Τα εκλογικά διλήμματα: Γιατί ο Μητσοτάκης θέλει αντίπαλο τον Τσίπρα
Παρά τις σφοδρές πιέσεις που δέχεται αντικειμενικά η κυβέρνηση από την ακρίβεια, το ενεργειακό πρόβλημα και την φτώχεια, είναι απολύτως βέβαιο ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα μπει σε διαδικασία πλειοδοσίας υποσχέσεων στη ΔΕΘ.
Οι παροχές θα είναι ρεαλιστικές και με μέτρο παρά τη σφοδρή πολιτική πίεση που δημιουργεί και το θέμα των υποκλοπών. Όπως λένε γαλάζια στελέχη δεν θα μπει επ’ ουδενί λόγω σε μια διαδικασία τύπου: «Τσοβόλα δώσ’τα όλα» για δύο βασικούς λόγους:
1ον. Ακόμα κι αν προχωρήσει σε γενναίες παροχές τώρα, σε εννέα μήνες που θα στηθούν οι κάλπες θα έχουν ξεχαστεί και τα ταμεία θα είναι άδεια για να μπορέσει να ξαναδώσει κάτι αντίστοιχο.
2ον. Δεν μπορεί να διακινδυνεύσει την δημοσιονομική σταθερότητα διότι οι επόμενοι μήνες ενδέχεται να είναι ακόμα χειρότεροι και η κοινωνία να χρειάζεται επιπλέον μέτρα στήριξης.
Συνεπώς είναι βέβαιο ότι οικονομικά, ο πήχης της ΔΕΘ μάλλον κατεβαίνει και η ομιλία του πρωθυπουργού θα είναι περισσότερο πολιτική. Το μεγάλο στοίχημα στο Βελλίδειο για τον Κυριάκο Μητσοτάκη θα είναι να καταφέρει να ξεπεράσει τη βροχή ερωτήσεων που θα δεχθεί στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου για τις υποκλοπές, αβρόχοις ποσίν… Ομολογουμένως εξαιρετικά δύσκολο. Να καταφέρει όχι μόνο να τις ξεπεράσει αλλά να πάει στην συζήτηση εκεί που επιθυμεί ο ίδιος, στο δίλημμα «ή εγώ ή η χώρα σε περιπέτειες».
«Αναβάθμιση» Τσίπρα και «υποβάθμιση» Ανδρουλάκη
Αυτό θα είναι το ερώτημα το οποίο θα επικοινωνήσει ο πρωθυπουργός από εδώ και στο εξής και για όσο πλησιάζουμε προς το χρόνο τον εκλογών. Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο επιθυμεί να έχει ως κεντρικό του αντίπαλο τον Αλέξη Τσίπρα και όχι το Νίκο Ανδρουλάκη. Ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν αρνητική προϊστορία και πάνω εκεί ο Κ. Μητσοτάκης μπορεί να ξαναχτίσει ένα «αντι-Τσίπρα» ή «αντι – ΣΥΡΙΖΑ» μέτωπο το οποίο έτσι κι αλλιώς ενστερνίζονται αρκετοί ψηφοφόροι του λεγόμενου Κεντρώου χώρου.
Αντίθετα η κόντρα με το Νίκο Ανδρουλάκη μάλλον δεν βολεύει την Πειραιώς, ιδιαίτερα μετά το θέμα των παρακολουθήσεων όπου ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ έχει βρεθεί στη θέση του θύματος και άρα έχει μεγαλύτερη απήχηση στο θυμικό του εκλογικού σώματος.
Επίσης ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν έχει δοκιμαστεί στην εξουσία και άρα από την πλευρά της ΝΔ δεν υπάρχουν ισχυρά επιχειρήματα για να αποδομηθεί το προφίλ του. Σε κάθε περίπτωση το Μέγαρο Μαξίμου δεν θα επιχειρήσει να ανοίξει μέτωπο με την εκλογική δεξαμενή του Κέντρου η οποία όπως έχει ειπωθεί πολλές φορές βγάζει κυβέρνηση. Και όχι μόνο βγάζει κυβέρνηση, αλλά ενδεχομένως θα δώσει ή δεν θα δώσει την πολυπόθητη αυτοδυναμία στη ΝΔ. Η μη αυτοδυναμία γεννά δύο βασικά διλήμματα:
1ο. «Μητσοτάκης ή ακυβερνησία»
2ον. «Μητσοτάκης ή κυβέρνηση τεχνοκρατών»
Τα δύο παραπάνω ερωτήματα θα ακουστούν πολλές φορές στη δημόσια αντιπαράθεση το επόμενο διάστημα.
Το μέγα πρόβλημα πλέον, όπως φαίνεται και από τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις της περασμένης εβδομάδας δεν είναι η ψαλίδα της πρόθεσης ψήφου. Το μέγα ζήτημα είναι ότι απομακρύνεται ακόμα περισσότερο ο ενδεχόμενο ισχυρής αυτοδυναμίας με δεδομένο ότι δεν θα αλλάξει (όπως όλα δείχνουν) ο εκλογικός νόμος. Αυτή ακριβώς η εξέλιξη θα ρυθμίσει τις στρατηγικές τόσο της ΝΔ, όσο και των υπολοίπων κομμάτων.
Ειδικά για τη ΝΔ άμεση προτεραιότητα είναι η αναγωγή του Τσίπρα σε ρόλο κεντρικού αντιπάλου και η «υποβάθμιση» ή η υποτίμηση αν θέλετε του Νίκου Ανδρουλάκη. Το Μαξίμου δηλαδή κάνει στροφή 180 μοιρών αφού το προηγούμενο διάστημα, όταν ο Ανδρουλάκης πρωτοανέλαβε τα ηνία του ΠΑΣΟΚ έκανε το ακριβώς αντίθετο. Υποβάθμισε τον Τσίπρα και ανέδειξε τον Ανδρουλάκη σε κεντρικό αντίπαλο της Πειραιώς.
Στην πολιτική λοιπόν όλα είναι ρευστά και όλα αλλάζουν και πολύ σοφά ποτέ δεν πρέπει να λες ποτέ.