Οι πρώτες εκτιμήσεις του ΚΚΕ για το εκλογικό αποτέλεσμα
Ως προς το εκλογικό αποτέλεσμα οι βασικές εκτιμήσεις συνοψίζονται στα εξής σημεία:
Η ΚΕ του ΚΚΕ εντοπίζει αρνητικά στοιχεία στο εκλογικό αποτέλεσμα, με πρώτο την αναντιστοιχία της απήχησης των θέσεων και της δράσης του κόμματος σε σχέση με τις μεγάλες εκλογικές απώλειες, ιδιαίτερα μπροστά στις αρνητικές για το λαό εξελίξεις που έρχονται. Τονίζει ότι έπιασε τόπο το κλίμα τρομοκρατίας για την έξωση της Ελλάδας από την ευρωζώνη και ταυτόχρονα επέδρασε η λογική του δήθεν μικρότερου κακού και εύκολου δρόμου, ότι δηλαδή «είναι δυνατόν να σχηματισθεί μια κυβέρνηση διαχείρισης της κρίσης, στο έδαφος της εξουσίας των μονοπωλίων και της ενσωμάτωσης στην ΕΕ».
Για τη νίκη της Νέας Δημοκρατίας, το ΚΚΕ προειδοποιεί ότι η πολιτική της είναι αντεργατική και αντιλαϊκή και ότι «θα επιδιώξει να φορτώσει τα βάρη της όξυνσης της κρίσης στο λαό διασφαλίζοντας την δυνατότητα ανάκαμψης της κερδοφορίας του κεφαλαίο». Επίσης τονίζει ότι έχει δώσει όλες τις απαραίτητες διαβεβαιώσεις στην αστική τάξη και την ΕΕ για την «ευρωμονοδρομική» στρατηγική της.
Την αύξηση του ΣΥΡΙΖΑ και την ανάδειξή του σε αξιωματική αντιπολίτευση, το ΚΚΕ αποδίδει σε ένα βαθμό στη διαχειριστική λογική που προβαλλόταν στο πρόγραμμα που παρουσίασε. Από το πρόγραμμα αυτό «απαλείφθηκαν τα όποια φραστικά ριζοσπαστικά συνθήματα είχε προβάλλει στο εκλογικό πρόγραμμα με το οποίο κατέβηκε στις εκλογές της 6ης Μάιου για την κατάργηση του Μνημονίου και της Δανειακής Σύμβασης, την κατάργηση των αποκρατικοποιήσεων κλπ. Αναδείχθηκε σε πρόγραμμα αστικής διαχείρισης». Τέλος τονίζει ότι «επέδειξε κραυγαλέο ενδοτισμό απέναντι στον ξένο παράγοντα».
Η ΚΕ του ΚΚΕ στέκεται και στη σταθεροποίηση της εκλογικής δύναμης της «φασιστικής» Χρυσής Αυγής και στη «μετατροπή της σε κοινοβουλευτικό κόμμα». «Η Χρυσή Αυγή αποτελεί σημαντικό όπλο για το αστικό πολιτικό σύστημα σε συνθήκες κρίσης για το τσάκισμα του εργατικού λαϊκού κινήματος, την επικίνδυνη για το λαό εξίσωση φασισμού και κομμουνισμού ως κρατική ιδεολογία και κατά συνέπεια πρακτική σε βάρος του ΚΚΕ».
Στους παράγοντες που επέδρασαν στη μείωση του εκλογικού ποσοστού του κόμματος, υπογραμμίζεται η «άνευ προηγουμένου άμεση, προκλητική, απροκάλυπτη επέμβαση στην εκλογική αναμέτρηση της Κομισιόν με ηγετικούς της παράγοντες, της Γερμανίας, Γαλλίας, Ιταλίας, του ΔΝΤ, των ΗΠΑ, των διεθνών μέσων ενημέρωσης». «Σ' αυτά τα πλαίσια εκδηλώθηκε η συστηματική προσπάθεια να συγκροτηθεί ένα νέο δίπολο με βάση την ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ», με μια φιλοευρωπαϊκή ρητορική από τη μια και μια αντι-μερκελική από την άλλη.
Τη φανερή υποστήριξη του ΣΥΡΙΖΑ από ένα τμήμα μονοπωλιακών ομίλων και συγκροτημάτων των ΜΜΕ, και της κρατικής ραδιοτηλεόρασης, σε συνδυασμό με την ανακοίνωση του ΣΕΒ για την αναγκαιότητα σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας και με τον αντιμνημονιακό ΣΥΡΙΖΑ.
Την ομαδική μετακόμιση ενός μεγάλο μέρους στελεχών του ΠΑΣΟΚ ιδιαίτερα από τις πρώην ΔΕΚΟ, Τράπεζες, την δημόσια διοίκηση και άλλων κεντρικών στελεχών του μηχανισμού του ΠΑΣΟΚ οι οποίοι πήραν ενεργό μέρος στην οργάνωση του εκλογικού του αγώνα, στην οργανωμένη μετακίνηση σημαντικού μέρους της εκλογικής βάσης του ΠΑΣΟΚ προς το ΣΥΡΙΖΑ.
Πέρα από τους αντικειμενικούς παράγοντες που οδήγησαν στη μεγάλη μείωση της εκλογικής δύναμης του ΚΚΕ, σε «συνθήκες αφόρητης πίεσης», η ΚΕ εντοπίζει ότι πρέπει να εξεταστεί «το επίπεδο ικανότητας του κόμματος με κριτήριο πώς ανταποκρινόμαστε σε όλες τις συνθήκες» και να «μην μας εφησυχάζει ότι η πολιτική μας επιβεβαιώνεται ως προς τις εξελίξεις».
Τέλος, το ΚΚΕ τονίζει ότι οι «δύο τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις, ιδιαίτερα της 17ης Ιουνίου εξελίχθηκαν σε πρωτοφανή επιχείρηση χειραγώγησης της ψήφου, με εκβιασμούς, παραπληροφόρηση, επίθεση στο κόμμα για την άρνηση να συμμετέχει σε κυβέρνησης αστικής διαχείρισης της κρίσης, χειραγώγηση που ξεπέρασε κάθε προηγούμενο. Η επίθεση στο κόμμα είχε στόχο την στρατηγική του, την άρνηση συμμετοχής σε κυβέρνηση αστικής διαχείρισης της κρίσης.
Είναι βέβαιο ότι μετά τις εκλογές θα αποκαλυφθούν πολλά περισσότερα γύρω από τα παρασκήνια των ανταγωνισμών και τη χρησιμοποίηση του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτά».