«Η Ελλάδα είναι υπεύθυνη για τη κατάσταση στην οποία βρίσκεται»
που θα μπορέσει να εφαρμόσει τις απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για την ανόρθωση της οικονομίας και την αποκατάσταση της εθνικής αξιοπρέπειας».
Αυτό, μεταξύ άλλων, υποστήριξε σε συνέντευξή του στην γαλλική εφημερίδα Le Monde και το δημοσιογράφο Αλαίν Σαλ, o καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου και υπηρεσιακός υπουργός Εσωτερικών Αντώνης Μανιτάκης και επισημαίνει πως «παρά τη μεγάλη διάρκεια της κρίσης και τα αυστηρά μέτρα λιτότητας, οι κοινοβουλευτικοί θεσμοί λειτούργησαν σωστά και ανέδειξαν έτσι τα γερά θεμέλια της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας».
Ο κ. Μανιτάκης υποστηρίζει ότι καθώς «η Ελλάδα βιώνει μια άνευ προηγουμένου οικονομική, πολιτική και κοινωνική κρίση και η χώρα βρίσκεται σε ύφεση εδώ και πέντε χρόνια με την ανεργία να έχει σχεδόν τριπλασιαστεί τα τρία τελευταία χρόνια, τα εισοδήματα των Ελλήνων σημειώνουν μείωση της τάξης τουλάχιστον του 30%».
Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα «η ψήφος του ελληνικού λαού στις εκλογές της Κυριακής μπορεί να εκληφθεί ως ψήφος απελπισίας, καθώς τα αυστηρά μέτρα λιτότητας έχουν δημιουργήσει μια αντιστροφή της πραγματικότητας, καθώς οι Έλληνες θεωρούν το Μνημόνιο την αιτία και όχι το αποτέλεσμα της δεινής πραγματικότητας που βιώνουν».
Ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου σημειώνει ότι «η Ελλάδα είναι υπεύθυνη για τη δυσχερή κατάσταση στην οποία βρίσκεται».
Ωστόσο, καταλήγει «μας τιμωρούν εδώ και τρία χρόνια για τις απερίσκεπτες επιλογές μας, τον υπερδανεισμό, δημόσιο και ιδιωτικό, αλλά και το δημοσιονομικό μας έλλειμμα. Έχουμε υποστεί ταπείνωση της εθνικής μας αξιοπρέπειας. Αυτή η στάση ορισμένων ευρωπαίων ηγετών, κυρίως της Γερμανίας, η οποία ενδεχομένως μπορεί να εξηγηθεί, είναι άδικη. Γι αυτό εκτιμούμε την ομιλία του προέδρου Ολάντ ο οποίος ζητά από τη χώρα να τηρήσει τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει και παράλληλα ζητά σεβασμό προς τον ελληνικό λαό. Η ηθικολογία των Γερμανών για την Ελλάδα ταιριάζει ίσως στους Γερμανούς αλλά όχι στους Έλληνες. Δεν απευθύνονται σε μια χώρα που δεν γνώρισε ποτέ τη φιλελεύθερη οικονομική σκέψη σαν να ήταν χώρα προτεσταντική ή καρτεσιανή».