Τι κέρδισε και τι έχασε ο Κασσελάκης;
Με δυο ευρώ τα μέλη και οι φίλοι του ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισαν τελικά την διάλυση του κόμματος από έναν άνθρωπο που ψήφιζε τον ΓΑΠ και συμπαθούσε τον Μητσοτάκη
Όλο το σκηνικό θα μπορούσε να είναι και θεατρική επιθεώρηση στο Δελφινάριο. Τα συμπεράσματα από την Κεντρική Επιτροπή που έλαβε χώρα είναι δυο:
1ον. Ο Κασσελάκης δεν ήταν καθόλου ουρανοκατέβατος. Όπως εύστοχα είχαμε επισημάνει από το Newsbomb.gr σε άρθρο με τίτλο: «Το project Κασσελάκη και η εκκαθάριση εν λειτουργία», ο πρόεδρος από το Μαϊάμι ήρθε να κάνει αυτό που λέμε «εκκαθάριση εν λειτουργία» και να παραδώσει το κόμμα σε κάποιον άλλο, καθαρό και χωρίς βαρίδια. Manager είναι, όχι πολιτικός. Μεσίτης που πουλάει και advisory service. Broker κατά το κοινώς λεγόμενο και αυτό πλέον έχει αρχίσει να γίνεται καθαρό.
2ον. Ο Κασσελάκης δεν πέτυχε 100% τον στόχο του. Πολύ θα ήθελε τούτο το Σαββατοκύριακο να είχε ξεμπερδέψει με όλους όσους βρίσκονται στα πόδια του και εμποδίζουν το project. Δυστυχώς για τον Στέφανο, δεν έφυγαν όλοι όπως περίμενε. Συνεπώς ο Κασσελάκης χάνει χρόνο και ταυτόχρονα ευτελίζει πλήρως την έννοια της Αριστεράς στην Ελλάδα.
Τον ΣΥΡΙΖΑ τον διέλυσε, όσοι κι αν μείνουν. Μαζί με όλους όσοι έδωσαν το δίευρο για να τον ψηφίσουν. Δεν ήρθε εδώ για να κερδίσει τον Κυριάκο Μητσοτάκη όπως αρχικά πίστεψαν. Ήρθε για να διώξει όλα τα στελέχη που εκπροσωπούσαν αυτό που λέμε Ριζοσπαστική Αριστερά.
Τρεις λέξεις συγκράτησα από όλο αυτό το ριάλιτι που ονομάστηκε Κ.Ε. «Σάλτσες», «φέτα» και «πουμαρό». Αυτές τις λέξεις χρησιμοποίησε ο Στέφανος Κασσελάκης, κατά την ομιλία του ενώπιον της Κεντρικής Επιτροπής, μέσω της οποίας παρουσίασε τον ΣΥΡΙΖΑ μια ως «κουζίνα», επιφυλάσσοντας για τον εαυτό του τον ρόλο του «σεφ» της επερχόμενης διάσπασης του κόμματος. Από τις «σάλτσες» των τεράστιων πολιτικών κειμένων, την «πολιτική του pumaro» της εσωκομματικής αντιπολίτευσης μέχρι την τιμή της «φέτας», που εμπλούτισαν τη ρητορική του νέου προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ δείχνουν το μέγεθος της κατάπτωσης, αλλά και το μελλοντικό κόμμα που ετοιμάζει ο Κασσελάκης. Ένα κόμμα που θυμίζει βιντεοκασέτες της δεκαετίας του’80.