Η Ρωξάνη Μπέη μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ στο Newsbomb.gr
Το ζήτημα της μονοθεματικής τουριστικής ανάπτυξης στην Αθήνα, θέτει στο επίκεντρο της συζήτησης για την πρωτεύουσα η Ρωξάνη Μπέη, μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ και δημοτική σύμβουλος.
Το μέλος του Πολιτικού Συμβουλίου του ΠΑΣΟΚ και δημοτική σύμβουλος Αθηναίων, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για μια «πόλη που κινδυνεύει να χάσει και κάτι ακόμα κάθε μέρα».
Έφερε ως παράδειγμα τον κίνδυνο στον οποίο βρίσκονται χώροι με ιστορική σημασία για την πρωτεύουσα, όπως είναι οι ιστορικοί κινηματογράφοι, Άστορ, Αελλώ και Ιντεάλ, σημειώνοντας πως «όσο η Αθήνα γίνεται “αφιλόξενη” για τους κατοίκους της, τόσο θα γίνεται και για τους τουρίστες».
Αναφερόμενη στην υπόθεση των παρακολουθήσεων, έκανε λόγο για «μια μαύρη σελίδα που θα μείνει στην ιστορία της μεταπολίτευσης», προσθέτοντας πως «το σκοτεινό αυτό κεφάλαιο δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει κλείσει και καμία και κανείς δεν μπορεί να εφησυχάσει».
Αναλυτικά η συνέντευξη της Ρωξάνης Μπέης, στο Newsbomb.gr
Κυρία Μπέη, εδώ και εβδομάδες υπάρχουν δημοσιεύματα που δίνουν -εφόσον επιβεβαιωθούν- νέες διαστάσεις στο θέμα των παρακολουθήσεων. Έχει κλείσει αυτή η ιστορία για το ΠΑΣΟΚ;
Η υπόθεση των παρακολουθήσεων είναι μια μαύρη σελίδα που θα μείνει στην ιστορία της μεταπολίτευσης, ως μια προσπάθεια καταπάτησης των θεσμών της δημοκρατίας και των ατομικών ελευθεριών. Η κυβέρνηση εξαρχής προσπάθησε να υποβαθμίσει το ζήτημα, ακόμα και με κατάφορα ψεύδη, αλλά βρίσκει απέναντί της όλους εμάς, τους πολίτες και τους φορείς, που παλεύουμε για τη διαφάνεια, το κράτος δικαίου και τη δημοκρατία.
Η ιστορία αυτή πρέπει, και θα φτάσει, μέχρι τέλους, θεσμικά, στη δικαιοσύνη, αλλά και με την αρωγή των Ευρωπαϊκών θεσμών, όπως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο δεν μπορεί να ελέγξει η κυβέρνηση, όπως συνέβη με την Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής και την επίκληση του «α λα καρτ» απορρήτου.
Δεν είναι ζήτημα αριθμών των παρακολουθούμενων, ούτε και των επιμέρους προσώπων που προκύπτουν από τα δημοσιεύματα. Από την πρώτη μέρα που άρχισε να ξετυλίγεται το κουβάρι και επιβεβαιώθηκαν τα «κρούσματα» απόπειρας υποκλοπών, με στόχους δημοσιογράφο και πολιτικό αρχηγό, με το Predator, αλλά και η επιχειρησιακή και χρονική σύμπτωση της παρακολούθησης αυτής με την παρακολούθηση από την ΕΥΠ, για την οποία δεν δόθηκε καμία απάντηση μέχρι σήμερα, η διάσταση του ζητήματος ήταν μία και μοναδική, και καταδείκνυε μια ανέλεγκτη παρακρατική δράση.
Μέχρι να μάθουμε ποιοι είναι αυτοί που διαχειρίζονται παράνομα λογισμικά παρακολουθήσεων στη χώρα μας και ποιοι είναι οι εντολείς τους, το σκοτεινό αυτό κεφάλαιο δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει κλείσει και καμία και κανείς δεν μπορεί να εφησυχάσει.
Η ακρίβεια που συνεχίζει να δοκιμάζει νοικοκυριά και επιχειρήσεις, είναι διεθνές φαινόμενο. Γιατί το ΠΑΣΟΚ επιρρίπτει ευθύνες στην κυβέρνηση;
Η κυβέρνηση έχει κάνει μια πολιτική επιλογή. Να εξασφαλίσει συμφέροντα λίγων και ισχυρών εις βάρος των πολλών, σε αυτή την εποχή της πληθωριστικής κρίσης που βιώνουμε. Η συγκυρία είναι αντικειμενική και αδιαπραγμάτευτη, η πολιτική διαχείριση και τα αποτελέσματά της, όχι. Η επιλογή να αφεθεί ανεξέλεγκτη η κερδοσκοπία που ανθεί σε τέτοιες εποχές είναι της κυβέρνησης.
Η επιλογή επιδοτήσεων των κερδών των μεγάλων παραγωγών και προμηθευτών ενέργειας από τον κρατικό προϋπολογισμό, αντί της επιβολής πλαφόν στην τιμή της λιανικής στους λογαριασμούς του ρεύματος, επίσης ανήκει στην κυβέρνηση. Το ίδιο και η άρνηση μείωσης του ΦΠΑ στα βασικά αγαθά, που είναι πολύ πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, και του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης στα καύσιμα.
Όπως κυβερνητική επιλογή είναι το επικοινωνιακό σόου στις μεγάλες αλυσίδες σούπερ-μάρκετ με τη σύγκριση αγαθών που εντάσσονται στο «καλάθι του νοικοκυριού», με αποτέλεσμα και ένα ακόμα μεγάλο πλήγμα στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, λόγω του αθέμιτου ανταγωνισμού.
Η κυβέρνηση φέρει ευθύνες, όμως, και σε ένα ευρύτερο πλαίσιο, για τη μηδενική εξασφάλιση στα εργασιακά δικαιώματα και την προσπάθεια υποβάθμισης των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, την έλλειψη θωράκισης των εισοδημάτων που έχουν χάσει την αγοραστική τους δύναμη, την αποδιάρθρωση του δημόσιου χαρακτήρα του ΕΣΥ, τη μη προστασία της πρώτης κατοικίας που αφήνεται βορά στα funds, τις τεράστιες αυξήσεις του ιδιωτικού χρέους ενόσω οι τράπεζες δεν φορολογούνται για τα υπερκέρδη από τη διαφορά των επιτοκίων, που βαίνουν αυξανόμενα στις χορηγήσεις, και υποτυπώδη στις καταθέσεις.
Η ανάπτυξη, την οποία επιδιώκει, κατά τα άλλα, για τη χώρα, δεν μειώνει τις κοινωνικές ανισότητες, αντιθέτως τις ενισχύει. Αυτό είναι βαθιά πολιτικό ζήτημα και δεν συμβαίνει το ίδιο παντού.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης έχει πει στο πρόσφατο παρελθόν ότι το ΠΑΣΟΚ, σε περίπτωση που είναι ισχυρό, θα εγγυηθεί ότι η χώρα θα αποκτήσει κυβέρνηση από την Κυριακή της απλής αναλογικής. Δεν θα σας ρωτήσω το χιλιοδιατυπωμένο «με ποιους θα πάτε;», αλλά αν πιστεύετε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις ώστε να μην οδηγηθούμε σε πολλαπλές εκλογικές αναμετρήσεις…
Εμείς είμαστε έτοιμοι να συζητήσουμε στη βάση του προγράμματός μας και των αρχών που διέπουν τις πολιτικές μας θέσεις, στη βάση της αλλαγής σελίδας και ενός νέου μοντέλου διακυβέρνησης της χώρας. Δεν σκοπεύουμε να στρώσουμε το δρόμο προς την εξουσία σε κανέναν, ούτε να πάμε σε μια εποχή που στελέχη απλά θα βάζουν υπογραφές στις εκάστοτε εντολές του Μαξίμου.
Ένα ισχυρό ΠΑΣΟΚ βάζει όρους, όρους για μια άλλη πολιτική που δεν ακολουθούν κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση, ούτε διαφαίνεται να θέλουν να ακολουθήσουν. Τσίπρας και Μητσοτάκης, δεν θέλουν το ΠΑΣΟΚ, τα όσα πρεσβεύει, αλλά τις ψήφους του.
Όσον αφορά την απλή αναλογική, από τη μία, ο κ. Μητσοτάκης είναι αυτός που λέει “ή εγώ Πρωθυπουργός ή τίποτα”, ενώ προοικονομεί ότι η πρώτη Κυριακή είναι χαμένη υπόθεση. Από την άλλη, ο κ. Τσίπρας, που εισήγαγε την απλή αναλογική, είπε από το βήμα της ΔΕΘ ότι δεν θα κάνει «κυβέρνηση των ηττημένων», άρα δεν πιστεύει και στο πνεύμα των συνεργασιών που προϋποθέτει η απλή αναλογική.
Αυτές οι δηλώσεις δεν παραπέμπουν σε θεσμική στάση, αντίθετα θυμίζουν παιχνιδάκι με απώτερο στόχο το μοίρασμα της εξουσίας και την εξασφάλιση των προσώπων, αντί του οφέλους της χώρας. Εμείς αποτελούμε την εναλλακτική σε αυτή την αδιέξοδη ρητορική του διπόλου που δεν προτείνει λύσεις, παρά υπογραμμίζει την «απειλή» του άλλου.
Οι προτάσεις μας συνθέτουν το όραμα για ένα Ευρωπαϊκό μοντέλο διακυβέρνησης, στη λογική της αντιμετώπισης παγιωμένων παθογενειών που κρατούν τον τόπο πίσω. Εμείς θα δώσουμε τη μάχη για ένα δυνατό ΠΑΣΟΚ, μαζί με την κοινωνία, για τη δημοκρατική ανατροπή και τη διέξοδο που έχει ανάγκη ο τόπος.
Είστε και δημοτική σύμβουλος Αθηναίων. Ακούμε συχνά -ίσως καθ’ υπερβολή- πως η Αθήνα έχει γίνει μια πόλη «αφιλόξενη» για τους πολίτες της. Πιστεύετε ότι υπάρχει πρόβλημα από την υπερβολική τουριστική δραστηριότητα;
Το πρόβλημα δεν είναι ο τουρισμός, αυτός καθ’ αυτός, αλλά η διαχείριση της τουριστικής κίνησης στην πόλη. Η πραγματικότητα είναι ότι όσο η Αθήνα γίνεται «αφιλόξενη» για τους κατοίκους της, τόσο θα γίνεται και για τους τουρίστες, οι οποίοι δεν είναι μόνο περαστικοί για δυο μέρες να δουν την Ακρόπολη.
Ο Δήμος της Αθήνας, όμως, καθώς και το κράτος, οφείλει να στοχεύει σε μια βιώσιμη ισορροπία, με πρωταρχικό γνώμονα τους κατοίκους. Η εξάπλωση του Airbnb χωρίς μέτρο, οι συνθήκες gentrification στο κέντρο και τις γειτονιές της Αθήνας, λόγω στεγαστικής κρίσης, που ολοένα και «σπρώχνουν» τους κατοίκους έξω από την πόλη, είναι ενδεικτικά της έλλειψης σχεδίου και πολιτικής για αυτά τα ζητήματα.
Η πόλη κινδυνεύει να χάσει και κάτι ακόμα κάθε μέρα, πάρτε το παράδειγμα των ιστορικών κινηματογράφων της, Άστορ, Αελλώ και Ιντεάλ. Τοπόσημα της Αθήνας, με ιστορία στον χώρο του πολιτισμού, συμβολή στη διάδοση της έβδομης τέχνης, σημεία συνάντησης των Αθηναίων και όχι μόνο. Κινδυνεύουν να κλείσουν, καθώς τα κτίρια διατίθενται για τις γνωστές χρήσεις που μονοθεματικά πια επικρατούν στην Αθήνα.
Υπήρξε ευτυχώς μια δέσμευση ότι οι κινηματογράφοι θα διατηρηθούν, μετά από αντιδράσεις όσων σηκώσαμε το θέμα, και ενός ομόφωνου ψηφίσματος του Δημοτικού Συμβουλίου.
Πρέπει να τεθεί το βασικό ερώτημα, αν θέλουμε αυτή η πόλη να συνεχίσει να έχει ταυτότητα, κατοίκους που της δίνουν ζωή και εντοπιότητα. Αν απαντήσουμε θετικά, τότε χρειάζονται πολιτικές παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση του φαινομένου της Αθήνας των δύο ταχυτήτων, με στόχευση σε μια βιώσιμη ισορροπία μεταξύ κέντρου και γειτονιών, τουριστικής κίνησης και μόνιμης κατοικίας.
Είστε μια νεαρή γυναίκα που ασχολείστε ενεργά με την πολιτική. Από τη δίκη σας εμπειρία, θεωρείτε πως υπάρχουν ίσες ευκαιρίες για άνδρες και γυναίκες;
Εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Στα χαρτιά, σε μεγάλο βαθμό, ναι. Στην πράξη, έχουμε δρόμο ακόμα, γιατί η πολιτική ασκείται στην κοινωνία και στα κέντρα εξουσίας, τα οποία αντικατοπτρίζουν τάσεις της κοινωνίας. Γενικά στο ζήτημα της ισότητας, βλέπουμε και από τα στατιστικά, ότι δεν έχουμε πετύχει στην Ελλάδα την ίση εκπροσώπηση, το θρυμματισμό της γυάλινης οροφής και την κατάρριψη των στερεοτύπων.
Άρα, θα σας πω το εξής: ειδικά στους προοδευτικούς χώρους, οι γυναίκες έχουν ίσες ευκαιρίες επί της αρχής. Αλλά μια νέα γυναίκα αντιμετωπίζει πολλές προκλήσεις που ο αντίστοιχος άνδρας στην ίδια θέση, πιθανόν δεν μπορεί καν να διανοηθεί. Η ταυτότητα του φύλου είναι κομμάτι της πολιτικής της περσόνας, είτε το επιλέγει είτε όχι.
Κρίνεται και αντιμετωπίζεται πάντα με την οπτική του φύλου, είτε αυτό αφορά την εμφάνιση, τη μαχητικότητα, τον τόνο της φωνής, ακόμα και τις θέσεις της ορισμένες φορές. Της θέτουν διλήμματα που δεν τίθενται εξ ορισμού στους άντρες, όπως αυτό μεταξύ πολιτικής ενασχόλησης και οικογένειας.
Στα πλαίσια της πολιτικής της δραστηριότητας, ακόμα χρειάζεται να απευθυνθεί και να συμπεριφερθεί στη βάση των ανδρικών προτύπων, αν θέλει να ακουστεί και να «μετράει».
Η προσωπική μου εμπειρία είναι ότι, ως νέα γυναίκα στην πολιτική, καλείσαι να αποδείξεις πολλά από την πρώτη στιγμή και να δώσεις μάχη να σε ακούσει η κοινωνία επί ίσοις όροις. Είναι και ο λόγος που οι γυναίκες αποφασίζουν πολύ πιο δύσκολα να εμπλακούν ενεργά στην πολιτική.
Δεν θα ξεχάσω μια από τις πρώτες συμβουλές που μου έδωσαν ποτέ, ότι στα καφενεία και σε ανάλογους χώρους επικοινωνίας με τον κόσμο, σε περίοδο προεκλογικής εκστρατείας, καλό είναι να πηγαίνω πάντα με άνδρες στελέχη για να μπορώ να έχω «πέρασμα».
Τέλος, οι γυναίκες, ακόμα και στην πολιτική, πολλές φορές περιορίζονται σε «γυναικεία» χαρτοφυλάκια. Αυτό είναι προβληματικό, καθώς αποστερεί τις ικανότητες των γυναικών πολιτικών στελεχών από κομβικούς τομείς πολιτικής.
Εκτιμάτε ότι οι πολιτικές της κυβέρνησης για τα θέματα φύλου κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση;
Δεν μπορεί να παραβλέψει κανείς ότι σε αυτό το κομμάτι έχουν γίνει βήματα τα τελευταία χρόνια, ως αποτέλεσμα αντανακλαστικών και πιέσεων ενεργών πολιτών και κοινωνικών κινημάτων, όμως για να φτάσουμε στα επίπεδα άλλων Ευρωπαϊκών χωρών χρειάζονται μεγάλες τομές και ολοκληρωμένες πολιτικές, με προοδευτικό πρόσημο.
Η σημερινή κυβέρνηση αντιλαμβάνεται τις πολιτικές για το φύλο και την ισότητα σαν παρεμφερή τομέα πολιτικής με αυτόν της οικογένειας, εξ ου και η κοινή Γενική Γραμματεία. Επίσης, μια καλή αρχή θα ήταν η μη επίθεση των δυνάμεων καταστολής σε ειρηνικές πορείες για τα γυναικεία δικαιώματα και την εναντίωση στην έμφυλη βία.