοχή της ελληνικής κοινωνίας και δ) τις διαδικασίες αναθεωρήσεως του Συντάγματος με τη Συντακτική Συνέλευση.
Προέχει η πολιτική ισχύς
Το εγχείρημα της μεταβατικής κυβέρνησης του κ. Λουκά Παπαδήμου αποτελεί παράδειγμα προς αποφυγή, το οποίο φάνηκε από το αποτέλεσμα των εκλογών. Μια μεταβατική κυβέρνηση πρέπει να είναι πολιτικά πανίσχυρη κι όχι τεχνοκρατικά. Ο λαός καθορίζει το μέλλον του τόπου κι όχι τρίτοι παράγοντες.
Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να επιλεγούν προσωπικότητες διεθνούς κύρους και εμβέλειας που θα διασφαλίσουν τη Δημοκρατία και θα λειτουργήσουν αποτελεσματικά ως εντολοδόχοι των αντιμνημονιακών ρευμάτων. Ήδη στη Νέα Δημοκρατία, η οποία αποτελεί την πρώτη πολιτική δύναμη, υπάρχουν τέτοια ρεύματα που μπορούν να εκφράσουν συγκεκριμένη πολιτική και διαύλους με τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις.
Στο ίδιο πλαίσιο, τα πρόσωπα που θα κληθούν να αναλάβουν τη διακυβέρνηση της χώρας θα πρέπει να εγγυηθούν με πυγμή και σοβαρότητα τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδος. Αιτιάσεις που ακούσθηκαν για πρόσωπα που συμμετείχαν στην απερχόμενη κυβέρνηση ότι δεν μιλούσαν ισότιμα και συμπεριφέρονταν δουλικά προς τους ξένους συνομιλητές προκάλεσε ζημία προς την Πατρίδα, την αγορά και την κοινωνία.
Τι πρέπει να γίνει
Με τα δεδομένα του εκλογικού αποτελέσματος θα πρέπει να αποφευχθεί ένας κίνδυνος. Η Ελλάδα κινδυνεύει να γίνει το «πειραματόζωο» της Ευρώπης. Σε μια κρίση ειλικρίνειας αυτό παραδέχθηκε την περασμένη εβδομάδα σε κάποιο ελβετικό πανεπιστήμιο ο κ. Γιώργος Παπανδρέου. Στην απειλή ενός νέου διλήμματος αν η Ελλάδα πρέπει να έχει ευρώ ή δραχμή, θα πρέπει να απαντήσει έξυπνα.
Η εκλογή του Φρανσουά Ολλάντ στη Γαλλία σημαίνει δυνητικά ότι θα στριμωχτεί η γερμανική Καγκελαρία. Αντί λοιπόν οι διαπραγματευτικές τανάλιες της Άνγκελα Μέρκελ και του Βόλφγκαγκ Σόιμπλε να μπουν στο λαιμό του όποιου εντολοδόχου πρωθυπουργού, προτιμότερο είναι να υπάρξει άμεση αντίδραση με δύο κινήσεις:
- Για να αποτελέσει το «καλό παράδειγμα» του ευρωπαϊκού οικοδομήματος, η ελληνική πλευρά πρέπει να απαιτήσει άμεσα -πριν από τη Σύνοδο Κορυφής στα τέλη Ιουνίου- τη ριζική μεταρρύθμιση της Ε.Ε. Υπάρχει το έμψυχο επιστημονικό δυναμικό που θα διαμορφώσει τα επιχειρήματα και θα θίξει τα κακώς κείμενα μιας οικοδομούμενης, από το Βερολίνο, Ευρώπης με δύο ταχύτητες υπό την οικονομική επιρροή της Γερμανίας και της μονεταριστικής νομεγκλατούρας της.
- Σε αυτή τη βάση και με το δεδομένο ότι η Κύπρος αναλαμβάνει από την 1η Ιουλίου την προεδρία της Ε.Ε. θα πρέπει να αρχίσει η συζήτηση για την κατάργηση ή την αναθεώρηση του Μνημονίου, των επαχθών και των καταχρηστικών χρεών, καθώς και κάθε αντιλαϊκού μέτρου που έχει δρομολογηθεί.
Σταθερότητα για τη χώρα
Κι αυτές δεν είναι απόψεις που εκφράζουν συγκεκριμένη ιδεολογία. Φιλοδοξούν να εκφράσουν τον μέσο Έλληνα που πλήττεται, ανεξαρτήτως ιδεολογίας και κομματικής τοποθέτησης.
Είναι δεδομένο αυτό που συνιστούν οι συνεργάτες του κ. Ολλάντ, οι οποίοι παρακολουθούν τις εξελίξεις στη χώρα μας. «Οι καταστροφές που επέφερε το απερχόμενο παλαιοκομματικό σύστημα στην Ελλάδα είναι μεγάλες. Γι’ αυτό καμιά βιαστική κίνηση δεν πρέπει να γίνει. Θα πρέπει να υπάρξει ψυχραιμία και να συνεχιστούν οι συνομιλίες με τους ξένους με συγκροτημένες θέσεις», σχολιάζουν πολύ σωστά. Για να γίνει κάτι τέτοιο απαιτείται η εθνική ενότητα.
Το μήνυμα των πολιτών δεν ήταν μόνο αντί-μνημονιακό.
Το εκλογικό αποτέλεσμα αποτελεί καταδίκη της πολιτικής τρομοκρατίας που εφαρμόσθηκε κυρίως από την κυβέρνηση Παπανδρέου. Αποτελεί επίσης και συλλογική δήλωση της ελληνικής κοινωνίας ότι είναι έτοιμη να υποστεί θυσίες εφ’ όσον θα υπάρχει διακυβέρνηση που θα υπερασπίζεται τη δημοκρατία, την εθνική ανεξαρτησία, την περιουσία των πολιτών, τις επιχειρήσεις και τη δημοσία Τάξη.
Για να γίνει κάτι τέτοιο, για την επίτευξη των οικονομικών σκοπών και για την διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής είναι αυτονόητο ότι απαιτείται να κρατικοποιηθούν οι τράπεζες (οι οποίες ήδη άντλησαν γιγαντιαίους σπάνιους δημόσιους πόρους).
Το νέο πλαίσιο
Βασικά, το παλιό θα πρέπει να μετεξελιχθεί. Όσα στελέχη είναι πολιτικά αδιάφθορα μπορούν να συμβάλουν στην ανασυγκρότηση του πολιτικού μας συστήματος με νέους σχηματισμούς και νέα ρεύματα που θα έχουν ως κοινό άξονα την δημοκρατία, την πολιτική ελευθερία και την εθνική ανεξαρτησία.
Το νέο πολιτικό σύστημα θα πρέπει να αποτυπωθεί με νέες εκλογές σε λίγους μήνες και πάντα με έναν παρονομαστή: Τη σταθερότητα στην Ελλάδα.
Θα ήταν τραγικό να δίνουμε στους ξένους μια εικόνα που δεν ταιριάζει στους Έλληνες. Θα είναι πολύ άσχημο να επαναληφθούν κριτικές όπως τις περιέγραψε ο γενικός πρόξενος των ΗΠΑ στη Σμύρνη Τζώρτζ Χόρτον, το 1922.
«Είναι απίστευτο –θα έλεγα αδιανόητο– μέχρι πού μπορούν να φτάσουν οι Έλληνες πολιτικοί για να διατηρήσουν το κόμμα τους στην εξουσία έστω και μια εβδομάδα παραπάνω: Μπορούν να θυσιάσουν την πατρίδα τους…», είχε γράψει. Κανείς δεν θα ήθελε κάτι τέτοιο. Κανείς δεν θα ήθελε αδύναμη κι ευάλωτη Ελλάδα. Κανείς δεν θα αμφισβητούσε τα οφέλη της σταθερότητας, συγκριτικά με τη ρευστότητα και την αβεβαιότητα.